Εξέπληξε πολλούς η απόφαση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης Αλέξη Τσίπρα να καταψηφίσει τη συμφωνία Ελλάδος – Γαλλίας για την αγορά φρεγατών και την καθιέρωση ρήτρας αμυντικής συνδρομής
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Εξέπληξε ιδίως την κυβέρνηση. Συνηθισμένη όπως ήταν δύο χρόνια τώρα στα «παρών» ή στα «υπέρ» του ΣΥΡΙΖΑ κατά τη διάρκεια κυρώσεων διεθνών συμβάσεων συμφωνιών με τις ΗΠΑ, την Ιταλία, την Αίγυπτο, το Ισραήλ, την Αλβανία και άλλες χώρες, το αιφνίδιο αριστερό «όχι» την εντυπωσίασε. Δεν ήταν αναμενόμενο. Και αποδίδεται στο γεγονός ότι η Ελλάς ευρίσκεται σε προεκλογική τροχιά. Αρα συναινέσεις τέλος για τα εθνικά από την αντιπολίτευση. Ας μου επιτραπεί να διαφωνήσω. Η ερμηνεία αυτή είναι επιφανειακή. Ρηχή. Πρόχειρη.
Η απόφαση Τσίπρα δεν είναι τακτική. Είναι στρατηγική. Και αφορά δύο αθέατες παραμέτρους της συμφωνίας. Η πρώτη: Η Κουμουνδούρου έχει συλλάβει στα ραντάρ της κεκαλυμμένη δυσαρέσκεια των ΗΠΑ για την ανάθεση του ελέγχου της επιτήρησης των θαλασσίων συνόρων μας στους Γάλλους. Ναι μεν η ίδια απέρχεται από την περιοχή συνολικώς -το ΝΑΤΟ αναχωρεί και από το Κόσοβο-, ναι μεν ενδιαφέρεται για βάσεις μόνον στο έδαφος και στον Βορρά (στη λογική της αντιρωσικής ασπίδας), ναι μεν θα συνοδεύσει την υπογραφή της πενταετούς συμφωνίας με νέα επιστολή του υπουργού των Εξωτερικών της κυρίου Μπλίνκεν, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η Αμερική επιτρέπει «λοξίες» στη συμμαχία.
Εκείνους δηλαδή που κοιτούν προς άλλες δυνάμεις, καλή ώρα όπως εμείς τους Γάλλους. Ακόμη και στην κατάσταση που ευρίσκεται σήμερα η διεθνής αξιοπιστία της, έχει… απαιτήσεις. Οι Αμερικανοί έδωσαν λοιπόν σε επίπεδο υφυπουργού Βικτόρια Νούλαντ την ευλογία τους στον αμέτοχο Νίκο Δένδια για την προμήθεια των φρεγατών και τη ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής, αλλά δεν πέταξαν και από τη χαρά τους στα ουράνια.
Θέλουν την Ελλάδα εξαρτώμενη χώρα στο Αιγαίο και στη Μεσόγειο. Όχι αυτόνομη χώρα. Και οι φρεγάτες είναι υπερόπλο που δίδει αυτονομία στην εξωτερική πολιτική. Δίδουν τη δυνατότητα σε κάθε Ελληνα πρωθυπουργό να ενεργοποιεί το ενιαίο αμυντικό δόγμα με την Κύπρο (οι Scalp των φρεγατών θα προστατεύουν τις πτήσεις Rafale προς την Πάφο) και να σημαδεύει (αν προμηθευτεί τους κατάλληλους πυραύλους και το θελήσει, βεβαίως) μέχρι την Αγκυρα. Αρα όποιος σκεφτεί να καταλάβει ελληνικό έδαφος πρέπει να αγωνιά για το ισοδύναμο τετελεσμένο.
Ο Τσίπρας είναι συνεπής ατλαντιστής από την επίσκεψή του στο Τέξας το 2013 και μετά. Οι συνιστώσες του (Τσακαλώτος κ.ά.) επίσης, νωρίτερα μάλιστα. Από το 2008, όταν επιχειρηματολογούσαν υπέρ της πρότασης Μπους για την αναγνώριση της «Δημοκρατίας της Μακεδονίας». Οταν λοιπόν ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ λαμβάνει απόφαση να καταψηφίσει τη συμφωνία με τους Γάλλους, επιβεβαιώνει τη στρατηγική του εμπράκτως, όπως έπραξε με τις Πρέσπες: Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι κατά βάση φιλοατλαντικό κόμμα.
Και ως τέτοιο αποτελεί τον «πάγκο» του συστήματος. Αναμένει δηλαδή ότι στο μέλλον θα ανταμειφθεί πολιτικά για τη διαχρονική συνεπή στάση του απέναντι στις ΗΠΑ. Τώρα, πόσο ρόλο θα διαδραματίζει στο μέλλον στα πολιτικά μας πράγματα ο εξωτερικός παράγων που σήμερα ευρίσκεται σε αποδρομή, αυτό δεν είναι της στιγμής. Είναι θέμα υπολογισμού και εκτίμησης του καθενός, σωστής ή λάθος! Και σε κάθε περίπτωση είναι λυπηρό να θέτει κανείς τις δημόσιες σχέσεις με μια ξένη δύναμη πάνω από το εθνικό συμφέρον.
Αυτή είναι η μία διάσταση του ζητήματος, η οποία κατά την αυριανή συζήτηση στη Βουλή θα ενδυθεί και με πατριωτικά επιχειρήματα του τύπου «δεν γίνεται να τρέχουμε εμείς να πολεμήσουμε στην Αφρική τους πολέμους των Γάλλων, όταν αυτοί δεν αναγνωρίζουν την κυριαρχία μας 7 μίλια νοτίως της Κρήτης εντός ελληνικής ΑΟΖ». Η καταψήφιση έχει όμως και άλλη διάσταση, δεύτερη: Πολιτική, ιδεολογική, κεντροαριστερή, συμμαχική.
Επειδή αυτή η συμφωνία που καλείται να κυρώσει η Βουλή δεν είναι σαν τις προηγούμενες με τις ΑΟΖ, έχει και δημοσιονομικό σκέλος (σε 10 δισ. ευρώ ανέρχεται ο λογαριασμός του πακέτου), η αξιωματική αντιπολίτευση θέλει να διατηρήσει τις επιφυλάξεις της για το μέλλον.
Διότι, όπως ισχυρίζονται στην Κουμουνδούρου, οι διεθνείς συμφωνίες εξοπλισμών έχουν θεατές πλευρές, έχουν και αθέατες. Το ενδιαφέρον είναι ότι, ενώ υπογράφεται και κυρώνεται μια διεθνής συμφωνία για την οποία δεν υπάρχει μέχρι στιγμής η παραμικρή σκιά -το αντίθετο, χαιρετίζεται ως επωφελής για το εθνικό συμφέρον-, η αξιωματική αντιπολίτευση αξιοποιεί το μομέντουμ για στρατηγική συμμαχία με το ΚΙΝ.ΑΛ. της Φώφης Γεννηματά και το ΜέΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη. Φιλοατλαντικών τάσεων και οι δύο επίσης. Τον αναπόδεικτο και συκοφαντικό όρο «Μαξίμου Α.Ε.» χρησιμοποίησε πρώτος ο πυροκροτητής του συστήματος Αγγλοσάξων Γιάνης Βαρουφάκης. Τον όρο «Μαξίμου Α.Ε.» υιοθέτησε ακολούθως, παραλαμβάνοντας τη σκυτάλη, η πρόεδρος του ΚΙΝ.ΑΛ. Φώφη Γεννηματά. Τον όρο «Μαξίμου Α.Ε.» υιοθετεί, τέλος, τώρα σε τελική ευθεία εκλογών και με το ΚΙΝ.ΑΛ. σε εσωκομματική διαδικασία ο Αλέξης Τσίπρας.
Χωρίς να προσκομίζει κάτι συγκεκριμένο. Συνεπώς: Το «όχι» του στην αυριανή ψηφοφορία στη Βουλή δεν αποτελεί επαναβεβαίωση της σχέσης του με τις ΗΠΑ μόνον, στη λογική «στα δύσκολα, εγώ είμαι ο άνθρωπός σας». Το «όχι» του δεν συνιστά άνοιγμα απλώς στους φιλειρηνιστές της Αριστεράς.
Το «όχι» του αποτελεί μέρος μιας επιθυμητής στρατηγικής συμμαχίας με ΚΙΝ.ΑΛ. – ΜέΡΑ25 σε εκλογές απλής αναλογικής. Ατλαντικής κεντροαριστερής συμμαχίας. Συμμαχίας αποσταθεροποίησης, καθώς υπάρχουν πάντοτε κέντρα στο εξωτερικό που δεν θέλουν τον εκάστοτε πρωθυπουργό της Ελλάδος ανεξέλεγκτο όταν διακυβεύονται Γιάλτες.
Προσοχή, λοιπόν: Το «όχι» του Τσίπρα καταγγέλλεται ως αντεθνικό στο εσωτερικό γιατί πράγματι δεν εξυπηρετεί τα συμφέροντα του έθνους, αλλά ευλογείται στο εξωτερικό. Στην Ουάσινγκτον. Ό,τι και να λέγεται δημοσίως. Κάτι που ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει αντιληφθεί, γι’ αυτό και επείγεται να κλείσει και την πενταετή συμφωνία αμυντικής συνεργασίας με τις ΗΠΑ. Συμπέρασμα: Έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας μέχρι τις εκλογές. Αλλά όλοι πρέπει να αρθούν εις το ύψος των περιστάσεων.