Είναι, άραγε, δυνατόν να συνδέει κάτι την απόφαση Ζελένσκι να κηρύξει ανεπιθύμητο στο Κίεβο τον πρόεδρο της Γερμανίας Φρανκ Σταϊνμάιερ με την απόφαση του Ουκρανού προέδρου να προκαλέσει αναταραχή στο ελληνικό Κοινοβούλιο με το Τάγμα Αζόφ και στο κυπριακό Κοινοβούλιο με το προκλητικό κλείσιμο του δέκτη του μόλις άκουσε τη λέξη «Αττίλας»; Αν όλες του οι συμπεριφορές κατά Γερμανίας, Ελλάδας, Κύπρου αποτελούν αντίποινα για το γεγονός ότι οι χώρες αυτές αρνήθηκαν να του στείλουν τα νέα όπλα που ζητούσε για τη μάχη του Ντονμπάς, τότε, ναι, υπάρχει σύνδεση!
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Ο αρχηγός του γερμανικού κράτους Φρανκ Σταϊνμάιερ, ο πρόεδρος του ελληνικού Κοινοβουλίου Κώστας Τασούλας και η πρόεδρος του κυπριακού Κοινοβουλίου Αννίτα Δημητρίου έχουν ένα κοινό, λοιπόν: Εγιναν δέκτες προσβολής από τον Ουκρανό ηγέτη, επειδή -πράγματι, έτσι είναι- οι χώρες τους δεν του έστειλαν τα όπλα που απαιτούσε με τις πλάτες άλλων. Το δε ερώτημα που πλανάται στην ατμόσφαιρα, μάλιστα, είναι αν η «τιμωρία» που επέβαλε ο Ουκρανός στον αρχηγό του γερμανικού κράτους ήταν προϊόν δικής του εμπνεύσεως ή όπισθεν αυτού κρύβονται αόρατοι υποβολείς, που θύμωσαν με τη γερμανική, την ελληνική και την κυπριακή απείθεια.
Η οποία εκδηλώθηκε τη στιγμή που, όπως έγινε χθες γνωστό, οι ΗΠΑ, η Βρετανία, η Τσεχία και η Νορβηγία έστειλαν βαρύ οπλισμό στους Ουκρανούς. Οι ΗΠΑ υλικό αξίας 750.000.000, το Ηνωμένο Βασίλειο αντιαεροπορικά και αντιαρματικά, η Τσεχία τανκς και η Νορβηγία αντιαρματικούς πυραύλους.
Κορυφαίος κυβερνητικός παράγων, ο οποίος έχει καλή εικόνα για τους στόχους και τις επιδιώξεις της εξωτερικής πολιτικής της Δύσης στην Ουκρανία, μας αποκάλυψε προσφάτως ότι ισχυρά κέντρα αποφάσεων εκείθεν του Ατλαντικού έχουν επιδοθεί εσχάτως σε αγώνα δρόμου προκειμένου να εξασφαλίσουν οπλισμό στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις για τρεις λόγους: πρώτον, διότι, δεδομένης της οριστικής ματαίωσης της ένταξης της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, η χώρα αυτή πρέπει να καταστεί «σιδηρόφρακτος». Πρόκειται για λέξη που χρησιμοποιούν σταθερά όλοι οι κορυφαίοι αξιωματούχοι της Δύσεως σε όλες τους τις επαφές με συμμάχους: «Σιδηρόφρακτος»! Δεύτερον, διότι η Δύση νιώθει εκτεθειμένη, γιατί αφήνει την κατάσταση στην Ουκρανία να εξελίσσεται χωρίς να παρεμβαίνει η ίδια με δυνάμεις της.
Η κατηγορία ότι είναι απλός παρατηρητής προφανώς και δεν αρέσει στα κέντρα λήψης αποφάσεων στην Ουάσινγκτον, τα οποία έχουν επιδοθεί σε αγώνα εξασφάλισης όπλων για την Ουκρανία, ασκώντας ισχυρές πιέσεις σε φίλες και σύμμαχες χώρες. Τρίτον, διότι, σύμφωνα με νεότερη εκδοχή που κυκλοφορεί σε διπλωματικά γραφεία, η Δύση επιθυμεί τελικώς να εγκλωβίσει τον Πούτιν στην Ουκρανία σε βάθος χρόνου, προκειμένου να ζήσει το δικό του Αφγανιστάν και να οδηγηθεί μοιραία σε πτώση από την εξουσία.
Η υλοποίηση αυτού του σχεδίου προϋποθέτει τη συνέχιση του πολέμου, όχι το τέλος του, και βεβαίως την ενίσχυση των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων με βαρύ οπλισμό. Ας μην αναμένουμε ότι η Δύση θα βοηθήσει τις διαπραγματεύσεις και ότι θα εγγυηθεί την ειρήνη στην Ευρασία. Άλλοι είναι οι σκοποί της. Κάπου εδώ, όμως, αρχίζουν τα ωραία για την ενότητα της Δύσης.
Η γερμανική πολιτική ηγεσία αποκρούει σθεναρώς μέχρι ώρας τις πιέσεις που δέχεται με σκοπό να στείλει βαρύ οπλισμό στον πρόεδρο Ζελένσκι και να συμφωνήσει σε εμπάργκο στη διακίνηση ρωσικού πετρελαίου στην Ευρώπη. Γνωρίζει πως, αν το κάνει, τότε το κόστος μιας τέτοιας απόφασης θα είναι βαρύ. Και γιατί θα εκτιναχθεί εκ νέου η τιμή του μαύρου χρυσού στις διεθνείς αγορές, με ό,τι αυτό σημαίνει για τη βιομηχανία της, και γιατί φοβάται αντίποινα για το φυσικό αέριο από τον Πούτιν – πληρωμή σε ρούβλια ή και πλήρη διακοπή της ροής του.
Η γερμανική εξωτερική πολιτική σε αυτή τη φάση, λοιπόν, αποκτά στοιχεία ουδετερότητας. Η απαγόρευση της επίσκεψης Σταϊνμάιερ στο Κίεβο δεν οφείλεται λοιπόν στο γεγονός ότι ο αρχηγός του γερμανικού κράτους υποστήριζε στο παρελθόν την κατασκευή του Nord Stream – αυτά είναι προφάσεις εν αμαρτίαις.
Η αιτία είναι τα όπλα. Στην πραγματικότητα, η απόφαση Ζελένσκι να τον κηρύξει ανεπιθύμητο πρόσωπο υποκρύπτει δυσφορία κέντρων της Ουάσινγκτον για την απόρριψη του αιτήματός τους να σταλεί εκ νέου δυτικός εξοπλισμός στην Ουκρανία προς ενίσχυση της άμυνάς της. Το αυτό πρέπει να συνέβη με την απόφαση Ζελένσκι να εμφανίσει το ναζιστικό Τάγμα Αζόφ ενώπιον του εμβρόντητου ελληνικού Κοινοβουλίου. Οι Ουκρανοί ζήτησαν ρωσικά όπλα από το ελληνικό υπουργείο Αμυνας, κυρίως πυραυλικά συστήματα, τα οποία χρησιμοποιούνται όμως για την άμυνα των νησιών μας στο Αιγαίο. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη αυτή τη φορά, προς τιμήν της, είπε «όχι».
Πρώτον, διότι, όπως διαπίστωσε, η πρώτη εσπευσμένη απόφασή της να στείλει όπλα στην Ουκρανία τής προκάλεσε βαρύ πολιτικό κόστος, το οποίο καταγράφεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις: Το 80% των Ελλήνων διαφωνεί με την επιλογή της αυτή. Δεύτερον, διότι τα όπλα αυτά είναι εγκατεστημένα στα νησιά του Αιγαίου και το ελληνικό αίτημα προς τη Δύση να αντικατασταθούν από άλλα, που θα μας δωρίσουν οι σύμμαχοι σε περίπτωση που τα παραχωρήσουμε, δεν έγινε αποδεκτό.
Τρίτον, διότι η κυβέρνηση, αποδεχόμενη το αίτημα για μερικό αφοπλισμό των νησιών, θα βρισκόταν κατηγορούμενη ότι αποστρατιωτικοποιεί τα νησιά του Αιγαίου με άλλοθι την Ουκρανία. Προς τούτο χθες ο υπουργός Αμυνας Νίκος Παναγιωτόπουλος ξεκαθάρισε, σε κλειστή συνεδρίαση της Επιτροπής Εξωτερικών και Αμυνας της Βουλής, ότι «δεν θα στείλουμε άλλα όπλα στην Ουκρανία γιατί θα αποδυναμώσουμε την άμυνα της χώρας».
Έτσι, φτάσαμε σε ένα χαμηλόφωνο «όχι»! Το «όχι» αυτό, όμως, είχε κόστος: το «φυτευτό» στην ομιλία Ζελένσκι Τάγμα Αζόφ και οι αποκαλύψεις διπλωματών σε συνέδρια, που στόχο είχαν να εκθέσουν την ελληνική εξωτερική πολιτική.
Δεν είναι, μάλιστα, τυχαίο ότι ο πρόεδρος του Κοινοβουλίου μας, μετά τη βόμβα του Αζόφ που «έσκασε» εντός της Ολομέλειας, δεσμεύτηκε, ως μη όφειλε, εκ μέρους της Βουλής στον Ουκρανό ηγέτη ότι η βοήθεια που στέλνει η Ελλάς «θα ενταθεί». Απόπειρα μετριασμού της δυσαρέσκειάς του (και άλλων) πρέπει να ήταν αυτή. Στην ίδια κατηγορία ανήκει και η Κύπρος μας, που επίσης αρνήθηκε να στείλει ρωσικά όπλα στην Ουκρανία. Ζήτησε την αντικατάστασή τους από άλλα δυτικά, αίτημα το οποίο απερρίφθη.
Ετσι, έκπληκτο το κυπριακό Κοινοβούλιο και ο πρόεδρος Νίκος Αναστασίαδης άκουσαν τον οργισμένο Ουκρανό πρόεδρο να τους κάνει… αυστηρές συστάσεις για τα χρυσά διαβατήρια (η χώρα του έχει πόλεμο και αυτός ασχολείτο με τις βίζες των Κινέζων – ποιος, άραγε, τον παρακίνησε να το θίξει;) και να μη λέει λέξη για την τουρκική εισβολή του 1974. Το θράσος του έφτασε στο σημείο να κλείσει τον δέκτη την ώρα που έθιγε το ζήτημα η πρόεδρος της κυπριακής Βουλής Αννίτα Δημητρίου.
Μην ψάχνουμε, λοιπόν, τα «γιατί» και τα «διότι». Είναι περίπου σαφές τι συμβαίνει. Ελπίζω να καταφέραμε να σας εξηγήσουμε κάπως μερικά από τα ανεξήγητα του πολέμου αυτού, καθώς τα γεγονότα άνευ αναλύσεως και παρασκηνίου δεν βγάζουν πάντοτε νόημα. Ας μας επιτραπεί μια εκτροπή για το τέλος, αλλά δεν γίνεται αλλιώς: Στην κρίση της Ουκρανίας, όταν μας ζητείται να στείλουμε δωρεάν όπλα για χάρη τρίτων, φαίνεται ότι ισχύει ελαφρώς παραλλαγμένη η γνωστή ελληνική παροιμία, ότι «Άλλος αγαπάει, άλλος πληρώνει»! Ακόμη και για αυτό, όμως, υπάρχουν όρια.