Πολύ φοβάμαι ότι, αν οι Αμερικανοί δεν ένιωθαν τύψεις που πήραν την μπουκιά μέσα από το στόμα του Μακρόν στον Νότιο Ειρηνικό, θα συζητούσαμε για κάνα δυο χρόνια ακόμη ποιες φρεγάτες θα αγοράσουμε.
- Από τον Γιώργο Χαρβαλιά
Ο «sleepy Nick» του ελληνικού Πενταγώνου θα συνέχιζε να διαβουλεύεται με τον υπασπιστή του, οι φράξιες του Μαξίμου θα συνέχιζαν τη μάχη χαρακωμάτων με το μυαλό στα «ωφελήματα», ο Πάιατ θα συνέχιζε τις βόλτες στα υπουργεία και ο Μητσοτάκης θα περίμενε να πάρει άδεια από τον Γερμανό νέπ καγκελάριο για να αποφασίσει. Φάνηκε το πράγμα όλους τους προηγούμενους μήνες. Μια παρατεταμένη και δυσεξήγητη δυστοκία γύρω από μια απόφαση επιβεβλημένη και επείγουσα που έπρεπε να έχει παρθεί χθες.
Μας έσωσε ευτυχώς η αθεράπευτη αφέλεια των δύστυχων των Γάλλων, που ακόμη μία φορά πιάστηκαν κορόιδα στη διεθνή σκακιέρα. Ηταν τόσο μεγάλη η ταπείνωση που υπέστησαν, ώστε οι Αμερικανοί τους λυπήθηκαν και έκλεισαν το μάτι στην Ελλάδα για να τους προτιμήσει, έστω και εις βάρος της δικής τους γραμμής παραγωγής. Τα 3-4 δισ. που θα χάσουν άλλωστε δεν είναι τίποτα μπροστά στα δεκάδες δισ. που έχασαν οι Γάλλοι με την ακύρωση της συμφωνίας για την πώληση ενός ολόκληρου στόλου υποβρυχίων στην Αυστραλία. Μετά την ανεπανάληπτη ψυχρολουσία με το αγγλοσαξονικό colpo grosso της στρατηγικής σύμπραξης AUCUS ο Μακρόν κάτι έπρεπε να πάρει. Και κάπως έτσι κρίθηκε η τύχη της παραγγελίας για τις νέες ελληνικές φρεγάτες. Δεν είναι η πρώτη φορά που απόφαση «ανεξάρτητης» μεταπολεμικής κυβέρνησης ετεροπροσδιορίζεται από τη βούληση του ξένου παράγοντα.
Ευτυχώς ο καλός Θεός της Ελλάδας φρόντισε αυτήν τη φορά η «καραμπόλα» να μας οδηγήσει στη σωστή επιλογή. Γιατί, πέραν του ότι οι Belharra αποτελούν την καλύτερη λύση από πλευράς τεχνικών προδιαγραφών για τις επιχειρησιακές ανάγκες στο Αιγαίο, το συμβόλαιο αγοράς τους αποτελεί ακόμη ένα σοβαρό βήμα στρατηγικής σύγκλισης της Αθήνας με το Παρίσι. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι Γάλλοι είναι χωρίς αμφιβολία οι καλύτεροι δυνατοί σύμμαχοι. Ουδέποτε βρεθήκαμε απέναντι στη νεότερη ιστορία μας και ο γαλλικός λαός αγαπά την Ελλάδα και τους Ελληνες. Σε αντίθεση με κάποιους άλλους που «λατρεύουν την Ελλάδα», κατά προτίμηση χωρίς τους «τεμπέληδες» κατοίκους της. Η Γαλλία των τελευταίων ετών δεν αποτελεί ασφαλώς την ηγέτιδα δύναμη στην Ευρώπη. Την υποσκέλισαν με ύπουλο τρόπο οι Γερμανοί, οι οποίοι άλωσαν το ευρωπαϊκό οικοδόμημα εκ των έσω, αφήνοντας τους Γάλλους προέδρους να νομίζουν ότι…τους ελέγχουν.
Αν η Γαλλία δεν είχε μπει εγκαίρως στο παιχνίδι των πυρηνικών -χάρη στον Ντε Γκολ- και δεν είχε εξασφαλίσει μόνιμη θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας μαζί με τους νικητές του Πολέμου, είναι βέβαιο ότι θα είχε εξελιχθεί σε μόνιμο καρπαζοεισπράκτορα των Γερμανών, οι οποίοι σήμερα χασκογελούν χαιρέκακα για το μεγάλο κάζο του Μακρόν. Η Γαλλία λοιπόν δεν αποτελεί στρατιωτική ή οικονομική υπερδύναμη, αλλά έναν άκρως υπολογίσιμο στρατηγικό εταίρο με επιχειρησιακές δυνατότητες που θα προβλημάτιζαν κάθε επίδοξο αντίπαλο. Αυτό ασφαλώς δεν αποτελεί εγγύηση ότι θα σταθούν στο πλευρό μας, ιδιαίτερα αν στα αμυντικά συμβόλαια που συνάπτουμε δεν φροντίζουμε να επιβάλλουμε σχετικούς όρους. Σε κάθε περίπτωση όμως η Ελλάδα δεν έχει άλλες επιλογές. Μπορεί ο Μητσοτάκης κατάβαθα να επιθυμεί τη ζεστή (για τον ίδιο…) αγκαλιά των Γερμανών, αλλά ξέρει καλά ότι δεν μπορεί να καταστήσει την προσωπική του επιθυμία επίσημη πολιτική της χώρας. Οι γαλλικές φρεγάτες ήταν μονόδρομος, μόνο που, αν δεν έδιναν το πράσινο φως οι Αμερικανοί, ακόμη θα ψάχναμε προμηθευτή…