Πριν από περίπου 20 χρόνια ο τότε «ανεξάρτητος» βουλευτής Ροδόπης Αχμέτ Σαδίκ, με τη σιγουριά και την αυτοπεποίθηση που του προσέδιδε η στήριξη των κύκλων του τουρκικού προξενείου της Κομοτηνής, έλεγε συχνά στις ομιλίες και τις δηλώσεις του: «Βρείτε μου έναν, έστω έναν, μουσουλμάνο της Θράκης που να δηλώνει πως είναι κάτι άλλο εκτός από Τούρκος».
- Από τον Γιάννη Χ. Κουριαννίδη
Και είχε δίκιο, όχι φυσικά γιατί δεν υπήρχαν, αλλά επειδή ο φόβος και η τρομοκρατία που ασκούσε εναντίον των Ελλήνων μουσουλμάνων το κύκλωμα των πρακτόρων του προξενείου ήταν κάτι που δεν περιγράφεται με λόγια και αυτός ήταν ο λόγος που δεν εκδηλώνονταν.
Τα χρόνια όμως πέρασαν και στους κύκλους, κυρίως νέων ανθρώπων, του μουσουλμανικού πληθυσμού της Θράκης εμφανίστηκαν άνθρωποι που δεν ανέχονταν την καταπίεση αυτή της ταυτότητάς τους. Τόσο στον χώρο των Ρομά της περιοχής όσο κυρίως ανάμεσα στους Πομάκους συμπατριώτες μας, με τη βαθιά ελληνικότητα ριζωμένη στον τρόπο ζωής τους, τα ήθη και τα έθιμά τους, την παράδοση και την Ιστορία τους, αναπτύχθηκε ένα σφριγηλό κίνημα αντίστασης και ανάδειξης αυτών των πολιτισμικών χαρακτηριστικών τους, των απόλυτα ταυτισμένων με την ελληνική ιδιοπροσωπία. Βιβλία, δίσκοι, συνέδρια, ιστοσελίδες, εφημερίδες, έντυπα, αλλά και διεθνείς παρουσίες ήταν μόνο λίγες από τις εκφάνσεις της πολιτισμικής αυτής αναγέννησης της πομακικής ταυτότητας, δημιουργήματα νέων γενναίων ανθρώπων που ιεράρχησαν ως σημαντικότερη τη διάσωση του πολιτισμικού τους πλούτου από το προσωπικό ή ακόμη και το οικογενειακό τους συμφέρον.
Ένας από τους πρωτοπόρους αυτής της προσπάθειας είναι αναμφισβήτητα ο Σεμπαεδήν Καραχότζα. Ένας άνθρωπος που, παρά τα σοβαρότατα προβλήματα της υγείας του, που τον είχαν από πολύ νέο κατατάξει στα άτομα με αναπηρία, δεν δίστασε να ανταποκριθεί στο κάλεσμα της Ιστορίας και να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της εποχής του.
Τον γνώρισα το 2006, λίγες ημέρες μετά την παραίτησή του από τον Δήμο Μύκης (Πομακοχώρια Ξάνθης), όπου εργαζόταν με σύμβαση ως ΑμεΑ, διαμαρτυρόμενος και καταγγέλλοντας τον τότε δήμαρχο επειδή τον πίεζε να χρησιμοποιεί την τουρκική γλώσσα αντί για τη μητρική του πομακική και την ελληνική, κάτι που δεν μπορούσε να ανεχθεί. Έκτοτε, μία στενή φιλία αναπτύχθηκε ανάμεσά μας.
Ο Σεμπαεδήν Καραχότζα υπήρξε από τα ιδρυτικά μέλη του Συλλόγου Πομάκων Ξάνθης. Υπέστη την ανελέητη τρομοκρατία από τους κύκλους του προξενείου, όπως και τα άλλα μέλη του συλλόγου, ακριβώς λόγω αυτής της ενασχόλησής του, που τόλμησε να αμφισβητήσει την κυριαρχία και τα στερεότυπα της παρουσίας του στην περιοχή. Το όνομά του, μαζί με αυτά των λοιπών συναγωνιστών του, αναρτήθηκε στα τεμένη της περιοχής και καταγγέλθηκαν ως προδότες της πίστης και του «έθνους»! Ο Σεμπαεδήν δεν λύγισε, όπως και οι περισσότεροι συναγωνιστές του. Αντιθέτως, οι διώξεις τον πείσμωσαν ακόμη περισσότερο και, παρά τη συνεχιζόμενη τρομοκρατία που έφτασε μέχρι και στη σωματική βία εναντίον του, παρά τις απειλές για την οικογένειά του με τα δύο νήπια τότε παιδιά του, παρά την αδιαφορία του επίσημου ελληνικού κράτους στον αγώνα του για ελληνικά σχολεία στα πομακοχώρια, για την ανάδειξη της πομακικής γλώσσας και της Ιστορίας και του πολιτισμού του πανάρχαιου αυτού ελληνικού φύλου, συνέχισε. Η έκδοση τριών βιβλίων για τη γλώσσα και τον πολιτισμό των Ελλήνων Πομάκων, η συγγραφή εκατοντάδων άρθρων σε ημερήσιο, περιοδικό και ηλεκτρονικό Τύπο, η έκδοση της εφημερίδας «Natpresh», το τηλεοπτικό καθημερινό δελτίο στην πομακική γλώσσα, η λειτουργία ηλεκτρονικής εφημερίδας, η συμμετοχή σε σεμινάρια και συνέδρια ήταν λίγες μόνο από τις δραστηριότητές του, που είχαν ως αποτέλεσμα την ενθάρρυνση και άλλων συμπατριωτών του να πλαισιώσουν τον κοινό αγώνα τους.
Από χθες ο Σεμπαεδήν Καραχότζα δεν είναι πια μαζί μας. Ήδη μας βλέπει από ψηλά και μας κρίνει. Αν στεκόμαστε όλοι μας πιστοί σε όσα του λέγαμε τόσον καιρό. Αν είμαστε αποφασισμένοι να συνεχίσουμε να βαδίζουμε όλοι μας στον κοινό εκείνο δρόμο που περπάτησαν πολλοί άλλοι πριν από εμάς και που θα βαδίσουν πολλοί περισσότεροι στο μέλλον. Αν δεν περιοριζόμαστε στα μεγάλα λόγια και προτιμούμε τα έργα, όσο μικρά κι αν αυτά κάποιες στιγμές φαίνονται. Αν πάνω από το στενό ιδιοτελές συμφέρον μας θέτουμε το συμφέρον της πατρίδας και της κοινωνίας μας. Αν τα χνάρια μας είναι άξια να βρίσκονται δίπλα στα δικά του. Τότε είναι που πια «ο θάνατος δεν θα ᾽χει εξουσία»!
Καλό σου ταξίδι, φίλε μου. Θεωρώ ευλογία που αξιώθηκα να σφίξω το χέρι σου.