Η συγκυριακή αντιμετώπιση της τουρκικής προκλητικότητας, από πλευράς της χώρας μας, αποτελεί διαχρονικό χαρακτηριστικό της εξωτερικής μας πολιτικής, με αποτέλεσμα είτε να συρόμαστε συνήθως πίσω και υπό το βάρος των όποιων εξελίξεων είτε να βρισκόμαστε ενώπιον τετελεσμένων που είναι εξαιρετικά δύσκολο να αντιμετωπιστούν».
- Από τον Γιάννη Χ. Κουριαννίδη*
Αυτά γράφαμε στη «δημοκρατία» της 21/4/2021 και δυστυχώς οι πρόσφατες εξελίξεις περί την κατασκευή του αγωγού μεταφοράς φυσικού αερίου από τα κοιτάσματα της ανατολικής Μεσογείου στην Ευρώπη, του γνωστού EastMed, μας δικαιώνουν με δραματικό τρόπο.
«Ξαφνικά» έγινε αντιληπτό ότι το όλο έργο είναι… ασύμφορο στην κατασκευή του μέσω Κύπρου και Κρήτης, και είναι περισσότερο συμφέρον οικονομικά αν από την Κύπρο ο αγωγός διέλθει μέσω Τουρκίας! Αυτό μάλιστα ανακοινώθηκε πρώτα από το αμερικανικό ΥΠΕΞ, τη στιγμή που όλο το έργο χρηματοδοτείται από κυβερνήσεις ευρωπαϊκών χωρών και όχι από τις ΗΠΑ!
Και είναι ακόμη πιο εξοργιστικό το γεγονός ότι η ελληνική κυβέρνηση έσπευσε να αποδεχτεί αμέσως την εξέλιξη αυτή ψελλίζοντας κάποια λόγια περί παγκόσμιας μεταστροφής σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, προσπαθώντας να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, αλλά και αυτή καθαυτή τη σπουδαιότητα και τη σημασία του έργου.
Δικαιώνεται δυστυχώς ο Βασίλειος Μαρκεζίνης, που έγραψε ότι η Ελλάδα όχι μόνο είναι μικρή παίκτρια στη διεθνή πολιτική σκακιέρα, αλλά «είναι πεπεισμένη ότι θα μείνει για πάντα μικρή παίκτρια» (στο βιβλίο του «Μια νέα εξωτερική πολιτική για την Ελλάδα»).
Αυτή η εγγενής ηττοπάθεια του ελλαδίτικου πολιτικού κόσμου είναι που απαξιώνει τη διεθνή μας παρουσία και αξιοπιστία, σε βαθμό που οι ισχυροί της Γης να μας θεωρούν «δεδομένους» έναντι των επιλογών και των πολιτικών τους.
Δεν θα πρέπει να θεωρηθεί «τυχαίο» ότι η εξέλιξη αυτή δείχνει να λύνει ένα σημαντικό πρόβλημα που είχαν οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, που αφορούσε την αντιμετώπιση των συνεπειών του τουρκολιβυκού συμφώνου, αφού θα ήταν αναγκασμένες να αντιμετωπίσουν επί του πεδίου τα εμπόδια που αυτό θα δημιουργούσε στην κατασκευή του αγωγού.
Τώρα πια το πρόβλημα αυτό εξέλιπε για την Ευρώπη, παρέμεινε όμως για τη χώρα μας, τη στιγμή που η Τουρκία φυσικά και δεν πρόκειται να σταματήσει να υπερασπίζεται το σύμφωνο με τις φρεγάτες της!
Θα πρέπει να αναμένονται επίσης σημαντικές πιέσεις στην Κυπριακή Δημοκρατία να αποδεχθεί την εξέλιξη αυτή, πιθανότατα μάλιστα με το δέλεαρ της επίλυσης τού Κυπριακού σε μία κατεύθυνση που θα ικανοποιεί ως έναν βαθμό τις θέσεις των Ελληνοκυπρίων επί αυτού.
Η Τουρκία, εξάλλου, έχει αποδειχθεί διαχρονικά ικανός παίκτης και στα ανατολίτικα παζάρια και αναμένεται να τα αξιοποιήσει με τις μικρότερες δυνατές υποχωρήσεις εκ μέρους της.
Είναι όμως αξιοσημείωτη και η στάση του Ισραήλ, που την ίδια στιγμή που υπέγραφε συμφωνίες με τη χώρα μας και την Αίγυπτο παράλληλα εργαζόταν υπογείως στην προοπτική της εκτροπής του αγωγού διά της Τουρκίας, αφού σίγουρα η ακύρωση της κατασκευής του μέσω Κρήτης ήταν κάτι που δεν αποφασίστηκε ξαφνικά.
Ας μην ξεχνάμε ότι η Τουρκία ήταν η πρώτη μουσουλμανική χώρα που αναγνώρισε το κράτος του Ισραήλ το 1949. Από τότε οι δύο χώρες έχτισαν μία αμοιβαία σχέση συνεργασίας επί αμυντικών, κατασκοπευτικών και οικονομικών θεμάτων. Όσοι πίστευαν ότι αυτή η μακροχρόνια συνεργασία θα μπορούσε να διακυβευτεί από μία ψυχρότητα στις σχέσεις τους τα τελευταία χρόνια είναι μακρά γελασμένοι.
Τα τελευταία χρόνια, με τις ευκαιριακές επιλογές των κυβερνήσεών μας, οι ΗΠΑ και το Ισραήλ αποκόμισαν σημαντικότατα οφέλη από τη χώρα μας (λιμάνι Αλεξανδρούπολης, ΕΛΒΟ κ.λπ.).
Αντίθετα, στην Ελλάδα παρέμειναν το casus belli, οι παραβιάσεις, οι γκρίζες ζώνες και προστέθηκε και το τουρκολιβυκό σύμφωνο, ενώ και η επίλυση του Κυπριακού παραμένει έρμαιο των διαθέσεων της Αγκυρας.
Αντί λοιπόν σήμερα να αναζητούνται γελοίες δικαιολογίες, ουσιαστικά για την κατάρρευση μίας ευκαιριακής πολιτικής που χτίστηκε το τελευταίο διάστημα πάνω στον ενεργειακό ρόλο που κάποιοι ονειρεύονταν για τη χώρα μας, καλύτερα θα ήταν να οριοθετηθεί το πλαίσιο μίας γεωπολιτικής στρατηγικής που θα πρέπει να ακολουθήσει η πατρίδα μας με συνέπεια τα επόμενα χρόνια.
*Δημοτικός σύμβουλος Θεσσαλονίκης «Θεσσαλονίκη Πόλη Ελληνική», info@thess-el-poli.gr