Ολίγα εικοσιτετράωρα πριν από την κρίσιμη συνάντηση του προέδρου των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν με τον Τούρκο ομόλογό του Ταγίπ Ερντογάν έντονες διεργασίες για το ακριβές πλαίσιο αυτής ευρίσκονται σε πλήρη εξέλιξη.
Από τον Μανώλη Κοττάκη
Αμφότερες οι πλευρές αποστέλλουν τροχιοδεικτικά μηνύματα η μία στην άλλη: Ο Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών Άντονι Μπλίνκεν ετάχθη υπέρ του Δικαίου της Θαλάσσης, θέση που κατεξοχήν ευνοεί τα ελληνικά συμφέροντα. Φιλέλληνες γερουσιαστές, όπως ο Ρόμπερτ Μενέντες και ο Μάρκο Ρούμπιο, κατέθεσαν νομοσχέδιο προς έγκριση στο Κογκρέσο με αίτημα να δοθούν τα αμερικανικά F-35 που παρήγγειλε η Τουρκία στην Ελλάδα και να δοθεί προτεραιότητα στην Ελλάδα στην προμήθεια πλεονάζοντος αμυντικού υλικού των ενόπλων δυνάμεων των ΗΠΑ.
Διαρροές των προηγούμενων εβδομάδων εμφανίζουν επίσης τις ΗΠΑ έτοιμες να μεταφέρουν μέρος από τις δραστηριότητές τους στη βάση του Ιντσιρλίκ στη Θράκη και σε νησιά του Αιγαίου. Αλλες διαρροές, που είχαν στόχο να δοκιμάσουν τις αντιδράσεις των Τούρκων, τις ενεφάνιζαν διατεθειμένες («Χουριέτ») να ζητούν πλέον ετήσιο έλεγχο των ρωσικών πυραύλων S-400 και όχι την απομάκρυνσή τους από την Τουρκία. Τέλος, οι ΗΠΑ (και η Ελλάς) θέτουν τον τελευταίο χρόνο με ένταση ένα θέμα η σπουδαιότητα του οποίου (ειδικώς για τις τουρκοαμερικανικές σχέσεις) δεν έχει αναδειχθεί όσο θα έπρεπε: το εργοστάσιο πυρηνικής ενέργειας του Ακουγιου στην Αττάλεια. Ηταν ανάμεσα στα θέματα που συζήτησαν οι κύριοι Δένδιας και Τσαβούσογλου προσφάτως, με τον Τούρκο ομόλογό του -κατά τον Ελληνα ΥΠΕΞ- να δείχνει κατανόηση.
Οι Τούρκοι, από την πλευρά τους, όλο αυτό το διάστημα ελίσσονται. Εκαναν κινήσεις στην Ουκρανία και στην Κίνα (μειονότης Ουιγούρων) που κεντρίζουν το ενδιαφέρον του State Department, μέσα ενημέρωσης προσκείμενα στον πρόεδρο Ερντογάν («Γενί Σαφάκ») εξαπέλυσαν προσωπικές επιθέσεις κατά του προέδρου Μπάιντεν με αφορμή τις αποκαλύψεις του «νονού» Πεκέρ από τη Σαουδική Αραβία, τελικώς όμως ο Τούρκος υπουργός Μεβλούτ Τσαβούσογλου δήλωσε, στο παρά πέντε της συνάντησης των δύο ηγετών, ότι υπάρχουν περιθώρια συνεργασίας, «αρκεί να ικανοποιηθούν οι φιλοδοξίες της Τουρκίας». Ενεχείρισε μάλιστα προς τούτο και «έγγραφο οράματος» στον ομόλογό του Μπλίνκεν ώστε να αναπτυχθεί πλήρης στρατηγική σχέση μεταξύ ΗΠΑ – Τουρκίας.
Σε συνέντευξη που έδωσε προχθές στον τηλεοπτικό σταθμό ΤRT Haber o κύριος Τσαβούσογλου δήλωσε: «Βλέπουμε ότι οι ΗΠΑ επιθυμούν να συνεργαστούν με την Τουρκία σε πολλούς στρατηγικούς τομείς. Το έχουμε δει με τον υπουργό Εξωτερικών Αντονι Μπλίνκεν, το έχουμε δει στους άλλους συνομιλητές μας. Αυτό βλέπουμε σε όλους τους συνομιλητές μας, το βλέπουμε και στον Μπάιντεν. Από τη μία πλευρά, πώς επιλύουμε αυτά τα προβλήματα και, από την άλλη πλευρά, θα είμαστε σε θέση να ενισχύσουμε αυτήν τη συνεργασία ενώ αποκαθιστούμε τις μελλοντικές σχέσεις; Υπό τον Τραμπ υπήρχε στόχος για όγκο συναλλαγών 100 δισ. δολ. Τι πρέπει να κάνουμε για να επιτύχουμε αυτούς τους στόχους;»
Ο Τσαβούσογλου είπε ότι έδωσε στον Μπλίνκεν ένα «έγγραφο οράματος», στο οποίο έχουν καταγραφεί οι ενέργειες που θα μπορούσαν να γίνουν για την επίλυση των υπαρχόντων προβλημάτων και τη μετατροπή των στρατηγικών σχέσεων σε μια πραγματικά στρατηγική σχέση. «Βλέπουμε επίσης ότι θέλει να εργαστεί πιο στενά σε πολλά περιφερειακά ζητήματα. Μπορούμε να κάνουμε αυτά τα πράγματα, αλλά οι προσδοκίες μας πρέπει να ικανοποιηθούν». Αναφερόμενος στα σημεία στα οποία οι ΗΠΑ θέλουν να συνεργαστούν με την Τουρκία, ο Τσαβούσογλου είπε: «Για παράδειγμα, στη Συρία οι ΗΠΑ θέλουν να συνεργαστούν καλύτερα μαζί μας αυτήν την περίοδο. Για κάποια χρονική περίοδο “αποκόπηκαν” εντελώς από τη Συρία. Ενδιαφέρονταν μόνο για τη βορειοανατολική Συρία.
Στην περίοδο Τραμπ έλεγαν: “Υπάρχει πετρέλαιο εδώ, οπότε θα μείνουμε”. Δεν ενδιαφέρονταν καθόλου για τη Λιβύη, οι ΗΠΑ ενδιαφέρονται περισσότερο τώρα».
Τονίζοντας ότι υπάρχει ενδιαφέρον στη νέα κυβέρνηση για την περιοχή της Τουρκίας, ο Τσαβούσογλου δήλωσε: «Βλέπουμε ότι θέλει να συνεργαστεί μαζί μας όχι μόνο στο ζήτημα της Λιβύης και της Συρίας, αλλά και σε πολλές περιοχές, από τη Μεσόγειο έως τον Εύξεινο Πόντο και τον Καύκασο».
Το ερώτημα είναι μέχρι ποίου σημείου μπορεί να φθάσει η διαπραγμάτευση Μπάιντεν – Ερντογάν, καθώς και οι δύο πλευρές βλέπουν η μία την άλλη με καχυποψία. Ο πρόεδρος Ερντογάν θέλει να επαναπροσεγγίσει ως έναν βαθμό τις ΗΠΑ, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για τις σχέσεις του με τους Ρώσους, οι οποίοι δεν συμφωνούν σε όλα μαζί του. (Ενδεικτικώς η Ρωσία δεν ευνοεί τα σχέδια Ερντογάν για τη «Γαλάζια Πατρίδα» στη Μεσόγειο, καθώς δεν επιθυμεί να τον δει κυρίαρχο σε αυτή τη θαλάσσια περιοχή.) Από την άλλη, όμως, ο Ερντογάν αισθάνεται βαθιά καχυποψία για τις απώτερες επιδιώξεις των ΗΠΑ, η οποία εντάθηκε μετά το πραξικόπημα του 2016. Ακόμη δεν μπορεί να ξεπεράσει το γεγονός ότι στην καμπή εκείνη κινδύνεψε η ζωή της οικογένειάς του, ακόμη και των μικρότερων σε ηλικία μελών της. Την ίδια καχυποψία για τις αληθείς προθέσεις του Ερντογάν αισθάνονται και οι ΗΠΑ. Από τη μία, δεν επιθυμούν να χάσουν εντελώς την Τουρκία ως σύμμαχο.
Από την άλλη, όμως, υπάρχουν ισχυρότατοι κύκλοι μέσα στην κυβέρνηση που λένε στον πρόεδρο Μπάιντεν ότι για αντικειμενικούς λόγους είναι πλέον δύσκολη η στρατηγική συνεννόηση ΗΠΑ – Τουρκίας. Ενας από αυτούς είναι ότι ο πρόεδρος Ερντογάν άλλαξε τη δομή της Τουρκίας εις τρόπον ώστε να προσομοιάζει πλέον απολύτως με τη δομή του Ιράν και του Πακιστάν, παρά με δυτικής χώρας. Ο δεύτερος είναι οι πυρηνικές φιλοδοξίες του Ερντογάν. Οι ΗΠΑ είναι εξαιρετικώς σκεπτικές αν αυτές περιορίζονται στην παραγωγή πυρηνικής ενέργειας ή έχουν και άλλους στόχους που συνδέονται με την αύξηση της ισχύος των ενόπλων δυνάμεων της Τουρκίας. Στο παρελθόν επί Ομπάμα, το 2012, οι ΗΠΑ, αξιοποιώντας την τεχνολογία από εδάφους και αέρος, είχαν εντοπίσει περιοχές της τουρκικής επικράτειας όπου γινόταν επεξεργασία πυρηνικών αποβλήτων.
Η πληροφορία εκείνη, σε συνδυασμό με κάποιες αναφορές για τη συνεργασία με γνωστές ισλαμικές οργανώσεις από το Ιράν και την Παλαιστίνη, προκάλεσε συναγερμό εις τρόπον ώστε να φθάσει το ζήτημα αυτό να ενταχθεί στην ατζέντα των συνομιλιών του τότε προέδρου των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα με τον πρωθυπουργό τότε Ερντογάν. Το ερώτημα που τίθεται σήμερα και μας ενδιαφέρει βαθύτατα είναι έως ποίου σημείου φθάνει η διάθεση των ΗΠΑ – Τουρκίας να τα ξαναβρούν και έως πού φθάνει η μεταξύ τους καχυποψία. Η πληροφόρηση που μας φθάνει είναι αντικρουόμενη. Κατά μία εκδοχή η καχυποψία των ΗΠΑ είναι δεδομένη και το ζήτημα των πυρηνικών θα τεθεί κατά πάσα πιθανότητα εκ νέου στη συνάντηση Μπάιντεν – Ερντογάν. Η καχυποψία είναι δεδομένη, ώστε με βάση τις ίδιες πληροφορίες οι ΗΠΑ προτίθενται να μεταφέρουν το μεγαλύτερο τμήμα των δραστηριοτήτων τους στη Ρουμανία, που καθιστούν εμπροσθοφυλακή τους, και ένα τμήμα αυτών στην Ελλάδα (Θράκη, Σκύρος, συν Σούδα). Κατά άλλη εκδοχή, ας μην αποκλείεται να υπάρξουν εντυπωσιακά αποτελέσματα στο ραντεβού της Δευτέρας. Προφανώς η καλή σχέση Δύσης – Τουρκίας συμφέρει και την Ελλάδα, υπό μία προϋπόθεση όμως να μην γίνει πράξη αυτό που ζητά ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας, κύριος Τσαβούσογλου: «Να ικανοποιηθούν οι προσδοκίες της Τουρκίας», τις οποίες, σημειωτέον, συνέδεσε και με τη Μεσόγειο. Θα αναμένουμε.