Το 66% γύρισε τις πλάτες στην κάλπη στις περιφερειακές εκλογές. Μεγάλοι χαμένοι, οι δύο μονομάχοι στις επόμενες προεδρικές
- Από τον Μιχάλη Ψύλο
Όταν οι δύο στους τρεις ψηφοφόρους αρνούνται να πάνε στις κάλπες για τι είδους δημοκρατία μιλάμε; Στο «αβυσσαλέο» 66% έφτασε η αποχή στον πρώτο γύρο των περιφερειακών και νομαρχιακών εκλογών στη Γαλλία την περασμένη Κυριακή. Για μια «δημοκρατία χωρίς ψηφοφόρους» κάνει λόγο η «Le Monde». «Απεργία στη… δημοκρατία» και «κατάρρευση της δημοκρατικής συμμετοχής» γράφει το περιοδικό «L` Express». «Οδεύουμε σε μια δημοκρατία της αποχής» λέει η Σελίν Μπρακονιέ, καθηγήτρια Πολιτικών Επιστημών στο Πανεπιστήμιο Po Saint-Germain. Αναλύοντας τους λόγους της πρωτοφανούς αποχής, η Μπρακονιέ κάνει λόγο για «κρίση της δημοκρατίας».
Μπορεί να ακούγονται υπερβολικά τα σχόλια αυτά, καθώς μάλιστα οι περιφερειακές εκλογές δεν μπορούν να συγκριθούν με τις βουλευτικές ή τις προεδρικές. Αν και στον αντίστοιχο πρώτο γύρο των προηγούμενων περιφερειακών εκλογών, το 2015, η αποχή ήταν 50,09%, 15 ποσοστιαίες μονάδες μικρότερη!
«Ποια αξία πρέπει να δοθεί σε τοπικές εκλογές όπου αποφεύγουν να ψηφίσουν σχεδόν οι επτά στους 10 ψηφοφόρους;» διερωτάται η «Le Monde», προειδοποιώντας ότι «η εκλογική βάση είναι τόσο περιορισμένη, ώστε οποιαδήποτε ερμηνεία είναι αμφισβητήσιμη».
Η «Liberation» κάνει λόγο για μια «πολύ κακή δημοκρατία. Η αποχή αναμενόταν να είναι μεγάλη, αλλά όχι τόσο τεράστια. Εφτασε σε ένα ιστορικό ρεκόρ, που από μόνος του ο Covid δεν μπορεί να εξηγήσει. Ο γαλλικός λαός παραμένει εξαιρετικά πολιτικός. Έχει επίσης δείξει υποδειγματική ωριμότητα από την αρχή της πανδημίας. Αλλά βλέπει τους πολιτικούς να τον έχουν αφήσει στο περιθώριο» εκτιμά η «Liberation», σημειώνοντας ότι «το κίνημα με τα Κίτρινα Γιλέκα είχε επισημάνει αυτή την απόσταση μεταξύ πολιτών και πολιτικών».
Δέκα μήνες πριν από τις προεδρικές εκλογές, το εθνικό τοπίο φαίνεται ότι αντιστρέφεται και τα χαρτιά αλλάζουν: Ο Εθνικός Συναγερμός (RN) της Μαρίν Λεπέν φαίνεται ότι έχει… κοντύνει και το κόμμα του προέδρου Εμανουέλ Μακρόν, La République en Marche (LREM), ανακαλύπτει πόσο ελάχιστο ειδικό βάρος έχει στα πολιτικά πράγματα.
Η μαζική αποχή είχε, άλλωστε, δύο μεγάλους ηττημένους, τους φερόμενους ως βασικούς αντιπάλους της επόμενης προεδρικής αναμέτρησης: τον πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν και την επικεφαλής του ακροδεξιού Εθνικού Συναγερμού Μαρίν Λεπέν. Το κόμμα και οι φιλελεύθεροι υποψήφιοι του Μακρόν βρέθηκαν μόλις στην… 5η θέση σε πανεθνικό επίπεδο, με ποσοστό γύρω στο 10% – αποτέλεσμα και της λαϊκής δυσαρέσκειας για τους κυβερνητικούς χειρισμούς στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Το πολύ χαμηλό ποσοστό «χαστούκι» για τον Μακρόν δείχνει όμως ότι το κόμμα που ίδρυσε πριν από πέντε χρόνια, το LREM, δεν κατόρθωσε να αποκτήσει προσβάσεις σε τοπικό επίπεδο. Το γεγονός αυτό οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η τύχη του Γάλλου προέδρου -αν θα είναι, βέβαια, υποψήφιος- θα κριθεί αποκλειστικά από τον ίδιο και κυρίως από τις διαθέσεις της οικονομικής ελίτ για το πρόσωπό του. Να μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι στην προηγούμενη εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές του 2017 επικρατέστερος εθεωρείτο ο κεντροδεξιός Φρανσουά Φιγιόν, ο οποίος όμως τέθηκε εκτός κούρσας λόγω… οικογενειακών σκανδάλων και της στενής σχέσης του με τον Ρώσο πρόεδρο Βλαντιμίρ Πούτιν. «Το προεδρικό κόμμα επιβεβαιώνει την πλήρη έλλειψη βάσης σε τοπικό επίπεδο» γράφει η «Liberation» και προσθέτει: «Σχεδόν έναν χρόνο πριν από τις προεδρικές εκλογές, το πρόγραμμα του Μακρόν παραμένει μια πολύ προσωπική φιλοδοξία».
Όσο για τη Μαρίν Λεπέν; Οι υποψήφιοί της απέσπασαν περίπου το 19% των ψήφων σε πανεθνικό επίπεδο, πολύ πίσω από τις προεκλογικές δημοσκοπήσεις που έδιναν στον Εθνικό Συναγερμό ποσοστά κοντά στο 30% και πρωτιές τουλάχιστον σε έξι από τις 13 περιφέρειες της χώρας. Μόνο σε μία περιφέρεια, στην Προβηγκία – Κυανή Ακτή, ο υποψήφιος της Λεπέν, Τιερί Μαριανί, κατόρθωσε να προηγηθεί οριακά στον πρώτο γύρο, κυρίως γιατί ήταν «μετεγγραφή» από την Κεντροδεξιά.