Στις αρχές της δεκαετίας του 1930 οι περιβολάρηδες στην περιοχή του Κολωνού άρδευαν τις καλλιέργειές τους με νερό από μία δεξαμενή που βρισκόταν πάνω σε έναν λόφο.
- Μανώλης Κοττάκης
Τον γνωστό λόφο Σκουζέ. Ηταν ιδιοκτησία του Αθηναίου προκρίτου Παναγή Σκουζέ, που είχε μετάσχει στους απελευθερωτικούς αγώνες. Στο σημείο όπου ήταν η δεξαμενή πάνω στον λόφο κατά το παρελθόν είχε κτιστεί ο ξύλινος Ναός του Αγίου Αιμιλιανού, ο οποίος καταστράφηκε από τον Εγκέλαδο το 1854 και στη θέση του είχε κατασκευαστεί από τους πιστούς, εις ανάμνησιν, ένα μικρό προσκυνητάρι. Οι κάτοικοι θεωρούσαν αμαρτία την κατασκευή της δεξαμενής.
Πεποίθηση που ενισχύετο από το γεγονός ότι την ημέρα ανέβαζαν νερό και το βράδυ αυτό εξαφανιζόταν. Μια μέρα η δεξαμενή άδειασε εντελώς από νερό και τα χωράφια έμειναν απότιστα, ενώ από τη θέση όπου βρίσκονταν οι περιβολάρηδες εκτός από τη στάθμη του νερού έβλεπαν από μακριά και ένα φως. Οταν η δεξαμενή άδειασε ολοκληρωτικώς, έσκαψαν τον πυθμένα της αναζητώντας την αιτία της διαρροής.
Αντί αυτού, βρήκαν εκεί την εικόνα του αγίου Αιμιλιανού, η οποία από το 1938 και εντεύθεν, αφού φιλοξενήθηκε, το πρώτον, στον Ιερό Ναό του Αγίου Μελετίου, εκτίθεται σε προσκύνημα στον σημερινό νέο Ναό του Αγίου Αιμιλιανού. Εκεί όπου ως επίτροπος έκανε πριν από πέντε χρόνια δημόσιες σχέσεις με Προέδρους, πρωθυπουργούς, βουλευτές, καθηγητές, στρατηγούς, αστυνομικούς και άλλους ο κατηγορούμενος για παιδεραστία Μίχος και η σύζυγός του.
Αυτός είναι ο ναός που στοχοποιήθηκε ανοήτως από τον Κλουζό βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκο Φίλη, επειδή εδώ και δεκαετίες διοργανώνει αθλητικές δραστηριότητες και προγράμματα συντροφιάς νέων στα προαύλια των σχολείων χωρίς ποτέ κανείς να διανοηθεί να κατηγορήσει τον εφημέριο του ναού, πατέρα Νικόλαο Αργυρόπουλο, ότι… προσηλυτίζει πιστούς. Ο πατέρας Νικόλαος επικοινώνησε με την εφημερίδα μας έπειτα από ένα πρωτοσέλιδο σημείωμά μας με το οποίο στιγματίζαμε την πολιτική εκμετάλλευση του θέματος από την αξιωματική αντιπολίτευση και θέταμε το ζήτημα του Κατηχητικού στις σωστές του διαστάσεις. Όχι για να σχολιάσει όμως την ουσία της υποθέσεως.
«Όταν αντιληφθήκαμε ότι ο περί ου και η σύζυγός του επεδείκνυαν κοσμική συμπεριφορά και έκαναν δημόσιες σχέσεις μέσα και έξω από τον Ναό του Αγίου Αιμιλιανού, τραβώντας διαρκώς φωτογραφίες με επωνύμους, τους διώξαμε! Πρώτα τη γυναίκα του και μετά εκείνον, που ήταν επίτροπος. Τα τελευταία χρόνια, άλλωστε, εκκλησιάζονταν στον Ιερό Ναό του Εσταυρωμένου που ήταν δίπλα στο κατάστημά τους στα Σεπόλια. Οχι σε εμάς. Δεν έχουμε άραγε να πούμε κάτι γι’ αυτό!» μου είπε με ήρεμη, πράα φωνή ο πατέρας Νικόλαος, ο οποίος δραστηριοποιείται εδώ και 41 ολόκληρα χρόνια στην περιοχή. Και πρόσθεσε: «Γι’ αυτό που θέλω να μιλήσω σε εσάς τους δημοσιογράφους είναι για το έργο μας, σας καλώ να μας επισκεφθείτε. Κάθε μέρα διοργανώνουμε συσσίτιο στον ναό μας.
Κάθε μέρα 70 συμπολίτες μας που πένονται έχουν ένα πιάτο φαγητό να τους περιμένει. Τι θα ήταν η Αθήνα μας σήμερα, αν σε 173 ενορίες της δεν λειτουργούσαν καθημερινά με εντολή του Αρχιεπισκόπου ισάριθμα συσσίτια για να μην πεινά κανείς; Θα επικρατούσαν συνθήκες κανιβαλισμού, αγαπητέ μου!» Ρώτησα τον πατέρα Νικόλαο Αργυρόπουλο για τα περίφημα «κατηχητικά του προσηλυτισμού» για τα οποία κατηγόρησε ο ΣΥΡΙΖΑ την Εκκλησία της Ελλάδος, μεταξύ αυτών και τον Ιερό Ναό του Αγίου Αιμιλιανού.
Ο πατέρας Νικόλαος ακουγόταν σκεπτικός. «Τόσα χρόνια ζητάμε από τον δήμο το προαύλιο των σχολείων και διοργανώνουμε αθλοπαιδιές με νέους και νέες της ενορίας μας. Περίπου 150 αγόρια και κορίτσια μετέχουν φέτος στο πρόγραμμά μας. Και μετά το τέλος των αγώνων βόλεϊ και μπάσκετ συζητάμε επίκαιρα θέματα και λέμε τη γνώμη μας από θεολογική σκοπιά. Κανείς ποτέ δεν είπε τίποτε. Ποιος προσηλυτισμός;» Ρώτησα τον πατέρα Νικόλαο αν υπάρχει συρροή πιστών στην εξομολόγηση, άλλος «σκοταδιστικός» θεσμός κατά την άποψη της Αριστεράς. Η απάντησή του ήταν μονολεκτική: «Καθημερινώς».
Σπεύδουν να μοιραστούν μαζί του τις έγνοιες τους και τις αγωνίες τους γονείς και παιδιά. «Οι γονείς κάνουν δεύτερη και τρίτη δουλειά για να τα βγάλουν πέρα με τα ενοίκια, τα ηλεκτρικά, τα φροντιστήρια και αναζητούν πνευματική ανακούφιση. Δεν προλαβαίνουν να δουν τα παιδιά να μεγαλώνουν. Οι νέοι ζητούν τη γνώμη μας ποιον δρόμο να ακολουθήσουν. Ή πώς να βγουν από αδιέξοδα που τους βασανίζουν» κατέληξε. Μα, στο τέλος επέμενε. «Καλό είναι να έρθετε κοντά μας να δείτε και εσείς τι έργο κάνουμε».
Η δημοσιότητα για τον ιερό ναό και η βλακώδης επίθεση που εξαπέλυσε με ειδική αναφορά στην ερώτηση που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ έχει προκαλέσει μούδιασμα στην τοπική κοινωνία. Ειδικώς η εσκεμμένη ταύτιση του ναού με τον παιδεραστή, κάτι που αποτελεί αθλιότητα στα όρια της πολιτικής αλητείας. Σε αυτές τις περιπτώσεις το ποίμνιο στις τοπικές κοινωνίες και στις ενορίες μουδιάζει στην αρχή, αλλά στο τέλος επιστρέφει. Οι δοκιμασίες που μας βάζει ο Θεός άλλωστε είναι διαρκείς και η θέση ενός ναού (που κτίστηκε πάνω στην ανακάλυψη μιας εικόνας στον πυθμένα μιας δεξαμενής) στο επίκεντρο της αρνητικής δημοσιότητος δεν είναι μια ευχάριστη εξέλιξη. Είναι μια άδικη εξέλιξη.
Ακούγοντας τον πατέρα Νικόλαο στο τηλέφωνο να μου περιγράφει στωικά τη δοκιμασία της ενορίας του εξαιτίας της δράσης του παιδεραστή αλλά και των επιθέσεων που δέχεται από την Αριστερά, αίφνης θυμήθηκα μια φράση που μου είχε πει ο Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος όταν το θέρος του 2007 τον συνάντησα με τον Γιώργο Παπαθανασόπουλο στον θάλαμο νοσηλείας του στο Αρεταίειο. Ηταν άρρωστος, αλλά η πολεμική της Αριστεράς του Αλέκου Αλαβάνου προς την Εκκλησία γενικότερα δεν είχε ατονήσει. Η… «Δεξιά του Κυρίου» την ενοχλούσε. Αφού ο Αρχιεπίσκοπος μου είπε, με τον ορό στο χέρι, ένα ανέκδοτο για Ποντίους (τους οποίους λάτρευε), τον ρώτησα ποια ήταν η πλέον απρόσμενη επίσκεψη που δέχθηκε κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του. Το πρόσωπό του φωτίστηκε:
«Μα, η επίσκεψη του Αλέκου Αλαβάνου! Μπήκε στο δωμάτιό μου σεβαστικός, με συστολή, μαζί με τον βουλευτή Αττικής του Συνασπισμού, τον Θανάση Λεβέντη, ο οποίος είναι φίλος μου. “Αλέκο, έλα κοντά να τα πούμε!” του είπα και πλησίασε. Δεν θα σου πω τι μου είπε, τι του είπα. Αλλά να θυμάσαι, αγαπητέ μου Μανώλη, πως ό,τι και να γίνει, η Εκκλησία στο τέλος δοξάζεται!» Αυτή την αίσθηση είχα στο τέλος της δύσκολης αυτής επικοινωνίας με τον πατέρα Νικόλαο, ο οποίος μου μιλούσε επί μισή ώρα με πράο ύφος, χωρίς ίχνος οργής για την αδικία: Ναι, δοξάζεται.