Σε ένα εξαιρετικώς ενδιαφέρον άρθρο του στην «Καθημερινή της Κυριακής», το οποίο προκάλεσε τον ενθουσιασμό του πρέσβεως Πάιατ, ο κύριος Εντι Ζεμενίδης, εκτελεστικός διευθυντής του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας, ανέλυσε επί μακρόν τους λόγους για τους οποίους η Ελλάδα είναι γεωπολιτικώς χρήσιμη στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Συγκεκριμένα, το σημείωμά του έφερε τον τίτλο «Πόσο σημαντική είναι η Ελλάδα για την Αμερική». Ο κύριος Ζεμενίδης, διατρέχοντας τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις σε ευρεία επισκόπηση, απαρίθμησε τους λόγους της σημασίας μας για τους υπερατλαντικούς συμμάχους μας: τη στάση μας στο θέμα του 5G απέναντι στους Κινέζους, την αξία του λιμένος Αλεξανδρουπόλεως στη νέα αντιρωσική άμυνα, το περιεχόμενο της πρόσφατης συμφωνίας αμυντικής συνεργασίας, την επέκταση της βάσης της Σούδας κ.λπ. Η χωροταξία ίσως και να έχει αλλάξει ελαφρώς σε σύγκριση με το παρελθόν, αλλά ο λόγος που η Ελλάς ήταν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου χρήσιμη για τις ΗΠΑ ήταν πάντοτε στρατιωτικός. Μετά την ανασύνταξη της Ρωσίας από το 2000 έγινε ενεργειακός και μετά την κινεζική εισβολή στην Ευρώπη, την ίδια εποχή, έγινε και εμπορικός. Υπό αυτή την έννοια, είναι τίμιος ο τίτλος του άρθρου του κυρίου Ζεμενίδη.
Το μέγα ερώτημα που ανακύπτει μετά τη δημόσια παραδοχή των ΗΠΑ ότι εγκαταλείπουν τον αγωγό EastMed, επειδή θεωρείται μεταξύ άλλων «εστία έντασης στην περιοχή» (υιοθετώντας πλήρως τις αιτιάσεις των Τούρκων), είναι το εξής: «Πόσο σημαντική είναι η Αμερική για την Ελλάδα;» Ασφαλώς, το ερώτημά μας διατυπώνεται με μέγιστη υπερβολή, γιατί προφανώς και οι ΗΠΑ έχουν σημασία για εμάς – οι παρεμβάσεις που έκαναν, και για δικούς τους λόγους βεβαίως, στους Γερμανούς μάς κράτησαν στο ευρώ στα δύσκολα χρόνια των Μνημονίων. Η βάση της Αλεξανδρουπόλεως, στην οποία σπεύδουν με στρατό και οι σουνίτες Σαουδάραβες, έχει επίσης αξία. Το ακριβές ερώτημα είναι πόσο σημαντική μας έχει δείξει στην πράξη ότι είναι για τα ευρύτερα συμφέροντά μας η Αμερική. Κέρδη προφανώς και έχουμε από τη στρατηγική συμπόρευση μαζί της. Είναι, όμως, όσα αξίζουμε; Η ανάλυσή μας θα ήταν ίσως μεροληπτική για το πρόσφατο παρελθόν και θα οδηγούνταν σε εύκολα συμπεράσματα, αν στεκόμασταν σε δύο τραυματικά ιστορικά γεγονότα: στην εισβολή των Τούρκων στην Κύπρο και στα Ιμια. Και στις δύο περιπτώσεις μάς έδειξαν πως ούτε για εκείνους ο Ελληνισμός ήταν σημαντικός ούτε οι ίδιοι υπήρξαν σημαντικοί για εμάς. Μάλλον επιβλαβείς υπήρξε η απάθειά τους για τα εθνικά μας συμφέροντα. Εκ του αποτελέσματος προκύπτει αυτό. Αλλά, επειδή, όπως συνηθίζει να λέει ο Νίκος Κοτζιάς, «η Ιστορία είναι μια φυλακή και δεν πρέπει να εγκλωβιζόμαστε σε αυτήν», είναι χρήσιμο να δούμε πόσο σημαντικές αποδείχθηκαν οι ΗΠΑ για εμάς την τελευταία δεκαετία. Μας ενίσχυσαν με εξοπλισμούς; Όχι. Όσο τα είχαν καλά με την Τουρκία ετοιμάζονταν να της πουλήσουν μαχητικά F35 – τώρα λένε ότι θα τα δώσουν σε εμάς. Να δούμε. Μας ενίσχυσαν με φυσικό αέριο; Όχι. Μας υποχρέωσαν να εγκαταλείψουμε τους ρωσικούς αγωγούς. Έστειλαν τον Πούτιν στην αγκαλιά του Ερντογάν. Μας υποσχέθηκαν ότι ο νέος διάδρομος EastMed θα δώσει γεωπολιτικό βάρος στη χώρα μας και θα μειώσει την εξάρτησή της από το ρωσικό φυσικό αέριο. Και, ύστερα από 10 χρόνια φαγούρας, τώρα τον ενταφιάζουν και (αν)επισήμως. Διότι, παρασκηνιακώς, μας το λένε από το 2020. Δέχθηκαν μήπως να δημιουργήσουν μηχανισμό για την παραβίαση των εναέριων συνόρων μας από τα τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη; Αν και δεσμεύτηκαν γραπτώς στην πρώτη συμφωνία για τον EastMed, to 2018, έπειτα το Στέιτ Ντιπάρτμεντ μάς διεμήνυσε ότι δεν θα λάβει θέση «όσο υπάρχει εκκρεμότητα για τα σύνορα Ελλάδας – Τουρκίας στον αέρα». Μήπως με το επίμαχο non paper, που έστειλαν στην ελληνική κυβέρνηση για τον ΕastMed στις 22 Δεκεμβρίου, δεσμεύτηκαν ότι θα στηρίξουν τις έρευνες του γαλλικού ερευνητικού «Nautical Geo» νοτίως της Κρήτης; Όσοι διάβασαν το απόρρητο αυτό κείμενο λένε «όχι». Από τη διατύπωσή του φαίνεται ότι προτείνεται προς τα δύο μέρη η καθιερωμένη αποχή από ενέργειες. Ουδετερότης. Ενέταξαν μήπως τη Σκύρο και τα Δωδεκάνησσα στη συμφωνία αμυντικής συνεργασίας που υπέγραψαν μαζί μας, όπως τους ζητούσαμε; Όχι και πάλι. Για τα Δωδεκάνησα αρνήθηκαν κατηγορηματικά -ούτε τα πλοία της δεν δένουν εκεί-, για τη Σκύρο άφησαν ανοιχτό παράθυρο στη συμφωνία για να μας χρυσώσουν το χάπι. Στο Σκοπιανό, τέλος, τι κερδίσαμε που επιτρέψαμε την ένταξη της γείτονος στο ΝΑΤΟ; Μήπως ότι θα επιτηρούμε τον εναέριό της χώρο; Και αυτό μας το αφαίρεσαν – η αρμοδιότητα μεταβιβάστηκε στη συμμαχία! Πού καταλήγουμε κατόπιν όλων αυτών, λοιπόν; Εμείς ξέρουμε ότι είμαστε σημαντικοί για την Αμερική. Ευχαριστούμε πολύ τον κύριο Ζεμενίδη για την υπενθύμιση. Η Αμερική το ξέρει, όμως; Και, κυρίως, το δείχνει; Πώς το δείχνει; Δυστυχώς, δίπλα στο προβοκατόρικο ερώτημα «πόσο σημαντική είναι η Αμερική για την Ελλάδα;», οφείλουμε να προσθέσουμε ακόμη ένα πολύ νέο: «Πόσο μπορούμε να εμπιστευόμαστε την Αμερική;»
Αν κρίνουμε από το γεγονός ότι μια υπερδύναμη υπαναχωρεί από δεσμεύσεις της με non paper και όχι με γραπτό επίσημο κείμενο, έχουμε μια πρώτη εικόνα. Υπάρχει, όμως, διπλός τρόπος για να μας διαψεύσει.
Το 2020, ο πρέσβης Πάιατ είχε αφήσει ανοιχτό σε δηλώσεις του το ενδεχόμενο να συμμετάσχει στην πρωτοβουλία EastMed Gaz Forum και η Τουρκία. Είχε δηλώσει συγκεκριμένα το εξής: «We don’t wish to exclude anybody. We hope that energy will become a driver of cooperation, and that already is happening, and it’s not just between Greece, Israel, and Cyprus, but the way in which you see cooperation now bringing in Egypt, bringing in Lebanon, bringing in Jordan. All of this helps to raise economic opportunities, and we very much hope that this dialogue, including the East Med Gas Forum, where the United States has sought observer status, will keep the door open as well to Turkey».
Ελπίζουμε τέλος ότι, αν η Ελλάδα προχωρήσει σε έρευνες ή σε επέκταση των χωρικών της υδάτων μελλοντικώς νοτίως της Κρήτης, σε περιοχή που δεν αμφισβητείται ούτε από το παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο, η Αμερική θα σταθεί επιτέλους πραγματικά δίπλα μας. Τότε θα αρθούν αυτοδικαίως όλες οι επιφυλάξεις που δημιούργησε με τη συμπεριφορά της απέναντί μας. Και θα μας αποδείξει σε μια στιγμή οριακή ότι η Αμερική είναι σημαντική για εμάς.