Το πρόσφατο σκάνδαλο παρακολούθησης των τηλεφώνων ενός πολιτικού αρχηγού, βουλευτών, καθώς και στελεχών της εφημερίδας «δημοκρατία», εκτός της παραίτησης δύο συνεργατών του πρωθυπουργού, επιβεβαίωσε τις Κασσάνδρες, που αμέσως μετά τις τελευταίες εκλογές πρόβλεψαν όχι μόνο την πολιτική αποτυχία της Ν.Δ. λόγω της χαμηλής πολιτικής ποιότητας των στελεχών της, αλλά κυρίως τον κίνδυνο που η ύπαρξη αυτού του κόμματος θα επιφέρει στη δημοκρατία και στον Ελληνισμό.
- Από τον Αλκιβιάδη Κ. Κεφάλα*
Ο κίνδυνος προέρχεται από την ιδεολογική αντίληψη των κομματικών στελεχών σχετικά με τη λειτουργία του κράτους και της δημοκρατίας, καθώς και για τη χαμηλή αντίληψη της σημασίας του έθνους ως αντίπαλου δέους απέναντι στις εξωτερικές απειλές. Μέχρι σήμερα τα έργα και οι ημέρες της Ν.Δ. δικαιώνουν την άποψη ότι το κόμμα αυτό, όπως και όλα τα υπόλοιπα πολιτικά κόμματα, αφενός αποτελεί μία ενδιάμεση μεταπρατική γραφειοκρατική τάξη που σκοπό έχει να μεταφέρει την κρατική και ιδιωτική περιουσία στις ολιγάριθμες οικονομικές ελίτ. Με όπλο αυτή την αντίληψη, η κοινωνία χωρίστηκε σε δύο τάξεις με διαφορετικά οικονομικά συμφέροντα. Τον έναν πόλο αποτελεί η τάξη των πολιτικών – εξουσιαστών και των ελίτ, και τον άλλο τα υπόλοιπα μέλη της κοινωνίας.
Για τη Ν.Δ. η κρατική λειτουργία βασίζεται σε πρότυπα αλγορίθμων πολυεθνικών εταιριών και συνεπώς υλοποιείται από τεχνοκράτες χωρίς πολιτική ιδεολογία και εθνικό όραμα. Το κράτος, από στοιχείο κοινωνικής συνοχής και εργαλείο εξυπηρέτησης των συμφερόντων του έθνους, έχει μετατραπεί σε όργανο εξυπηρέτησης των οικονομικών συμφερόντων των πολυεθνικών εταιριών, που έχουν θέσει στρατηγικό στόχο τη ληστεία των πολιτών.
Σύμφωνα με την ιδεολογία της Ν.Δ. θα πρέπει να διαλυθεί η παλαιά κρατική γραφειοκρατία και να αποσυντεθούν οι κρατικές δομές, επειδή στο παρελθόν το κράτος είχε τον προσανατολισμό της εξυπηρέτησης των αναγκών του έθνους και των πολιτών. Η ρήξη του παλαιού συμβολαίου μεταξύ κράτους και έθνους υλοποιείται, μεταξύ άλλων, και με την αποδυνάμωση της εξωτερικής και της εσωτερικής ασφάλειας. Η εξωτερική ασφάλεια έχει υπονομευθεί πολιτικά μέσω του αφοπλισμού, της ακατανόητης εχθρότητας προς τη Ρωσία, καθώς και της εξυπηρέτησης των συμφερόντων κρατών που δεν διστάζουν να εκφράσουν ανοικτά την εχθρότητά τους προς τον Ελληνισμό.
Όσον αφορά την εσωτερική ασφάλεια, η νομοθεσία ευνοεί το ακαταδίωκτο των «ευπαθών» ομάδων και συνεπώς συνεισφέρει στη διάλυση και τη συνοχή του κοινωνικού ιστού, με συνέπεια την οικονομική καταστροφή. Επί παραδείγματι, επαναλαμβανόμενη κλοπή σωλήνων ύδρευσης και άλλων μετάλλων σε κτήμα Βορειοευρωπαίου στην Πελοπόννησο λόγω του ακαταδίωκτου των «ευπαθών» δραστών, κυρίως των ανηλίκων, ανάγκασε τον ιδιοκτήτη να τραπεί σε φυγή προς την Ισπανία.
Στο ίδιο μήκος κύματος, η πλειονότητα των αστυνομικών εκτελεί χρέη προσωπικών φρουρών πολιτικών, που, σε συνδυασμό με την κατάργηση και την υποστελέχωση των αστυνομικών τμημάτων, συντελεί στην εκθετική αύξηση της εγκληματικότητας. Οι πολιτικοί της Ν.Δ. δεν αντιμετωπίζουν τον εφιάλτη της εγκληματικότητας, επειδή αφενός φυλάσσονται επί εικοσιτετραώρου βάσεως με πολλαπλές αστυνομικές βάρδιες και αφετέρου η εγκληματικότητα ευνοεί τον πολιτικό τους σχεδιασμό, που άπτεται της διάλυσης της μεσαίας τάξης μέσω του κατακερματισμού της κοινωνίας.
Μεγάλη, όμως, αποτυχία της Ν.Δ., καθώς και του πολιτικού συστήματος γενικότερα, συνιστά η απουσία εκπόνησης ενός μακροχρόνιου μακροοικονομικού στρατηγικού σχεδίου ανάπτυξης.
Το αντίστοιχο μοντέλο ανάπτυξης των ευρωπαϊκών χωρών, συμπεριλαμβανομένης και της Τουρκίας, βασίζεται στην «κοινωνία της γνώσης», όπου ένα μεγάλο μέρος των εσόδων του κράτους κατευθύνεται στην τεχνολογική έρευνα και την τεχνολογική ανάπτυξη. Στην Ελλάδα, μετά τη Μεταπολίτευση, δομές μακροχρόνιας οικονομικής σκέψης και σχεδιασμού είναι ανύπαρκτες, όχι μόνο επειδή ένας μακροχρόνιος σχεδιασμός δεν θα αποφέρει πρόσκαιρα οικονομικά οφέλη, αλλά κυρίως επειδή τα πολιτικά στελέχη αδυνατούν να συλλάβουν και να υλοποιήσουν μακροχρόνιους σχεδιασμούς που θα εξυπηρετήσουν τα μελλοντικά συμφέροντα του Ελληνισμού.
Ένας μακροχρόνιος οικονομικός σχεδιασμός ουσιαστικά έρχεται σε αντίθεση με το πολιτικό όραμα της Ν.Δ., που είναι η μετατροπή της «κοινωνίας της εργασίας» σε «κοινωνία επιδόματος». Η Ν.Δ. οραματίζεται μία πολυεθνική κοινωνία επιδοματιών που θα εξυπηρετούν, μέσω ενοικιαζόμενης εργασίας, τις πολυεθνικές εταιρίες. Αυτός είναι και ο λόγος της ενθάρρυνσης της ελευθέρας εισόδου αλλοδαπών εποίκων στη χώρα και η εφαρμογή της επιδοματικής πολιτικής στους νεοεισελθόντες εποίκους.
Το πολιτικό σχέδιο της Ν.Δ. για το έθνος και την εργασία συνοψίζεται στο εξής απλό πολιτικό μανιφέστο: Είσαι πρόσφυγας ή μετανάστης και μπήκες στην Ελλάδα παράνομα; Καλώς, απαγορεύεται όμως να εξέλθεις από τη χώρα, θα μείνεις εδώ και θα λαμβάνεις και εσύ τα επιδόματα που προέρχονται από την εργασία των Ελλήνων. Συμπερασματικά, η κομματική λειτουργία της Ν.Δ. με τη σημερινή της ηγεσία θέτει σε κίνδυνο τη βιολογική και ιστορική ύπαρξη και τη συνέχεια του Ελληνισμού.
*Διδάκτωρ Φυσικής του πανεπιστημίου του Manchester, UK, δ/ντής Ερευνών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών