Μπορεί μια ταινία μυθοπλασίας με πρωταγωνιστή έναν ζεν πρεμιέ πράκτορα να κάνει εξωτερική πολιτική υψηλών συμβολισμών;
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Μπορεί κάτω από τα εφέ της, τη δράση της, τα φλεγματικά σχόλιά της να ξεδιπλώνεται σιωπηρώς, πλην μεθοδικώς, η ήπια ισχύς μιας νέας Βρετανίας, η οποία διεκδικεί τον ηγετικό ρόλο που είχε στον πλανήτη πριν από τη Γιάλτα και την παράδοση της σκυτάλης στις ΗΠΑ; Θεωρητικώς, όχι.
Οι περισσότεροι και οι περισσότερες που εξέρχονται από τις κινηματογραφικές αίθουσες μετά την προβολή της ταινίας «No time to die» με πρωταγωνιστή τον Ντάνιελ Κρεγκ εστιάζουν πιο πολύ την προσοχή τους στον χαρισματικό πρωταγωνιστή, παρά στα κωδικοποιημένα μηνύματα της ταινίας. Κι όμως, αν παρακολουθήσει κανείς σχετικώς υποψιασμένος την ταινία για τον πράκτορα 007, τον οποίο επινόησε σε νουβέλες του το στέλεχος της Υπηρεσίας Πληροφοριών του Βασιλικού Πολεμικού Ναυτικού της Μεγάλης Βρετανίας Ιαν Φλέμινγκ, ίσως ανακαλύψει ότι το φιλμ αυτό είναι η επόμενη στρατηγική κίνηση της βρετανικής βιομηχανίας κινηματογράφου μετά την ταινία για τη ζωή του Ουίνστον Τσόρτσιλ.
Η «Σκοτεινή Ωρα», που είδαμε προ τριών ετών, με τον Γκάρι Ολντμαν, προβλήθηκε παραμονές του Βrexit και είχε στόχο να δείξει με το ιστορικό παράδειγμα της αποφασιστικής στάσης του Τσόρτσιλ έναντι του Χίτλερ (αντί του συμβιβασμού και της προτεινόμενης συνθηκολόγησης) ότι κι άλλες φορές η Βρετανία πορεύτηκε μόνη στην Ιστορία της, και τα κατάφερε. Η ταινία για τον Τσόρτσιλ ήταν μια ταινία για τη διαχείριση του αισθήματος των λαών. Οι Αγγλοι θύμισαν τότε στους εαυτούς τους και σε όλο τον κόσμο ότι πέρασαν και δυσκολότερες καμπές από το Βrexit, αλλά άντεξαν και νίκησαν. Δεν παραδόθηκαν. Το μήνυμα ελήφθη.
Σήμερα, τρία χρόνια μετά, η βρετανική βιομηχανία κινηματογράφου, και αφού η χώρα ατενίζει πλέον με αισιοδοξία το μέλλον -το Brexit δικαιώνεται κάθε μέρα στον τομέα της οικονομίας-, δείχνει έτοιμη να κάνει το επόμενο μεγάλο βήμα. Με τον Ντάνιελ Κρεγκ πρωταγωνιστή, αναλαμβάνει να ειδοποιήσει τους λαούς του κόσμου για τους θανάσιμους κινδύνους που διατρέχουν στη μετα-Covid εποχή και να εμφανίσει τους άνδρες και τις γυναίκες των αγγλικών μυστικών υπηρεσιών ως εγγυητές του δυτικού υποδείγματος ελευθερίας. Μέχρι θανάτου. Η μυθοπλασία της ταινίας, που μπορεί και να μην απέχει από την άγνωστη στους κοινούς θνητούς πραγματικότητα, υποστηρίζει ότι στο μέλλον θα είναι δυνατές εθνοκαθάρσεις και εξοντώσεις φυλών παγκοσμίως με δηλητηριασμένα λουλούδια. Η αφή των οποίων από οιονδήποτε μπορεί να μολύνει και να αποτελειώσει μέσω DNA όλο το εν ζωή γενεαλογικό του δέντρο. Οι Αγγλοι αποδίδουν σατανικά σε Ρώσους επιστήμονες την ανακάλυψη του κακού, που βασίστηκε σε δικές τους ανακαλύψεις για άλλους σκοπούς.
Ρώσοι επιστήμονες, νησιά σε ρωσικά και ιαπωνικά ύδατα, εργαστήρια του μέλλοντος «φωτογραφίζουν» εμμέσως τη Μόσχα ως τον μυστικό αποσταθεροποιητή του πλανήτη.
Και, όταν ο 007 αναλαμβάνει με μια παράτολμη επιχείρηση να καταστρέψει το εργοστάσιο παραγωγής του «Ηρακλή» -έτσι ονόμασαν το φονικό όπλο που επεμβαίνει στο DNA οι σεναριογράφοι-, ο επικεφαλής της ΜΙ6 διατάσσει «να μην ενημερώσετε τις ΗΠΑ, τη Ρωσία και την Κίνα έως ότου τελειώσει η επιχείρηση». Ενώ σε άλλο σημείο αφήνει αιχμές για την απροθυμία συνεργασίας της CIA με την υπηρεσία του για την εξόντωση των εχθρών του δυτικού κόσμου. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ταινίας, ισχυρή είναι επίσης η αίσθηση ότι οι Βρετανοί κάνουν επίδειξη του σύγχρονου οπλοστασίου τους σε εξελιγμένα αεροπλάνα, «έξυπνους» πυραύλους, δυνατά όπλα.
Η αίσθηση που αποκομίζει ο υποψιασμένος θεατής βλέποντας στο τέλος του φιλμ τον 007 να ανατινάσσεται μαζί με τη μυστική βάση όπλων μαζικής καταστροφής είναι ότι «εμείς οι Βρετανοί θα προασπίσουμε την ελευθερία των εθνών του κόσμου από τον νέο άξονα του κακού – οι άλλοι έπονται!». Το κεντρικό μήνυμα της ταινίας υπηρετείται και από την τρέχουσα γεωπολιτική συγκυρία: Οι ΗΠΑ ζήτησαν τη βοήθεια της Βρετανίας και της Αυστραλίας στον τομέα της πυρηνικής ενέργειας για να αντιμετωπίσουν τον καλπασμό της Κίνας προς την ηγεσία του πλανήτη. Η Ουάσινγκτον δεν μπορεί πλέον μόνη! Οταν λοιπόν παύσουν να ταλαιπωρούν τα ώτα σας οι ήχοι από τις βόμβες, τα μαχητικά, τα μεταγωγικά, οι ριπές των όπλων, εσείς που θα δείτε την ταινία αναλογιστείτε το!
Οι Άγγλοι δεν είναι τυχαίο έθνος. Μπορεί το δικό μας έθνος να έχει ταλαιπωρηθεί -μην πούμε «υποστεί βλάβη»- από τις πολιτικές της στην περιοχή, οι οποίες διακριτικώς ευνοούν την Τουρκία, αλλά όσα κάνουν για το εθνικό τους συμφέρον οι Άγγλοι είναι αξιοσέβαστα και περνούν καμιά φορά απαρατήρητα. Εφεξής όμως η Βρετανία θα αρχίσει να τραβά την προσοχή. Το να ηγείσαι μόνος, βασιζόμενος στις δυνάμεις σου, δεν αποτελεί απομονωτισμό, αλλά πρωτοπορία.
Τελευταίο, αλλά όχι έλασσον: Και αυτή η ταινία είναι ένας ύμνος στη βρετανικότητα – στο φλέγμα, στο χιούμορ, στην ψυχραιμία, στην αντοχή, στην αποφασιστικότητα, στο στιλ. Ο κινηματογράφος του μέλλοντος θα έχει εθνικά χαρακτηριστικά. Όχι πολυπολιτισμικά. Έστω και αν ο επόμενος Μποντ θα είναι, όπως θρυλείται, μαύρος και πιθανόν γυναίκα. Το Λονδίνο αφομοιώνει.