Διατηρώ εξαιρετική ανάμνηση από τη γνωριμία μου με τον Αρχιεπίσκοπο Αλβανίας Αναστάσιο προ τετραετίας και λυπάμαι ειλικρινώς αν με τα γραπτά μου για τις ελλείψεις εκπαιδευτικών στα σχολεία της ελληνικής μειονότητας στη Βόρειο Ηπειρο και την αποκάλυψη για το διάβημά του στο Μέγαρο Μαξίμου σχετικά με το ζήτημα τον έφερα σε δύσκολη θέση.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Και τον ανάγκασα να το διαψεύσει με μια ανακοίνωση της Αρχιεπισκοπής, η οποία, όπως έφθασε στα χέρια μας, ανέφερε ότι τα αποκαλυφθέντα «δεν είναι αλήθεια» αλλά στην εκδοχή που διακινήθηκε στο facebook ανέφερε το ελαφρώς τροποποιημένο «δεν είναι αληθινά».
Εμείς απαντήσαμε στον Αρχιεπίσκοπο Αναστάσιο ότι δεχόμαστε να υποστούμε το κόστος μιας αναγκαίας διάψευσης, αρκεί να διοριστούν οι δάσκαλοι στη Βόρειο Ηπειρο. Οπως και συνέβη τελικώς. Προς τιμήν της η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως κατάλαβε αμέσως το πρόβλημα, υπέγραψε με κανονιστικές τριετείς αποσπάσεις εκπαιδευτικών στη Βόρειο Ηπειρο για να μην έχουμε το ίδιο πρόβλημα κάθε χρόνο και όλα καλά. Η διάψευση του Αρχιεπισκόπου δεν μας στενοχώρησε, το μείζον για εμάς ήταν να μη μείνει ο εναπομείνας Ελληνισμός της Βορείου Ηπείρου χωρίς δασκάλους.
Όπως ήρθαν τα πράγματα, η απόφαση αυτή της υπουργού Παιδείας, μαζί με την πρόσφατη απόφαση του Αρείου Πάγου για τη μη αναγνώριση της «Τουρκικής Ενωσης Ξάνθης» -στο μέτρο που ήταν αποτέλεσμα και της δικής μας δημοσιογραφικής παρέμβασης- μας κάνει να νιώθουμε ότι οι μάχες που δίνουμε έχουν νόημα. Δεν είμεθα Δον Κιχώτες. Η κυβέρνηση ενίοτε ακούει, έστω και αν αρχικώς δυσφορεί, και αυτό είναι προς έπαινό της.
Η διαρκής ενασχόλησή μας με τα θέματα αυτά οφείλεται στο εξής: Έχουμε εδραία την άποψη ότι υποχωρούν σταδιακώς και τα πνευματικά σύνορα και τα φυσικά σύνορα του Ελληνισμού. Τα πνευματικά γιατί αφήνεται να πεθαίνει ανυπεράσπιστη η ελληνική παρουσία σε όλη την ευρύτερη περιοχή (Βαλκάνια, Καύκασος, Μέση Ανατολή), αλλά και γιατί τα φυσικά σύνορα υποχωρούν στο μέτρο που οι πολίτες εγκαταλείπουν απογοητευμένοι τις Θερμοπύλες της μεθορίου στη Μακεδονία, στη Θράκη και στα νησιά του Αιγαίου για την ασφαλέστερη ενδοχώρα. Εάν όχι για τη μετανάστευση.
Η εμπλοκή του Αρχιεπισκόπου μας, ο οποίος ποιμαίνει δεκαετίες το ορθόδοξο ποίμνιό του μέσα σε καθεστώς καχυποψίας (ίσως και μεγαλύτερης από αυτήν που υφίσταται ο Οικουμενικός Πατριάρχης), είναι, θεωρώ, μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία να σας «συστήσω» αυτόν τον φωτισμένο ηγέτη της Ορθοδοξίας. Τον γνώρισα μέσα στο γραφείο του υφυπουργού Εξωτερικών Γιάννη Αμανατίδη, του μόνου μέλους εκείνης της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ που είχε τοποθετημένο στο γραφείο του εικόνισμα της Παναγίας και όχι πορτρέτο του Βελουχιώτη (γι’ αυτό και έχει την απεριόριστη εκτίμησή μου). Ο υφυπουργός έφυγε σε προγραμματισμένη συνάντηση, αφού έκανε τις συστάσεις, και μείναμε μαζί με τον Αρχιεπίσκοπο μία ολόκληρη ώρα – αμφιβάλλω αν το θυμάται μετά τόσα χρόνια.
Ήμασταν τόσο απορροφημένοι, ώστε, όταν πέρασε η ώρα, εισέβαλαν απρόσκλητοι στο γραφείο οι συνοδοί του από ανησυχία μην είχε συμβεί κάτι. Τι να συμβεί; Γοητευμένος από την προσωπικότητα του Αναστασίου, υπέβαλλα τη μία ερώτηση πίσω από την άλλη. Μετάνιωσα που δεν ζήτησα συνέντευξη στο τέλος. Μου εξομολογήθηκε πως πήρε την απόφαση να «στρατευθεί» στην ιεροσύνη στα σκαλιά των Προπυλαίων του Πανεπιστημίου Αθηνών, ποια φωνή τού μίλησε, μου έδειξε τι έγραφε το εγκόλπιό του σε ανάμνηση εκείνης της ημέρας, μου μίλησε για τη σχέση του με τον Αρχιεπίσκοπο Ιερώνυμο Α΄, μου εξήγησε πώς κάποιοι στην Εκκλησία τον εμπόδισαν να γίνει μητροπολίτης γιατί είχαν τον φόβο ότι μπορεί να εκλεγεί Αρχιεπίσκοπος, μου διηγήθηκε πώς έδωσε το «παρών» ως ιερωμένος στα γεγονότα της Νομικής Σχολής το 1973.
Φυσικά, μιλήσαμε επί μακρόν για το συγγραφικό του έργο, την Ορθοδοξία και την ποιμαντορία του στην Αλβανία. Μου είχε κάνει εξαιρετική εντύπωση ότι δεκαετίες προτού εμφανιστεί στη διεθνή ορολογία ο όρος «παγκοσμιοποίηση» εκείνος από το 1974 είχε συγγράψει βιβλίο με θέμα την «παγκοσμιότητα».
Τόσο μπροστά ήταν! Λίγες μέρες μετά τη συνάντησή μας, την οποία θεωρώ τύχη και ευλογία για τη ζωή μου, έφθασαν στο γραφείο μου συσκευασμένα σε μια μεγάλη κούτα όλα του τα βιβλία: «Σταυρός και Ανάσταση», «Ισλάμ», «Ιεραποστολή», «Στην Αφρική», «Εως εσχάτου της Γης», «Παγκοσμιότητα και Ορθοδοξία» κ.ά.
Τα έχω όλα δίπλα στον υπολογιστή μου σε πρώτη ζήτηση, όταν γράφω, και ανατρέχω ουκ ολίγες φορές σε αυτά -μαζί με τα κείμενα του αγίου Νεκταρίου όπως το «Περί επιμελείας ψυχής»- όταν κρίνω ότι χρειάζομαι να πάρω μια ανάσα. Ο Αναστάσιος εκπληροί άλλωστε το δόγμα του αγίου: εξουσία με καλοσύνη! Αριστα έπραξε λοιπόν από την πλευρά της η Αρχιεπισκοπή Αλβανίας και εξέδωσε διάψευση για όσα γράψαμε, καταλαβαίνουμε καλά τη θέση του. Είμαστε και εμείς οπαδοί της απόψεως του αγίου Νεκταρίου ότι «στην υπομονή κείται η σωτηρία των ψυχών ημών».
Ο Αναστάσιος είναι ο κατεξοχήν εκφραστής αυτής της γραμμής. Κάνει δεκαετίες τώρα πολιτική με την υπομονή, την πραότητα και τη γλυκύτητα. Αποψη δική μας όμως είναι ότι τα προβλήματα δεν λύονται πάντοτε με τη σιωπή και με την ευγένεια.
Χρειάζεται καμιά φορά να «συμπλακείς» και εν ανάγκη να «τσαλακωθείς» για να δοθεί λύσις. Η Αρχιεπισκοπή Αλβανίας λογικώς δεν μπορεί. Εμείς όμως, χωρίς να μεγαλοπιανόμαστε, μπορούμε.
Τι νόημα έχει να παριστάνουμε τους εκφραστές της κοινής γνώμης, αν δεν τολμούμε να βάλουμε καμιά φωνή όταν χρειάζεται; Τώρα, αν η φωνή αυτή έχει και κόστος ότι δεν λέμε την αλήθεια, δεν πειράζει. Δίνουμε κάθε βράδυ εξετάσεις στο μαξιλάρι μας και στη συνείδησή μας.
Όταν συλλάβουμε εαυτούς να κάνουν φάουλ, θα το αναγνωρίσουμε και θα ζητήσουμε και συγγνώμη. Πάνω από τους φόβους και τις ματαιοδοξίες μας είναι όμως πάντα ο Ελληνισμός. Αυτό δεν το ξεχνάμε ποτέ.