Ο φετινός χειμώνας αναμένεται ιδιαίτερα βαρύς, σύμφωνα τουλάχιστον με τις προβλέψεις των ειδικών. Αν αυτό συνδυαστεί με τη δεδομένη, τεράστια αύξηση του κόστους θέρμανσης, τότε αντιλαμβάνεται εύκολα κανείς τι μας περιμένει. Και αυτό θα είναι κάτι που όχι μόνο θα έχει επιπτώσεις στον οικογενειακό προϋπολογισμό, αλλά θα δημιουργήσει και σοβαρότατο πρόβλημα στους χώρους διδασκαλίας.
- Από τον Γιάννη Χ. Κουριαννίδη*
Ιδιαίτερα στα δημοτικά σχολεία το πρόβλημα θα είναι πολύ μεγαλύτερο, αφού στα περισσότερα από αυτά παρατείνεται φέτος (και ορθώς) η λειτουργία των ολοήμερων τμημάτων, τα οποία θα λειτουργούν έως τις 5.30 το απόγευμα, αντί για τις 4.00, που ίσχυε έως την περσινή σχολική χρονιά.
Και αυτό γιατί στα περισσότερα σχολικά κτίρια, αν όχι σε όλα, δεν έχει προβλεφθεί η δυνατότητα θέρμανσης περιορισμένου αριθμού αιθουσών, με αποτέλεσμα για τη λειτουργία μίας ή δύο αιθουσών που απαιτούνται για τη λειτουργία των ολοήμερων τμημάτων να είναι υποχρεωτικό να θερμαίνεται ολόκληρο το κτίριο! Αντιλαμβάνεται κανείς ότι αυτό μπορεί να επιφέρει επιπλέον κόστος εκατομμυρίων ευρώ για θέρμανση. Φυσικά, το ζήτημα δεν είναι μόνο το επιπλέον κόστος, αλλά το να εξασφαλιστεί ότι όλοι οι μαθητές θα έχουν ικανοποιητική και επαρκή θέρμανση όσο διάστημα θα βρίσκονται στις τάξεις τους.
Δεν βρισκόμαστε πια στην εποχή κατά την οποία ο κάθε μαθητής μετέφερε από το σπίτι του στο σχολείο μαζί με τα βιβλία του και ένα κούτσουρο για να τροφοδοτηθεί η ξυλόσομπα, προκειμένου να θερμαίνεται η τάξη του κατά τη διδασκαλία (αν και, έτσι που πάμε, είναι πιθανόν να ξαναδούμε τέτοιες σκηνές)! Στην εποχή μας οφείλει η Πολιτεία να διασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες εκπαίδευσης σε όλα τα Ελληνόπουλα.
Η τοποθέτηση χρονοδιακοπτών και θερμοστατών σε όλες τις σχολικές μονάδες θα μπορούσε να αποτελέσει μία προσωρινή λύση. Είναι σίγουρα ένα κόστος, το οποίο όμως θα αποσβεστεί σύντομα από την εξοικονόμηση της κατανάλωσης καυσίμου.
Η κυβέρνηση θα πρέπει να παρακάμψει τις γραφειοκρατικές διαδικασίες, να δώσει τη δυνατότητα στους δήμους όλης της χώρας να προχωρήσουν στη διαδικασία αυτή και -σε συνδυασμό με απόφασή της για κατάργηση του ΦΠΑ και του ειδικού φόρου κατανάλωσης καυσίμων στα τιμολόγια θέρμανσης των σχολικών μονάδων- να διευκολύνει τη δυνατότητα των σχολικών επιτροπών να αντεπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους.
Με δεδομένες ήδη τις επιπλέον ανάγκες που προέκυψαν από τη λειτουργία της προσχολικής εκπαίδευσης, τις οποίες η κυβέρνηση αποδείχθηκε ανεπαρκής στο να τις καλύψει ικανοποιητικά, αφού τα 130.000.000 ευρώ που πρόσφερε στις σχολικές επιτροπές όλης της χώρας μετά βίας κάλυψαν τις υποχρεώσεις τους, αντιλαμβάνεται κανείς ότι φέτος έχει να αντιμετωπίσει μία δραματικά διαμορφωμένη κατάσταση, στη δημιουργία της οποίας και η ίδια συνετέλεσε, με τις ατυχείς και προβληματικές επιλογές της στην ενεργειακή πολιτική της χώρας μας.
Αν δεν θέλει, λοιπόν, να επωμισθεί και το βάρος μιας εικόνας που θα δημιουργηθεί στα ελληνικά σχολεία που θα μας γυρίζει πολλές δεκαετίες πίσω, αναφορικά με τις συνθήκες που θα επικρατούν στους χώρους διδασκαλίας, επιβάλλεται να λάβει μέτρα άμεσα.
Η διευκόλυνση των δήμων να εκμεταλλευτούν τη γεωθερμία αλλά και να δημιουργήσουν ενεργειακές κοινότητες (ιδιαίτερα μάλιστα σε μεγάλους αστικούς, περίκλειστους δήμους, που κατά κανόνα στερούνται εκτάσεων για την εγκατάσταση φωτοβολταϊκών πάρκων) θα αποτελούσε έναν σοβαρό σχεδιασμό για την αντιμετώπιση του προβλήματος σε βάθος χρόνου, αλλά αυτό είναι κάτι που απαιτεί χρονοβόρες διαδικασίες και μελέτες. Μέχρι να γίνουν αυτά, όμως, προέχει η άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος.
*Δημοτικός σύμβουλος Θεσσαλονίκης «Θεσσαλονίκη Πόλη Ελληνική», [email protected]