Γράφει η Ζέζα Ζήκου
«Kαθώς ο λαός, από δικό του λάθος, έχασε την εμπιστοσύνη των ηγετών του, δεν μένει παρά να τον διαλύσουν και να εκλέξουν έναν άλλον». H ειρωνική αυτή συμβουλή που είχε δώσει ο Mπέρτολτ Mπρεχτ στους ηγέτες της Aνατολικής Γερμανίας μετά την εξέγερση του Bερολίνου, το 1953, ταιριάζει απόλυτα στις αντιδράσεις των Ρεπουμπλικανών για την εισβολή των οπαδών του Τραμπ στο ιστορικό κτίριο του Καπιτωλίου στις 6 Ιανουαρίου του 2021. Μια εισβολή που λέγεται ότι βασίστηκε στο σενάριο “Aρμαγεδδών” -από την Aποκάλυψη του Iωάννη- που χρησιμοποίησε η αμερικανική άκρα Δεξιά και οι πέννες της χρησιμοποιώντας ένα αστήρικτο, χυδαίο, απίστευτο και γελοίο ψέμα: ότι οι εκλογές της 3ης Νοεμβρίου του 2020 είναι “κλεμμένες” από τον Τζο Μπάιντεν.
Δεκάδες Ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές και βουλευτές εκμεταλλεύτηκαν αυτό το ψέμα κραδαίνοντας ανύπαρκτα ή κίβδηλα “στοιχεία”. Ψέματα στο Twitter, ψέματα στο Fox News, στο OAN, στο Newsmax, στο Facebook, στο Parler. Ακόμη και μετά τα αιματηρά επεισόδια της εισβολής, 132 Ρεπουμπλικανοί του Κογκρέσου αρνήθηκαν να επικυρώσουν το αποτέλεσμα των εκλογών. Και για να το πω σταράτα: αυτός ο βιασμός της βούλησης του αμερικανικού λαού έχει σημασία για όλους μας.
Στην στορική παραπομπή του Τραμπ, η αμερικανική Γερουσία δεν τόλμησε να τον καταδικάσει ως υποκινητή των αιματηρών επεισοδίων της 6ης Ιανουαρίου. Ο Τραμπ γλύτωσε από την καθαίρεση για «υποκίνηση σε εξέγερση» αφού 43 γερουσιαστές ακολούθησαν την σκληρή κομματική γραμμή και πλέον ετοιμάζεται να επανέλθει μετά βαίων και κλάδων. Στην περίπτωση της καθαίρεσης του ο Τραμπ θα είχε στερηθεί το δικαίωμα του εκλέγεσθαι στο μέλλον. Και μπορεί τα στιγμιότυπα που αναπαράγονται αυτές τις ημέρες κατά κόρον να έχουν πρωταγωνιστή τον ψευτοσαμάνο με τα κέρατα ή τον MAGA που βούτηξε σαν λάφυρο το αναλόγιο, όμως η εισβολή στο Καπιτώλιο δεν είχε τίποτε το γραφικό. Αν μείνουμε στη γραφικότητα, κάποια στιγμή θα το χάσουμε πλήρως το παιχνίδι. Ο τραμπισμός, σαν συνώνυμο του ρατσιστικού σωβινισμού, θ’ αντέχει και δίχως Τραμπ.
Και εμείς, που είμαστε και λίγο μπλαζέ απέναντι σε τέτοια φαινόμενα, που θα έπρεπε να μας τρομάζουν, τα αγνοούμε. Επικράτηση των άκρων; Ασύλληπτη δυσπιστία απέναντι στην ελίτ και στα «συστημικά μέσα ενημέρωσης»; Αλογη κατανάλωση θεωριών συνωμοσίας και απλοϊκών ερμηνειών; Θεοποίηση του Διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης; Διχασμός και πόλωση πέραν κάθε ορίου; Η αμερικανική ελίτ, πολιτική, μιντιακή, ακαδημαϊκή, σε παρακμή. Αδυνατεί να κατανοήσει τη μορφή ριζοσπαστικής δυσαρέσκειας, που αναζητά το πιο λοξό ή και συχνά αντιδραστικό κανάλι για να παροχετευτεί και να επιστρέψει σιωπηλή στον θρυμματισμένο κόσμο της. Υπάρχει, αυτή η υποτίμηση του μικρομεσαίου -ακόμη και η επιδεικτική προσπάθεια να μην τον βλέπουν- που μοιραία έχει διαμορφώσει το τοπίο.
Το βιβλίο του Λι Χάρις «Ο επόμενος αμερικανικός εμφύλιος: Η λαϊκιστική εξέγερση εναντίον των φιλελεύθερων ελίτ», την άνοιξη του 2010, ήταν προφητικό. Στέλεχος του συντηρητικού ινστιτούτου American Enterprise, ο συγγραφέας καθορίζει τη βασική διαχωριστική γραμμή της πολιτικής ζωής στις μέρες μας. Μια διαχωριστική γραμμή όχι ανάμεσα στην Δεξιά και την Αριστερά, όπως συνέβαινε κατά τον προηγούμενο αιώνα, αλλά ανάμεσα στις (νεο)φιλελεύθερες ελίτ που κυβερνούν και σε κινήματα διαμαρτυρίας μιας λαϊκιστικής, ριζοσπαστικής Δεξιάς. Ενα κίνημα λαϊκής βάσης, που εκφράζει ανησυχίες του «απλού ανθρώπου» απέναντι στις «ελίτ της εξουσίας». Αυτή η ιδιόμορφη «ανταρσία από τη λαϊκή Δεξιά» έχει αποκτήσει μαζικές διαστάσεις.
«Η λαϊκιστική εξέγερση», γράφει ο Χάρις, «έχει τις ρίζες της στη βαθιά εδραιωμένη πεποίθηση πως η Αμερική χάνει με γρήγορους ρυθμούς τη μοναδικότητά της ως η χώρα των ελεύθερων ανθρώπων». Το χειρότερο είναι ότι οι κυρίαρχες ελίτ εμφανίζουν αυτή την κατάσταση πραγμάτων ως τη μόνη δυνατή, ταυτίζοντας κάθε αμφισβήτηση της πολιτικής τους με «εξτρεμισμό των δύο άκρων». Ο Ιταλός κοινωνιολόγος Μάρκο ντ’ Εραμο χαρακτηρίζει την Κεντροδεξιά και την Κεντροαριστερά ως τις δύο πτέρυγες του νέου «ολιγαρχικού Κέντρου» που αντιμετωπίζει τα λαϊκά στρώματα ως μόνιμη, δυνητική απειλή! Δεν είναι περίεργο, λοιπόν, που βρίσκουν γόνιμο έδαφος τα διάφορα ρεύματα του αντιδραστικού λαϊκισμού, προσφέροντας ανορθολογικές απαντήσεις στο πραγματικό, κεφαλαιώδες πρόβλημα των σύγχρονων Δημοκρατιών: τη συγκέντρωση του πλούτου και της ισχύος σε πολύ λίγα χέρια.
Υπάρχει, επίσης, ένα εξαιρετικό βιβλίο του Φίλιπ Ροθ με τίτλο «Η Συνωμοσία Εναντίον της Αμερικής» (εκδ. Πόλις). Σε αυτό περιγράφεται πώς στις εκλογές του 1940 οι Ρεπουμπλικανοί βρίσκονται σε αδιέξοδο απέναντι στον επιτυχημένο Φραγκλίνο Ρούσβελτ του «νιου ντιλ» και επιλέγουν τελικά για προεδρικό υποψήφιο τον «αντισυστημικό» και εκτός κόμματος Τσαρλς Λίντμπεργκ, έναν γνήσιο αμερικανό ήρωα, τον πρώτο που πέταξε με αεροπλάνο πάνω από τον Ατλαντικό. Που ως γνωστόν ήταν και φιλοναζιστής. Τελικά, στο βιβλίο του Ροθ, η Αμερική λίγο αβασάνιστα, λίγο κουρασμένη από το «παλιό» παρασύρεται και ψηφίζει τον φανταχτερό Λίντμπεργκ αντί του Ρούσβελτ. Πώς θα ήταν ο κόσμος μας και ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος με τις ΗΠΑ στο πλευρό του Χίτλερ; ΚΟΛΑΣΗ