Είδα το τρέιλερ της ταινίας «Kαλάβρυτα 1943» και, επειδή αγνοούσα την ιστορία με το σχολείο, τα βρέφη και τους ναζί, ομολογώ ότι δεν κατάλαβα αμέσως ότι ο σκηνοθέτης της ταινίας επιχείρησε να αλλάξει την Ιστορία.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Να την πει αλλιώς. Να εμφανίσει τους ναζί ως διασώστες βρεφών. Στη μικρή διάρκεια που κράτησε το τρέιλερ εντυπωσιάστηκα θετικά από την αποκάλυψη που κάνουν οι συντελεστές της ότι, αν η Ελλάς εισπράξει αποζημιώσεις από τη Γερμανία, τότε θα ανοίξει ο ασκός του Αιόλου και για αντίστοιχες διεκδικήσεις από την Πολωνία και άλλες χώρες. Ξέρω από πρώτο χέρι το παρασκήνιο της υποθέσεως.
Επί Προεδρίας Προκοπίου Παυλόπουλου στην Ηρώδου Αττικού ο Πολωνός πρόεδρος είχε ζητήσει τη συνδρομή της Ελλάδος για τη διατύπωση νομικών επιχειρημάτων κατά της Γερμανίας. Ωστόσο οι μνήμες είναι μνήμες και οι πληγές πληγές. Και δεν διαγράφονται. Πολύ δε περισσότερο όταν οι μνήμες είναι ζώσες και οι πληγές πυορροούν. Δεν μπορείς να πεις σε ένα θύμα του πολέμου ότι δεν έγιναν τα πράγματα έτσι. Ότι τα ξέρω εγώ καλύτερα, που δεν ήμουν εκεί, από σένα που ήσουν εκεί. Δεν μπορείς να του πεις ότι είσαι άλλος! Όχι αυτός που νομίζεις. Και το κυριότερο: Δεν μπορείς να εφευρίσκεις τη δικαιολογία της μυθοπλασίας για ένα ιστορικό γεγονός προκειμένου να ξεπλύνεις τους ναζί.
Δυστυχώς, δεν είναι η πρώτη φορά που κάποιοι παίζουν με τις μνήμες μας. Δεν είναι η πρώτη φορά που σε μια ιστορική ταινία εμφανίζεται από το πουθενά ο καλός Γερμανός και ο καλός ναζί. Εχει ξανασυμβεί. Σε διάσημη ταινία διάσημου Ελληνα σκηνοθέτη -εξαιρετική κατά τα λοιπά-, που προβλήθηκε προσφάτως από την τηλεόραση για άλλο ιστορικό γεγονός της Κατοχής που παρέπεμπε σε εκτελέσεις Ελλήνων από ναζιστικό απόσπασμα, εμφανίστηκε από το πουθενά κορυφαίος Γερμανός αξιωματικός να ταλαντεύεται την παραμονή της εκτελέσεως.
Να βασανίζεται δήθεν, να συνομιλεί με τη συνείδησή του, να επιχειρεί να πείσει ανωτέρους του να αναβληθεί η υλοποίηση των διαταγών τους. Αυτό όμως δεν προκύπτει από πουθενά και η μοναδική εξήγηση που έδωσα για αυτή την αλλοίωση της Ιστορίας ήταν τα ονόματα κάποιων χορηγών της ταινίας. Μεταξύ αυτών, και γερμανικές πολυεθνικές ζύθου. Δεν είναι η πρώτη φορά λοιπόν που αόρατες δυνάμεις επιχειρούν να μας πουν ότι τα πράγματα έγιναν διαφορετικά. Έχει ξανασυμβεί. Το δυστύχημα είναι ότι σε αυτές τις απόπειρες πρωταγωνιστούν Ελληνες. Και το ακόμη χειρότερο: Το σύστημα δεν παραδειγματίζεται. Τα Μνημόνια μείωσαν δραστικώς τις αντιστάσεις του ελληνικού λαού, αλλά λωτοφάγο, ανιστόρητο και αμνήμονα δεν τον κατέστησαν. Μπορεί το δόγμα Μαζάουερ να ορίζει ότι «μέλλον έχουν οι λαοί που αλλάζουν το παρελθόν τους», αλλά στην Ελλάδα αυτό δεν ισχύει.
Μπορεί ο πόλεμος να έληξε το 1946, μπορεί οι Ελληνες να υποδεχθήκαμε τους πρώτους Γερμανούς τουρίστες το 1953, μπορεί τα Μνημόνια για τα οποία η Μέρκελ ομολογεί ότι «απαίτησε πολλά από εμάς»» να κράτησαν 10 χρόνια και να μη συνέβη ούτε ένα σοβαρό επεισόδιο εις βάρος Γερμανού επισκέπτη, αλλά… έλεος! Μη μας προκαλείτε! Για όλους όσοι θεωρούν ότι με τον πολιτισμό μπορούν να κάνουν πολιτική και διά αυτού του τρόπου θα αλλάξουμε την οπτική μας για αιματηρά γεγονότα τόσο νωπά θυμίζουμε το εξής: Το έτος 2006 η καθηγήτρια Μαρία Ρεπούση επιχείρησε να ξαναγράψει την Ιστορία του ξεριζωμού της Σμύρνης μέσα από τα σχολικά βιβλία. Αλλη μαύρη στιγμή της Ιστορίας μας. Των κατατρεγμών μας. Σήμερα έχουμε 2021. Πέρασαν 15 ολόκληρα χρόνια. Το θεατρικό της Μιμής Ντενίση «Σμύρνη μου αγαπημένη», το οποίο προσεχώς θα κάνει πρεμιέρα και στη μεγάλη οθόνη, έκανε ρεκόρ εισιτηρίων.
Για καιρό το θέατρο του Ελληνικού Κόσμου στην οδό Πειραιώς ήταν υπερπλήρες σε κάθε παράσταση – καρφίτσα δεν έπεφτε. Χιλιάδες Ελληνες από όλη την Ελλάδα κατέφθαναν στην Αθήνα για να δουν τους εαυτούς των. Την Ιστορία τη δική τους, των γονέων τους, των παππούδων τους. Το ίδιο έγινε και με την «Πολίτικη κουζίνα». Το ίδιο και όταν στις αρχές των εορτασμών του 2021 κάποιοι προσπάθησαν να πουν ότι ο Καποδίστριας ήταν δικτάτορας και ο Κολοκοτρώνης παράξενος. Επανάσταση νέα ξέσπασε. Τις πολιτικές σκοπιμότητες του παρόντος βεβαίως τις καταλαβαίνουμε. Την ανάγκη των εταίρων μας να μειωθεί ο αντιγερμανισμός που αντικατέστησε μέσα στα Μνημόνια τον αντιαμερικανισμό της Μεταπολίτευσης, επίσης. (Τώρα καταλαβαίνουν τις ανοησίες τους.) Τις δικαιολογίες του τύπου ότι μόνο με τους μεγάλους χορηγούς γυρίζεται ταινία και ότι πρέπει να στεκόμαστε στο μείζον, ότι έγινε η ταινία, τις ακούμε, τέλος. Δεν είμαστε χθεσινοί.
Γνωρίζουμε άριστα ποιοι κανόνες ορίζουν τη βιομηχανία του κινηματογράφου και αντιλαμβανόμαστε ότι όποιος τους παραβιάζει και δεν λέει τα πράγματα όπως «πρέπει» λιθοβολείται, καταδιώκεται, συκοφαντείται.
Ο Γιάννης Σμαραγδής του Καποδίστρια, του Βαρβάκη, του Καζαντζάκη, του Σεφέρη και του Ελ Γκρέκο, και η Γελένα Πόποβιτς του «Ανθρώπου του Θεού», οι οποίοι αμφότεροι δεν συνεμμορφώθησαν προς τις εντολές για να πουν τα πράγματα αλλιώς, πολεμήθηκαν. Δεν χρηματοδότησαν τις ταινίες τους ζάπλουτοι εφοπλιστές ούτε γερμανικές πολυεθνικές. Δεν τις ευλόγησαν ξιπασμένοι κριτικοί κινηματογράφου. Δεν τις διαφήμισαν ξελιγωμένοι πανελίστες. Γνωρίζουμε πώς δουλεύει το σύστημα. Όμως έως εδώ! Μη μας προκαλείτε άλλο. Παράκληση θερμή. Και πέραν των εισαγωγικών παρατηρήσεων του σημερινού σημειώματος, καλόπιστα λέμε ότι θα επανέλθουμε για την ταινία «Καλάβρυτα 1943». Αφού τη δούμε. Για να είμαστε δίκαιοι. Με την ελπίδα ότι θα είναι δίκαιοι με τον λαό των Καλαβρύτων και οι συντελεστές της.