Tο σύγχρονο, υπαρξιακών διαστάσεων δράμα του αγγλικού έθνους δεν είναι ότι έχασε την αειθαλή και αγαπημένη του βασίλισσα, αλλά ότι αυτή η βασίλισσα στέφθηκε πριν από επτά δεκαετίες με πρωθυπουργό τον μεγάλο Ουίνστον Τσόρτσιλ και κατέληξε προ ημερών να δίνει εντολή κυβέρνησης στη… Λιζ Τρας, ένα πολιτικό σούργελο τρίτης εθνικής κατηγορίας.
- Γιώργος Χαρβαλιάς
Είναι το δράμα ενός έθνους και μιας ένδοξης αυτοκρατορίας, που μέχρι τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο αποτελούσε αποικιακή υπερδύναμη, αλλά σήμερα βρίσκεται περίκλειστη σε ένα νησί, φιλοξενώντας ως μόνιμους κατοίκους εκατομμύρια Ινδούς, Πακιστανούς και Αραβες, απογόνους εκείνων που κάποτε καταδυνάστευε, καθώς και μια απέραντη πολυφυλετική στρατιά εμιγκρέδων, που μπορεί να θρηνούν για την Ελισάβετ, αλλά δεν δίνουν δεκάρα για την απόλυτη παρακμή στην οποία έχει περιέλθει το Ηνωμένο Βασίλειο.
Μέσα σε αυτή τη λογική παγκοσμιοποιημένου εθνοφυλετικού αχταρμά, το μόνο που βρήκε να κάνει ως πρώτη κίνηση εντυπωσιασμού η ανεκδιήγητη Λιζ Τρας ήταν να διορίσει σε κρίσιμα υπουργεία έγχρωμους και παιδιά μεταναστών. Εφτασε δηλαδή να επιβάλει στο Συντηρητικό Κόμμα της Αγγλίας θεωρίες ανάποδου ρατσισμού, λες και το μελαμψό δέρμα αποτελεί εγγύηση διοικητικών ικανοτήτων.
Οι ίδιοι οι οπαδοί των Τόρις, βέβαια, που δέχονται με περίσσευμα υποκρισίας αυτές τις μοδάτες ανοησίες περί «αποκατάστασης των μεταναστών στην πολιτική ζωή της χώρας», δεν είχαν το θάρρος να ψηφίσουν τον Ινδό Ρίτσι Σούνακ, έναν εξαιρετικό τεχνοκράτη, που -αν μη τι άλλο- γνωρίζει οικονομικά. Αντ’ αυτού επέλεξαν ένα βούρλο, που αλλάζει γνώμη κάθε πέντε λεπτά και υποσχέθηκε ότι, μόλις αναλάβει την εξουσία, θα… ρίξει τον Πούτιν στο καναβάτσο. Είναι απερίγραπτα χαμηλό το πολιτικό διαμέτρημα της Λιζ Τρας και δικαίως γίνεται το λογοπαίγνιο με το επίθετό της, που παραπέμπει σε «σκουπίδι».
Η συγκεκριμένη πολιτικός θυμίζει ταλαίπωρη μικροαστή νοικοκυρά της αγγλικής επαρχίας εξαιρετικά χαμηλής αισθητικής που κέρδισε το λόττο. Ξεκίνησε στα νιάτα της ως κεντροαριστερή και εχθρός της μοναρχίας, στη συνέχεια πήρε ρόλο φανατικής πολέμιας της εξόδου της Βρετανίας από την Ευρώπη και κατόπιν έγινε ακόμη πιο φανατική οπαδός του Brexit, για να αναρριχηθεί στις τάξεις του Συντηρητικού Κόμματος με τη φράξια των νικητών.
Στην ουκρανική κρίση εντάχθηκε πρόθυμα στο στρατόπεδο του χουλιγκανικού ατλαντισμού, υιοθετώντας υστερικά αντιρωσική ρητορική, όπως άλλωστε και ο Μπόρις Τζόνσον, που την όρισε υπουργό Εξωτερικών. Η γυναίκα, όμως, από διπλωματία δεν ήξερε ούτε την προπαίδεια και, όταν βρέθηκε σε συνάντηση με τον Λαβρόφ, τον έβγαλε από τα ρούχα του με την παροιμιώδη άγνοιά της για βασικές γεωγραφικές συνιστώσες στο πεδίο της στρατιωτικής αντιπαράθεσης. Αναγκάστηκε να παρέμβει ο Βρετανός πρέσβης για να τη διορθώσει, αλλά την ίδια σχεδόν περίοδο η Λιζ Τρας φανέρωνε την απόλυτη σύγχυσή της στέλνοντας ευχαριστήρια μηνύματα στο twitter, αντί για τον Ελληνα ομόλογό της Νίκο Δένδια, στον δημοφιλή τραγουδιστή Νίκο Βέρτη!
Όλα αυτά δεν εμποδίζουν κάποια συστημικά ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης να αποθεώνουν μια εμφανώς ακατάλληλη πρωθυπουργό, παραλληλίζοντάς τη ακόμη και με τη Θάτσερ, μόνο και μόνο επειδή ζώστηκε όπλα και παλάσκες για να πολεμήσει τον Πούτιν…
Στον αντίποδα, βεβαίως, τα ίδια ακριβώς μέσα είναι που φιλοτεχνούν προφίλ «φασίστριας» και νοσταλγού του Μουσολίνι σε μια κατά πολύ σοβαρότερη Ιταλίδα πολιτικό, την Τζόρτζια Μελόνι, που επίσης πιθανότατα θα φτάσει στο πρωθυπουργικό αξίωμα.
Το έγκλημα της Μελόνι είναι ότι αμφισβητεί ευθέως διάφορα αξιώματα «πολιτικής ορθότητας» που εκπορεύονται από τις Βρυξέλλες. Από τη γερμανική πρωτοκαθεδρία στη λήψη αποφάσεων, τις τραγικές επιλογές στην ενεργειακή πολιτική και την ασυδοσία στη λαθρομετανάστευση μέχρι τον άκρατο δικαιωματισμό για τις περίεργες σεξουαλικές μειοψηφίες και την κατάργηση της έννοιας των δύο φύλων.
Προσεκτική στο θέμα της Ουκρανίας, έχει αφήσει τον ρόλο του σκεπτικιστή σχετικά με την ενεργό ανάμειξη της Ιταλίας στον γνωστό για τα φιλορωσικά του αισθήματα Ματέο Σαλβίνι, που αποτελεί τον βασικό της πολιτικό εταίρο στη διεκδίκηση της εξουσίας. Μαζί τους κατεβαίνει και ο παλαίμαχος της πολιτικής Σίλβιο Μπερλουσκόνι, συνθέτοντας έναν συνασπισμό που κάποιοι σπεύδουν να βαφτίσουν «ακροδεξιό», αλλά στην πράξη αποτελεί την έκφραση μιας υγιώς αντισυστημικής και ευρωσκεπτικιστικής «κοινωνικής Δεξιάς». Και δεν αποκλείεται να προσεγγίσει πρωτόγνωρα ποσοστά, αλλάζοντας εκ βάθρων το πολιτικό τοπίο στην Ιταλία και ανοίγοντας τον δρόμο για ευρύτερες ανακατατάξεις στην Ευρώπη.
Σε αντίθεση με την Αγγλία, που δεν αποτελεί πλέον πρόβλημα και πελαγοδρομεί στον δικό της κόσμο, η περίπτωση της Ιταλίας απασχολεί έντονα τα παγκόσμια μέσα εξουσίας. Πρώτα τα γερμανικά μέσα ξεκίνησαν τη λυσσώδη προσπάθεια να αποδομήσουν τη Μελόνι, εμφανίζοντάς την ως… «μεταφασίστρια» επειδή πέρασε ένα φεγγάρι στην εφηβεία της από τη νεολαία ενός φιλομουσολινικού κόμματος. Υπό αυτή την έννοια, οι μισοί πολιτικοί στις πρώτες δεκαετίες της μεταπολεμικής Γερμανίας έπρεπε επίσης να χαρακτηρίζονται… «μετα-ναζί».
Η ενόχληση όμως για τους πραγματικούς… μετα-ναζί κήνσορες της Ντόιτσε Βέλε είναι ότι η Μελόνι, παρότι μέχρι τώρα δεν έχει εκφράσει πρόθεση αποχώρησης της Ιταλίας από την Ε.Ε., μπορεί να αμφισβητήσει πειστικά το ευρωπαϊκό οικοδόμημα έτσι όπως το έχει στήσει το Βερολίνο μαζί με τους υπαλλήλους του στις Βρυξέλλες. Και η Μελόνι δεν είναι ο Ορμπαν, που εκπροσωπεί μια χώρα στις παρυφές της ευρωζώνης. Θα είναι πρωθυπουργός μιας χώρας που ανήκει στον σκληρό πυρήνα της ενοποίησης.
Η Μελόνι, που ενεργοποιείται στην πολιτική τα τελευταία 25 χρόνια, σε αντίθεση με τη χαζοβιόλα Αγγλίδα πρωθυπουργό, φαίνεται γάτα με πέταλα. Ηταν αρκετά έμπειρη για να αποφύγει την παγίδα της συμμετοχής στην κυβέρνηση του τεχνοκράτη-ευρωπαϊστή Ντράγκι (δηλαδή, του Ιταλού Παπαδήμου), που κόστισε στον Σαλβίνι τη μισή δημοτικότητά του. Κατέρριψε τις θεωρίες περί «ρωσικού δακτύλου», απέφυγε να ερεθίσει τους Αμερικανούς και εξακολουθεί να κρατά κλειστά τα χαρτιά της για την επόμενη μέρα στην Ευρωπαϊκή Ενωση, ενώ για να αποκρούσει τις γερμανικές κατηγορίες περί φιλοφασιστικής προδιάθεσης αναγκάστηκε να κόψει μία εγγονή του Μουσολίνι από τα ψηφοδέλτια, παρότι ήταν η πρώτη σε ψήφους δημοτική σύμβουλος της Ρώμης.
Η Μελόνι κάνει έξυπνες τακτικές υποχωρήσεις για να πάρει στις 25 Σεπτεμβρίου την πρωθυπουργία και τότε θα τους χορέψει όλους στο ταψί. Στην Ιταλία λοιπόν έχουν έναν λόγο να χαμογελούν και στη Βρετανία όλους τους λόγους για να…κλαίνε.