Το καλοκαίρι του 2019 αλλοδαποί έκλεψαν το πορτοφόλι γόνου σημαντικού πολιτικού της πατρίδας μας ενώ αυτός διασκέδαζε σε γνωστό μπαρ της Μυκόνου.
- Από τον Μανώλη Κοττάκη
Στενός συνεργάτης του πολιτικού, ο οποίος γνώριζε άριστα πώς και από ποιους διοικείται το διάσημο νησί των Κυκλάδων, απέφυγε να ενημερώσει την Αστυνομία για να αποφύγει το σκάνδαλο και μέσω άλλων καναλιών επικοινωνίας έστειλε τελεσίγραφο προς τους επικεφαλής των τριών ξένων μαφιών που λυμαίνονταν το νησί να έχει επιστραφεί το πορτοφόλι μέχρι το βράδυ της επόμενης ημέρας. Αλλιώς θα υπήρχαν συνέπειες. Η μέθοδος αυτή είχε αποτέλεσμα. Ακούγοντας τα μέλη της μαφίας από ποιον είχαν κλέψει το πορτοφόλι και τις πιστωτικές κάρτες, έσπευσαν μέσω γνωστών καναλιών να το επιστρέψουν και να ζητήσουν και συγγνώμη.
Δεν γνωρίζω το όνομα του πολιτικού, αν και πίεσα για να το μάθω. Ωστόσο, η πηγή που μου διηγήθηκε την ιστορία με την ασφάλεια της απόστασης του χρόνου, μολονότι μου αρνήθηκε την περαιτέρω πληροφόρηση, είναι απολύτως αξιόπιστη. Θυμήθηκα αυτή τη διδακτική ιστορία που δείχνει σε ποιων τα χέρια είναι η πραγματική οικονομία της πατρίδας μας, όταν διάβασα στο διαδίκτυο τις λεπτομέρειες της δολοφονίας του ηλικίας 42 ετών Ελληνα στη Ραφήνα.
Συμμετείχαν σε αυτήν, σύμφωνα με τις ανακοινώσεις της Αστυνομίας, και νεαροί αλλοδαποί αλβανικής καταγωγής. Το ερώτημα που προκύπτει λοιπόν είναι γιατί εσχάτως συγκεκριμένες ομάδες συγκεκριμένης εθνικότητας, είτε ζουν στη Θεσσαλονίκη (συμμετοχή στη δολοφονία του Αλκη Καμπανού) είτε ζουν στον Γέρακα (δολοφονία ιδιοκτήτη πρατηρίου βενζίνης) ή ζουν στην Αθήνα (δολοφονία 42χρονου Ελληνα), χτυπούν, πυροβολούν και δολοφονούν άφοβα είτε είναι βράδυ είτε είναι μέρα, σαν να δρουν στο φως της ημέρας. Δεν φοβούνται κανέναν;
Η απάντηση συνοψίζεται σε μία λέξη: «αυτοπεποίθηση». Υστερα από 30 χρόνια παραμονής στην Ελλάδα, συγκεκριμένες εθνικότητες αλλοδαπών μεταναστών ελέγχουν πλέον ζωτικούς τομείς της πραγματικής οικονομίας, καθώς οι Ελληνες έχουν υποχωρήσει από αυτούς, γίνονται αφεντικά, αποκτούν αυτοπεποίθηση και, με όπλο την ισχύ του χρήματος και των σιδερικών, αγνοούν τον νόμο. Επιλύουν τις διαφορές τους χωρίς τον νόμο. Τριάντα χρόνια ενσωμάτωσης δεν έφτασαν, δυστυχώς, για να εξαφανίσουν την κουλτούρα που έφεραν μαζί τους από τις πατρίδες τους.
Η αυτοπεποίθηση αυτή έχει αυξηθεί μόνο από το γεγονός ότι σε συγκεκριμένες περιοχές της Ελλάδας, ιδιαίτερα στην Αττική και στα νησιά του Αιγαίου (Κυκλάδες και βόρειο Αιγαίο, όπου η κυβέρνηση διατηρεί ανευθύνως ανοιχτές τις δομές υποδοχής παράνομων μεταναστών), οι εθνικότητες αυτές των αλλοδαπών είναι πλέον η τοπική πλειονότητα. Μπορεί κανείς άριστα να το διαπιστώσει διαβάζοντας τις συνθέσεις των τάξεων των τοπικών σχολικών μονάδων. Οι μισοί και πλέον μαθητές σε συγκεκριμένα νησιά είναι αλλοδαποί.
Αν λοιπόν έχουμε αρχίσει να ζούμε ξανά το φαινόμενο μιας εγκληματικότητας ξεχασμένης, υπό την έννοια ότι ανάλογα φαινόμενα με πρωταγωνιστές δράστες αυτών των εθνικοτήτων ζήσαμε όταν μετανάστευσαν κατά χιλιάδες στην πατρίδα μας στις αρχές της δεκαετίας του 1990, αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι οι εθνικότητες αυτές σηκώνουν κεφάλι, γιατί δυστυχώς συγκεκριμένες μειονότητες που δρουν εντός αυτών των εθνικοτήτων (οι πλειονότητες είναι νομοταγείς) δεν κρύβουν πλέον το άσβεστο μίσος τους για την Ελλάδα και τους Ελληνες. Η περίφημη «ενσωμάτωση» πέτυχε, αλλά όχι 100%. Τουλάχιστον το 30% των μελών αυτών των εθνικοτήτων κράτησε καλά κρυμμένο μέσα του το πάθος κατά της πατρίδας μας για δεκαετίες και τώρα το εκδηλώνει κατά τρόπο απροσχημάτιστα παραβατικό. Βεβαίως, όλες αυτές οι συμπεριφορές δεν εκδηλώνονται στο κενό.
Εκτός από τις μαφίες με αρχηγούς από τις χώρες της πρώην ανατολικής Ευρώπης, στην πατρίδα μας αναπτύσσονται συστηματικά και οι μαφίες ημετέρας κοπής – ελληνικές μαφίες, οι οποίες ελέγχουν με τη σειρά τους άλλους τομείς της πραγματικής οικονομίας.
Το έγκλημα έχει κάνει τη «Γιάλτα» του με την ανοχή της Πολιτείας. Στην πραγματικότητα, η Ελλάδα στα χρόνια των Μνημονίων, αντί να γίνει κράτος κανονικό, όπως φιλοδοξούσαν οι δανειστές (οι εκπρόσωποι των οποίων διεφθάρησαν και αυτοί κατά την εδώ παραμονή τους, εκτελώντας συμβόλαια), διολίσθησε και μετετράπη σε ένα μόρφωμα το οποίο διοικείται στη βάση της πραγματικής οικονομίας από ζώνες επιρροής – γεωγραφικής επιρροής και κλαδικής επιρροής.
Την ίδια ώρα, η βάση της άλλοτε σφριγηλής ελληνικής κοινωνίας, η οικογένεια, διαλύεται μέσα στη βία, για να πάρει τη θέση της η οικογένεια «σκορποχώρι» που προωθούν τα γνωστά συστήματα. Πρόκειται για φαινόμενα που αποκαρδιώνουν τους νομοταγείς πολίτες, οι οποίοι, αντικρίζοντας γύρω τους τη χυδαιότητα μπράβων και λαμογιών με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά προσώπου (δεν μοιάζουν με Ελληνες και είναι ασχημότεροι από τους -κατά τα λοιπά συμπαθείς- χιμπατζήδες), είτε ρίχνουν αηδιασμένοι μαύρη πέτρα πίσω τους και μεταναστεύουν είτε, όπως συμβαίνει εσχάτως, αρνούνται μαζικά την εργασία. Ζουν με επιδόματα. Η μελέτη της κοινωνικής κινητικότητας στην πατρίδα μας αυτή την εποχή και η ακτινογραφία της πραγματικής οικονομίας θα ήταν άκρως διαφωτιστικές για όποιον θα ήθελε να καταλάβει προς τα πού οδεύει αυτό το κράτος και τι μέλλον έχει αυτή η πατρίδα.
Δυστυχώς, δεν υπάρχει κοινωνικό συμβόλαιο. Δεν υπάρχει αίσθηση συλλογικής μοίρας. Η χώρα είναι γεμάτη από καπετανάτα, από κουμανταδόρους και από απογοητευμένους πολίτες. Νέους, γέρους, μεσήλικες. Νέους οι οποίοι δεν έχουν στον ήλιο μοίρα και καταλαβαίνουν ότι εδώ μπορεί να έχουν προοπτική μόνο αν ενταχθούν στα δίκτυα της μαφίας. Γέρους οι οποίοι έχουν ζήσει όλες τις δραματικές φάσεις της πολυκύμαντης πολιτικής μας ιστορίας και διαπιστώνουν έντρομοι ότι για πρώτη φορά το κάστρο μπορεί να πέσει από μέσα. Ο εχθρός είναι στις τάξεις μας.
Μεσήλικες οι οποίοι προσπαθούν να προκόψουν και παρατηρούν γύρω τους ατιμώρητα τα φαινόμενα της ανομίας και της διαφθοράς. Βεβαίως, στον χάρτη της κοινωνικής κινητικότητας θα πρέπει κανείς να προσθέσει και αυτούς που έχουν, αλλά προτιμούν να παρατηρούν την εσωτερική γενοκτονία από μακριά. Τους πλουσίους. Υπάρχουν στιγμές που σε όλες αυτές τις ομάδες είναι διάχυτη η εντύπωση πως κράτος και έγκλημα είναι ένα και το αυτό. Πως μέλλον σ’ αυτή την πατρίδα έχουν τα γεροδεμένα σώματα των μπράβων με τα πολυτελή αυτοκίνητα, τις καλοπληρωμένες escorts και τον προκλητικό βίο. Στην πραγματικότητα, η Ελλάς μοιάζει με την προπολεμική Ουκρανία της διαφθοράς, ενώ καμώνεται πως είναι η Αμερική των Βαλκανίων!
Συζητώ καθημερινά με πάρα πολύ κόσμο. Με όλους εκείνους οι οποίοι δεν θέλουν να αλλάξει φυσιογνωμία η πατρίδα μας. Που θέλουν να σώσουν την ταυτότητά της, τα ήθη που την έφεραν ως εδώ και τις αξίες της, οι οποίες είναι ακατάλυτες. Αν και το περιβάλλον δείχνει ζοφερό, αισθάνομαι ότι χαραμάδες ελπίδας υπάρχουν. Γιατί υπάρχουν παντού στην ελληνική κοινωνία αθέατοι θύλακες ελπίδας, που γνωρίζουν τι βόμβα κρύβεται κάτω και από την τελευταία πέτρα της περιοχής τους, και ξέρουν τι να κάνουν την κρίσιμη ώρα για να την εξουδετερώσουν.
Οι αληθινοί Ελληνες έγιναν ξανά sleepers που σφυρίζουν δήθεν αδιάφορα. Δεν τους πιάνει το μάτι σου. Μοιάζουν μια χούφτα – τόσο λίγοι. Όμως, μια χούφτα ήταν κι αυτοί που επαναστάτησαν το 1821, γιατί βαρέθηκαν να περιμένουν τις αποφάσεις που θα ελάμβαναν οι υποτίθεται συνετοί και ρεαλιστές. Αυτή η χούφτα θα κινηθεί κάποια στιγμή σε τοπικό επίπεδο -δεν εννοώ πολιτικά, οι αλλαγές θα γίνουν στη μικρή κλίμακα- και θα είναι τέτοια η μορφή της κίνησης που θα τα σαρώσει όλα. Υπομονή.