Γράφει η Ζέζα Ζήκου
Υπάρχει μια έκφραση για να περιγράψουμε τις σχέσεις της Ελλάδας με τη Ρωσία: Φτου, κι από την αρχή κάθε φορά. Τι μπορεί, άραγε, να περιμένει ο ελληνικός λαός από τον Πούτιν, ύστερα από τα διπλωματικά συντρίμμια Τσίπρα / Κοτζιά; Οντως, οι τυχοδιωκτικοί χειρισμοί της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ έθεσαν σε κίνδυνο τις γεωπολιτικές ισορροπίες της χώρας. Πάντως είναι εντυπωσιακό που η επιδείνωση των ελληνορωσικών σχέσεων συνέβη επί των ημερών μιας αριστερής κυβέρνησης. Είναι ακόμα ένα καπρίτσιο της Ιστορίας, που απλώς επιβεβαιώνει την σκληρή πραγματικότητα. «Ετσι είναι γιατί δεν γίνεται αλλιώς», σύμφωνα με ένα θεολογικό επίγραμμα…
Αραγε τι είναι πρόθυμος να δώσει ο Ελληνας πρωθυπουργός για να αποκαταστήσει τις κλονισμένες σχέσεις; ΑΓΝΩΣΤΟ. Αν το γεωπολιτικό παιχνίδι που επιχειρεί να παίξει ο Ελληνας πρωθυπουργός με τον πρόεδρο της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Πούτιν, το εννοεί σοβαρά… τότε η επίσκεψη του αύριο Τετάρτη 8 Δεκεμβρίου, έχει εξαιρετικό ενδιαφέρον! Η συνάντηση των δύο ανδρών θα πραγματοποιηθεί στο Σότσι, στο ανατολικό άκρο της Μαύρης Θάλασσας.
Αλωστε η κορυφαία πρόκληση για έναν ηγέτη, όπως φιλοδοξεί να αναγνωριστεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης, είναι να διαμορφώσει ένα δόγμα εξωτερικής πολιτικής σκιαγραφώντας το μέλλον της χώρας, καθώς τα μεγαλύτερα γεωπολιτικά ρήγματα είναι ενώπιον μας. Με κυριότερο το ρήγμα εξαιτίας της διαφαινόμενης διαφορετικής εκτίμησης περί απειλών και εχθρού, πχ. στην περίπτωση της Κίνας, που θα οδηγήσει αναπότρεπτα στην αμυντική αποσύνδεση μεταξύ Ευρώπης και Βορείου Αμερικής. Καθώς και το ρήγμα από τον κεντρικό στόχο των ΗΠΑ για τον έλεγχο της ευρασιατικής μάζας, δηλαδή, η απώλεια του Καυκάσου από τη Ρωσία, με μοχλό την Τουρκία που διεκδικείται η περιοχή βιαία από τον Ερντογάν καθώς πρόκειται για τουρκογενείς χώρες.
Πάντως, εγώ καλοσωρίζω την προσπάθεια αυτή του Κυριάκου Μητσοτάκηαλλά σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να υπάρχουν ψευδαισθήσεις για τα όρια της προσέγγισης. Και για να μην παρεξηγηθώ, κανείς δεν μπορεί να υποτιμά την αξία των διεθνών συσχετισμών, ούτε την ουσιαστική ανάγκη επαναπροσέγγισης των παραδοσιακών συμμάχων για τη χώρα μας. Αν και μέχρι τώρα βλέπουμε να αναδύεται μια οικονομίστικη αντίληψη της γεωπολιτικής αξίας της χώρας, όπως οι οικονομικοί λόγοι που υπαγορεύουν την προσέγγιση των Αθηνών με τη Μόσχα.
Η αποτύπωση της πραγματικότητας δεν σημαίνει, βεβαίως, πως η προσπάθεια προσέγγισης της Αθήνας με «παγκόσμιους παίκτες», όπως ο Πούτιν, στερείται σημασίας. Μπορεί να αποδειχθεί χρήσιμη. Για να αποκατασταθεί η γεωπολιτική ισορροπία και επειδή η Μόσχα αναγνωρίζει το νόμιμο κατά το Διεθνές Δίκαιο δικαίωμα της Ελλάδας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στα 12 μίλια. Αλλωστε είναι επίκαιρος παρά ποτέ ο κλασικός αφορισμός ότι πεμπτουσία της πολιτικής είναι ο καθορισμός των φίλων και των εχθρών (λέγε με Τουρκία) του σπουδαίου Γερμανού φιλόσοφου του 20ού αιώνα, Καρλ Σμιτ.
Προφανώς κάθε χώρα οφείλει να αναπτύσσει μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική και να διευρύνει τα γεωπολιτικά ερείσματά της. Τώρα, πλέον, είναι γεωπολιτική επιταγή! Η αναζήτηση συνεχώς φίλων και συμμάχων είναι πολύ σπουδαία υπόθεση για την επιβίωση της έθνους μας. Η χώρα αντιμετωπίζει ιστορικές προκλήσεις: Την αποκατάσταση βιώσιμων όρων κοινωνικής αναπαραγωγής, μετά τη δεκαετή μεγάλη μνημονιακή ύφεση και με την κοινωνία βαθειά πληγωμένη και από την πανδημική τραγωδία, το κράτος να φροντίζει διαρκώς για τις γεωπολιτικές ισορροπίες και για την έξυπνη τοποθέτηση της χώρας στο διεθνές περιβάλλον της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης. Τίποτε λιγότερο. Ποτέ μετά το 1974 της εθνικής ήττας η χώρα δεν ήταν αντιμέτωπη με τέτοιες προκλήσεις.
Θέματα όπως η προβληματική θέση της χώρας μας στο φιλότουρκο ΝΑΤΟ, οι μονόπλευρες σχέσεις μας με τις ΗΠΑ, η μετατροπή της Αλεξανδρούπολης σε «Σούδα του Βορρά» που θα επιτηρεί το βόρειο Αιγαίο και τον Ελλήσποντο καθώς εντάσσεται στρατιωτικά σε έναν ευρύτερο αμερικανικό σχεδιασμό νααναχαιτιστεί ο ρωσικός παράγοντας και άλλα… παγιδεύονται μέσα στο συνεχές πεδίο σύγκρουσης Αμερικής και Ε.Ε. με τη Ρωσία στα Βαλκάνια, την Ανατολική Μεσόγειο και την ευρύτερη περιοχή. Η αφαίρεση από την Ρωσία ζωνών επιρροής (Βαλκάνια) και εδαφικών ζωνών ασφαλείας (Ουκρανία), παραμένει ύψιστος στόχος.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη θα πρέπει να ακροβατεί σε γεωπολιτικές συνθήκες εξαιρετικά απειλητικές για την εύθραυστη ισορροπία της ασφάλειας της χώρας. Η Αμερική του Μπάϊντεν θεωρεί την Ελλάδα μόνον ως ένα αξιόπιστο στήριγμα φιλοξενίας όλο και περισσότερων αμερικανικών βάσεων. Η Ευρώπη, από την άλλη, εξασθενημένη και καταπονημένη εσωτερικά λόγω των γερμανικών συμφερόντων, απλώς παρακολουθεί την αγωνιώδη προσπάθεια της Ελλάδας να αποφύγει τις παγίδες των υπαρκτών απειλών του Ερντογάν. Στα μείζονος σημασίας θέματα και διαχρονικά περίπλοκα -Κυπριακό, Ελληνοτουρκικές σχέσεις- ο κοινός παρονομαστής είναι ουσιαστικά να γίνουν οι απαραίτητοι ρεαλιστικοί συμβιβασμοί στο πλαίσιο εφικτών λύσεων. Και αυτό, όπως είχε πει ο Ταλεϋράνδος «Είναι κάτι χειρότερο από έγκλημα, είναι λάθος».