Κάποια στιγμή πρέπει να σταματήσει το αστείο της παρέμβασης των κομμάτων στα εσωτερικά άλλων κομμάτων. Ιδίως στις εσωκομματικές εκλογές για την ανάδειξη αρχηγών. Διότι το πικρό δίδαγμα που προκύπτει από τη μέχρι τούδε αποκτηθείσα εμπειρία είναι ότι οι παρεμβάσεις αυτές, ακόμη και αν είναι επιτυχείς, έχουν τα εντελώς αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα σε βάθος χρόνου.
Από τον Μανώλη Κοττάκη
Όταν διεξήχθη η αναμέτρηση για την εκλογή αρχηγού της Ν.Δ. το 2016, το περιβάλλον του τότε πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα ενθάρρυνε δύο επιχειρηματίες από τον χώρο του ποδοσφαίρου (οι οποίοι είχαν στηρίξει την υποψηφιότητα Τζιτζικώστα στον πρώτο γύρο) να στείλουν τις «Θύρες» τους να ψηφίσουν Κυριάκο στην κάλπη! Ο Τσίπρας τον θεωρούσε τότε εύκολο αντίπαλο.
Πίστευε ότι με μερικούς θούριους κατά της οικογενειοκρατίας, κατά του «Κήρυκα» Χανίων και κατά του νεοφιλελευθερισμού θα εξασφάλιζε άνετη επανεκλογή στο αξίωμα του πρωθυπουργού. Ηταν τόσο ανιστόρητος και άμαθος περί τα εσωτερικά της αστικής κεντροδεξιάς παράταξης (ακόμη είναι), ώστε δεν υπολόγισε ότι υπέρ της υποψηφιότητας του κυρίου Μητσοτάκη θα συστρατευόταν με πάθος όλο το οικονομικό κατεστημένο των Αθηνών, που δεν είδε ποτέ με καλό μάτι την άνοδό του στην εξουσία. Δεν αντελήφθη ότι η οικογένεια Μητσοτάκη μπορεί ιστορικά να ήταν μειοψηφία ως πολιτικό ρεύμα στον ελληνικό λαό, αλλά ήταν πλειοψηφία μέσα στο σύστημα. Οτι είχε ρίζες μέσα στους θεσμούς: στις Ενοπλες Δυνάμεις, στα ΜΜΕ, στα Σώματα Ασφαλείας, στη Δικαιοσύνη, στην Εκκλησία, στον ΣΕΒ, στις πρεσβείες, παντού.
Επρεπε να χάσει πανηγυρικά, με τα τσαρούχια, για να καταλάβει ο κύριος Τσίπρας τι κολοσσιαίων διαστάσεων λάθος έκανε επενδύοντας στο παρασκήνιο στην εκλογή του Κυριάκου Μητσοτάκη. Επρεπε να χάσει πανηγυρικώς για να καταλάβει ότι ο Κυριάκος δεν είχε ανάγκη να προκηρύξει διαγωνισμό για τις άδειες των τηλεοπτικών καναλιών ώστε να ελέγξει το τοπίο.
Ήταν ιστορικά τόσο καλές οι σχέσεις της οικογένειας με τους καναλάρχες, ώστε συχνά πυκνά ταξίδευε στις επαύλεις τους επιβιβαζόμενος στα ελικόπτερά τους. Εν πάση περιπτώσει, ο κύριος Τσίπρας άργησε, αλλά πήρε το μάθημά του. Το δυστύχημα είναι ότι από το μάθημα του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ δεν έμαθε τίποτα ο… επωφεληθείς αρχηγός της Ν.Δ. Ο οποίος επίσης ανεμείχθη, ως μη ώφελε, στις εκλογές ξένου κόμματος: του ΠΑΣΟΚ. Γι’ αυτό άλλωστε συζητάμε σήμερα το σκάνδαλο των υποκλοπών. Οταν προκηρύχθηκαν οι εσωκομματικές εκλογές για την ανάδειξη αρχηγού στο ΠΑΣΟΚ, ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ο Αντώνης Σαμαράς, ο Αδωνις Γεωργιάδης και όλα τα οικονομικά κέντρα επένδυσαν ανοικτά στην υποψηφιότητα του Ανδρέα Λοβέρδου. Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι από το 24% που έλαβε ο Ανδρέας στην κάλπη το 10% προήλθε από ψηφοφόρους της Ν.Δ. Υπάρχουν και φωτογραφίες πειστήρια.
Όταν έμεινε ο κύριος Λοβέρδος εκτός δεύτερου γύρου (διότι ο Κρητικός είχε χτίσει αθόρυβα το νεανικό πανελλαδικό δίκτυό του στις εσωκομματικές εκλογές του 2017 και τις ευρωεκλογές του 2019), η Ν.Δ. επένδυσε σιωπηρά στην υποψηφιότητα Ανδρουλάκη.
Μόνο ένας υπουργός προειδοποιούσε ότι είναι λάθος. Η άποψη που υπήρχε για τον «βοσκό» (έτσι τον αποκαλούν υποτιμητικά στο Μαξίμου) ήταν ότι πρέπει να πριμοδοτηθεί στις πρώτες δημοσκοπήσεις εις βάρος του ΣΥΡΙΖΑ (ο πρωθυπουργός είχε ειρωνευτεί τον Τσίπρα στη Βουλή ότι θα έρθει τρίτο κόμμα) και έπειτα, με μια «ειδική επιχείρηση», να αφήσουν τον πρόεδρο του ΠΑΣΟΚ να ξεφουσκώσει προς όφελος της Ν.Δ.
Πιθανόν «ειδική επιχείρηση» να ονόμαζαν τα προσωπικά του δεδομένα. Ελα όμως που τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως τα σχεδίασαν οι εγκέφαλοι του Μαξίμου. Επειτα από ένα πράγματι μουδιασμένο ξεκίνημα, ο Ανδρουλάκης πήρε μπρος. Και στη χθεσινή συνέντευξη Τύπου στη Θεσσαλονίκη -την οποία δεν μετέδωσε ζωντανά η ΕΡΤ- έδειξε ότι έχει τις ικανότητες για να κερδίσει τη συγκυρία. Δεν κάθεται τεμπέλικα πάνω στην ηρωοποίησή του.
Χωρίς χειρόγραφο μπροστά του, χωρίς κρυμμένο δέκτη κάτω από το πάνελ στον οποίο γράφονται απαντήσεις σε σκονάκι από συνεργάτες, χωρίς εύκολες ερωτήσεις, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, θηρίο σκέτο, έδειξε δυνατότητες που ίσως εκπλήξουν στα τηλεοπτικά πάνελ. Κοφτός, με σύντομες προτάσεις, χωρίς να πλατειάζει, με λαϊκή, κατανοητή γλώσσα και συναίσθημα στον λόγο του, έδειξε ότι μπορεί να πιάσει παλμό πολύ πέραν του κομματικού ακροατηρίου του.
Πέραν αυτού κατέστησε σαφές αυτό που γράφαμε προεκλογικώς αλλά κανείς δεν άκουγε ότι είναι ένας κλασικός αντιδεξιός, αντιμητσοτακικός πολιτικός. Και αν είχε έναν λόγο να δηλώνει πριν από το σκάνδαλο ότι δεν θέλει να συνεργαστεί με τον κύριο Μητσοτάκη, τώρα έχει δέκα. Το σημαντικότερο: Ο Ανδρουλάκης δείχνει άφοβος, για να μεταχειριστώ μια παλαιά λέξη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη. «Εμένα κατηγορούν για σχέσεις με τους Κινέζους; Εγώ δεν έχω σχέση με την οικογένεια Αλίεφ και με ολιγάρχη από τη Σαουδική Αραβία!» βρόντηξε, ενώ υποστήριξε ότι «η οικογένεια Μητσοτάκη τρέφεται από τις συνωμοσίες».
Περιέργως τα βαριά λόγια που είπε δεν απαντήθηκαν από την κυβέρνηση, η οποία επίσης δεν απαντά όταν ο Βαρουφάκης εκστομίζει το βαρύ και αναπόδεικτο «Μαξίμου Α.Ε.». Όσους δεν είδαν τη χθεσινή παρέμβαση Ανδρουλάκη στη ΔΕΘ τούς καλώ να τη δουν. Ο «βοσκός» πήρε την γκλίτσα του και ραβδίζει. Ο «βοσκός» δαγκώνει. Και τσιμεντώνει τη βάση του. Ο « βοσκός» δίνει ώθηση στο αντικυβερνητικό μέτωπο και βγάζει τον ΣΥΡΙΖΑ από την απομόνωση.
Η επένδυση του κυρίου Μητσοτάκη στην εκλογή του κυρίου Ανδρουλάκη και στα προσωπικά του δεδομένα αποδεικνύεται πολύ μεγάλο λάθος. Οποιος στο μέλλον έχει λοιπόν τον πειρασμό να αναμειχθεί ανεπίτρεπτα σε εσωκομματικές εκλογές ας ξέρει ότι σε οικογενειακές υποθέσεις τρίτων δεν αναμειγνυόμαστε. Διότι, όπως λέει ο σοφός λαός μας, «όποιος ανακατεύεται με τα πίτουρα…».