Γνῶθι σεαυτόν Δελφικό παράγγελμα
- ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΙΑΚΟΣ
Εορταστική περίοδος. Φώτα, φωνές, φιλιά. Θόρυβος εκκωφαντικός. Βιασύνη, αγορές, δώρα. Μια διαρκής έξαψη. Ολα πολλά. Ολα τώρα. Διασκέδαση στα όρια του ψυχαναγκασμού. Το βλέμμα ανεστίαστο. Διαρκώς αλλού. Πρώτα πάνω, στο χριστουγεννιάτικο δέντρο στο κέντρο της πλατείας. Υστερα ευθεία, στις στολισμένες βιτρίνες. Αμέσως μετά, δεξιά κι αριστερά, στην κίνηση. Επειτα κάτω, στον επαίτη, που είναι απλωμένος πάνω στα χαρτόνια και τείνει το βρόμικο χέρι που βαστά το φθαρμένο πλαστικό κύπελλο. Μια επιγραφή σε νοτισμένο χαρτόνι μπροστά του: «άστεγος, πεινάω». Η ματιά μας προς τα κάτω ξυπνά την πρέπουσα για την περίσταση σεμνοπρεπή ανάμνηση της βουβής συμπόνιας. Κάπως έτσι δεν πρέπει να νιώθουμε ενώπιον αυτών των καταστάσεων;
Κάπου στο βάθος της μουδιασμένης -από την αμηχανία του οίκτου- συνείδησης αχνοφέγγει η μορφή του Χριστού, όπως τον γνωρίσαμε από την εικονογραφία. Κάπως πρέπει να απαντήσουμε στη διαρκή υποβολή του ερωτήματος του Χριστού τι πράξαμε για τον συνάνθρωπο. Η απάντησή μας, συνήθως, είναι να βάλουμε το χέρι στην τσέπη για να βρούμε νόμισμα ή χαρτονόμισμα και να το αποθέσουμε στο κυπελλάκι του επαίτη. Το νόμισμα που ρίχνουμε υποβιβάζει το πρόβλημα, που αναδεικνύει το ερώτημα του Χριστού, σε κόστος. Κάθε πρόβλημα μετατρέπεται σε κόστος, όταν η λύση που προτάσσουμε είναι το χρήμα.
Τόσοι μήνες πέρασαν από τα προηγούμενα Χριστούγεννα κι εμείς, έντρομοι με την ορμητική ταχύτητα του χρόνου, που μας στέλνει ξανά από εκεί που ήρθαμε, διαπιστώνουμε ότι δίνουμε πάντα την απάντηση του κόστους σε κάθε μείζον ερώτημα, σε κάθε πρόβλημα που απαιτεί πειστικές και στέρεες λύσεις. Τελικά, δεν μάθαμε να λύνουμε προβλήματα. Η αδυναμία μας αυτή οφείλεται στην άγνοια των παραγόντων του μαθηματικού τύπου της ζωής μας – κι ο σημαντικότερος Μέγας Αγνωστος είμαστε εμείς, ο αληθής, βαθύς και πηγαίος Εαυτός. Αφού δεν γνωρίσαμε και δεν έχουμε καν εισέλθει στη διαδικασία να μάθουμε τον εαυτό μας, πώς, στην ευχή, θα τοποθετηθούμε στα ζητήματα των άλλων;
«Δός μοι πᾷ στῶ καὶ τὰν γᾶν κινάσω» υποσχόταν ο Αρχιμήδης. Δώσε μου πού να σταθώ και θα κινήσω τη Γη. Ενα σημείο, ένα απλό στίγμα στον χώρο μπορεί να προσδιορίσει μια πράξη, μια ζωή, έναν πολιτισμό, μια απίθανη αλληλουχία απερίγραπτων θαυμάτων.
Το στίγμα το δικό μας είναι για την ώρα μη εντοπίσιμο, απροσδιόριστο, κρυφό. Καλύπτεται από χιλιάδες παραπλανητικά προπετάσματα λευκού θορύβου. Παράσιτα καλύπτουν την αρμονική συχνότητά μας. Κι αυτό το παραπέτασμα της σύγχυσης δεν το άπλωσαν άλλοι στον ορίζοντά μας. το υφάναμε εμείς γιατί δεν αντέχουμε στην ιδέα ότι αξίζουμε τόσο ώστε να αντικρίσουμε κάποτε τον όντως υπαρκτό εαυτό μας, μια εικόνα και ομοίωση του Θεού. Κοιτάζουμε οπουδήποτε αλλού πλην του έσω χώρου. Το εντός είναι εκτός συζήτησης. Η τηλεόραση, το διαδίκτυο, οι πολύβουες πόλεις, το ραδιόφωνο, η πολιτική, η εμμονή με τη διάχυτη οργή του κόσμου τούτου, η αντάρα από τα κύματα της αγανάκτησης στην πελαγωμένη καθημερινότητά μας, οι κραυγές για βοήθεια όσων κόλλησαν στον βάλτο του μηδενισμού και της έλλειψης νοήματος, το αγχωμένο κυνήγι της ύλης στρέφουν το βλέμμα αλλού, συσκοτίζουν το αληθινό τοπίο. Ο Θεός κρύβεται μέσα μας, κατά βάθος το γνωρίζουμε, πάντα το γνωρίζαμε και γι’ αυτό συνήθως κοιτάμε αλλού. Ο τρόμος μπροστά στην αλήθεια είναι πανανθρώπινο και διαχρονικό συναίσθημα.
Η μεγάλη μεταβολή για το είδος μας είναι να κάνει επιτέλους το βήμα μπροστά, να τολμήσουμε, επιτέλους, να σταθούμε μπροστά στον ψυχικό καθρέφτη μας. Οφείλουμε να κοιτάξουμε με θάρρος το είδωλό μας και να συνειδητοποιήσουμε την έκταση της φθοράς του ψυχικού σώματός μας. Το αμελήσαμε. Περί πολλά τυρβάζαμε, αλλά όχι με αυτό. Το ψυχικό σώμα μας στέγνωσε, πλαδάρεψε, αυλακώθηκε από ρυτίδες, έχασε το νεανικό χρώμα του, περιμένοντας να αντιληφθούμε την ύπαρξή του, να το κοιτάξουμε, να αποδεχτούμε το έργο που έχουμε να κάνουμε με αυτό. Ο καθρέφτης αυτός που μας δείχνει το σημείο εντός μας θραύεται με τους κραδασμούς των ασκόπων, νοερών περιπλανήσεών μας στα πεδία του ασήμαντου. Ο καθρέφτης γίνεται ξανά ακέραιος και προσπελάσιμος, όταν επικρατήσει εσωτερική ησυχία, όταν αφαιρέσουμε το ειδεχθές προσωπείον που φορέσαμε μόνοι μας με την περίσπαση του νου.
Να ησυχάσουμε, να ειρηνεύσουμε, να στοχαστούμε τον Θεό και να προσευχηθούμε νοερά. Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησὸν με. Έτσι θα μάθουμε τον εαυτό μας. Έτσι θα γιορτάσουμε Χριστούγεννα με ουσία, αλήθεια και νόημα.