Η χαώδης κατάσταση στη Θεσσαλονίκη το 1916 και ο στρατός του «εθνάρχη», που απαρτιζόταν από καιροσκόπους και πένητες
- ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΛΙΑΚΟΣ
Η κατάσταση που είχε δημιουργηθεί στη Θεσσαλονίκη το φθινόπωρο του 1916 ήταν χαώδης. Από τη μία υπήρχε το εκστρατευτικό «συμμαχικό» σώμα, το οποίο συμπεριφερόταν περίπου σαν στρατός κατοχής, κι από την άλλη οι ακόλουθοι του Ελευθερίου Βενιζέλου, που κατέφθαναν στην πόλη ελπίζοντας να πιάσουν την καλή, να αυξήσουν τις αποδοχές τους, να ανέβουν στην πολιτική ή στρατιωτική ιεραρχία, με το χρήμα και την εξουσία που θα τους έδιναν οι ξένοι.
Ο αρχηγός των συμμαχικών ναυτικών δυνάμεων στην ανατολική Μεσόγειο, ναύαρχος Νταρτίζ ντι Φουρνέ, στο βιβλίο του «Souvenirs d’un amiral 1914-1916», στη σελίδα 135, αναφέρει σχετικά με το γενικότερο κλίμα τριτοκοσμισμού, που χαρακτήριζε το συνονθύλευμα ένοπλων ακολούθων του Ελευθερίου Βενιζέλου στη Θεσσαλονίκη: «Το μοναδικό που έπραξα ήταν να εκθέσω τις παρατηρήσεις μου στον υπουργό Ναυτιλίας, επισημαίνοντάς του ότι ο βενιζελισμός παρέμενε σε μια θέση επιφανειακού ρεύματος και ότι ο στρατός του έμοιαζε με τον στρατό κάποιων εξωτικών χωρών, όπου υπάρχουν περισσότεροι διοικητές και αξιωματικοί από στρατιώτες».
Τα οικονομικά και εν γένει ιδιοτελή κίνητρα των Αμυνιτών αναλύει διεξοδικά και ο Αμερικανός Πάξτον Χίμπεν (Paxton Pattison Hibben, 5 Δεκεμβρίου 1880 – 5 Δεκεμβρίου 1928). Ο Χίμπεν είχε μια σύντομη μεν, αλλά σημαντική και γεμάτη διακρίσεις σταδιοδρομία ως διπλωμάτης, δημοσιογράφος και συγγραφέας. Την περίοδο του διχασμού βρέθηκε στην Ελλάδα ως πολεμικός ανταποκριτής, μεταδίδοντας στην πατρίδα του ειδήσεις, αναλύσεις και συνεντεύξεις σχετικές με τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στο βιβλίο του «Constantine I and the Greek People» (Κωνσταντίνος Α’ και ο ελληνικός λαός)* γράφει στις σελίδες 349-350 για τα οικονομικά κίνητρα της λεγόμενης «τριανδρίας», δηλαδή των βασικών πρωταγωνιστών της προσωρινής κυβέρνησης της Θεσσαλονίκης: του Ελευθερίου Βενιζέλου, του ναυάρχου Παύλου Κουντουριώτη και του στρατηγού Παναγιώτη Δαγκλή:
«Ο ελιγμός του Κρητικού στην αρχή ήταν να δηλώσει ότι το κίνημά του δεν είχε επαναστατικό χαρακτήρα. Αλλά κατά την άφιξή του στη Θεσσαλονίκη έριξε τις μάσκες και σε μια δημόσια ομιλία αναφέρθηκε στη συνταγματική κυβέρνηση της Ελλάδας ως μια “παράφρονα μοναρχία που συμμάχησε με την πολιτική διαφθορά”. Το αποτέλεσμα αυτής και παρόμοιων διακηρύξεων ήταν να αποξενωθεί ακόμη περισσότερο από όσους σκεπτόμενους Ελληνες τον υποστήριζαν. Οι ακόλουθοί του στη Θεσσαλονίκη ήταν, με ελάχιστες εξαιρέσεις, μισθοδοτούμενοι ως στελέχη της “προσωρινής κυβέρνησης”, που κατείχαν αξιώματα άνευ περιεχομένου. Στην Αθήνα η πολυσυζητημένη βαλκανική επίθεση αναφέρθηκε ως “επίθεση κατά των δέκα εκατομμυρίων δραχμών”. Το ποσό αυτό ήταν το πρώτο δάνειο που δόθηκε στη βενιζελική κυβέρνηση από την Αντάντ. Ο πρωθυπουργός της συνταγματικής Ελλάδας λάμβανε μισθό 160 δολάρια τον μήνα. Ο Βενιζέλος και οι συνεργάτες του, ο ναύαρχος Κουντουριώτης και ο στρατηγός Δαγκλής, έπαιρναν μισθούς 2.400 δολάρια τον μήνα».
Αυτός ο «εξωτικός» στρατός του Βενιζέλου, όπως εύστοχα τον είχε χαρακτηρίσει ο Φουρνέ, απαρτιζόταν και από καιροσκόπους αλλά και από πένητες, που προσπαθούσαν να επιβιώσουν από την πείνα που είχαν επιβάλει οι Αγγλογάλλοι στην Ελλάδα, εφαρμόζοντας το σχέδιο το οποίο είχε σκαρφιστεί ο ίδιος ο «εθνάρχης». Οι πεινασμένοι θα έβρισκαν αμυνίτικο μεροκάματο και οι επικεφαλής της ανταρσίας θα έκαναν την μπάζα του αιώνα, διαχειριζόμενοι το συμμαχικό δάνειο.
Ο Βενιζέλος έταζε στρατιές στην Αντάντ, δεσμευόταν στους «συμμάχους» ότι θα ενθάρρυνε λιποταξίες από τον τακτικό στρατό της Ελλάδας, για να ενταχθούν στον συμμαχικό, και αυτές τις υποσχέσεις τις χρησιμοποιούσε για να αποσπά διαρκώς χρήματα από τους Αγγλογάλλους – κι αυτά τα χρήματα θα τα πλήρωνε τελικά με μεγάλο επιτόκιο η χώρα. Γράφει ο Χίμπεν στο βιβλίο του (σελ. 348-349): «Σε μία από τις ομιλίες του ο Βενιζέλος μίλησε για τον σχηματισμό, για λογαριασμό του στρατηγού Σαράιγ, στρατού εκατοντάδων χιλιάδων ανδρών, πιθανώς με την ενθάρρυνση λιποταξιών από τον τακτικό στρατό. Για αυτόν τον σκοπό χρειάζονταν χρήματα. Του δόθηκαν χρήματα. Ενας στρατιώτης στον ελληνικό στρατό λαμβάνει κατά την ενεργό υπηρεσία ένα σεντ την ημέρα.
Ο Βενιζέλος τού προσέφερε τα πενταπλάσια, μαζί με μπόνους, σε μετρητά, 5 δολαρίων, που καταβάλλεται στον στρατιώτη κατά την ένταξή του στο βενιζελικό κίνημα – συν τα έξοδα μετακίνησης στη Θεσσαλονίκη. Ενας λοχίας στον ελληνικό στρατό πληρώνεται επτά σεντς την ημέρα. Στον Βενιζέλο λαμβάνει 50 σεντς και του δινόταν πολύ μεγαλύτερη δυνατότητα ταχείας προαγωγής.
Ένας ανθυπολοχαγός στον ελληνικό στρατό παίρνει 6 δολάρια. Με τον Βενιζέλο η αμοιβή του ήταν 15,50 δολάρια. Ενας ανθυπολοχαγός αυξάνει αλματωδώς τις απολαβές του από 7,50 δολάρια σε 17,50, ενώ ένας λοχαγός από 8 δολάρια σε 22,50 με μπόνους, το οποίο στην περίπτωση των ανώτερων αξιωματικών κυμαίνεται από 20 δολάρια έως 100, και μερικές φορές περισσότερο. Σε αυτό το “στρατολογικό” έργο είχαν ιδιαίτερα ενεργό ρόλο οι αγγλογαλλικές μυστικές υπηρεσίες. Οι διπλωματικές αποστολές των Βρετανών και των Γάλλων άσκησαν πίεση στην ελληνική κυβέρνηση να μην επιβάλει κυρώσεις σε όλους όσοι παρακινούνταν με αυτόν τον τρόπο να λιποτακτήσουν».
* Paxton Hibben, «Constantine I and the Greek People». New York: 1920, Century Company.
Όταν οι μεγάλες δυνάμεις τιμωρούσαν το ελληνικό λαό επειδή υποστήριζε τους βασιλείς του ήδη από τον Όθωνα με τον αποκλεισμό του Πειραιά μετά με Κωνσταντίνο Α’ που και στις δυο εξώσεις του όπου εκατοντάδες χιλιάδες λαού έκλειναν τις πύλες των ανακτόρων να μην φύγει οι αντίπαλοι τον αποκαλούσαν γερμανόφιλο και λέγαν ότι η τιμωρία ήταν για χάρη του Βασιλιά τι να πούμε εμείς τους ψηφίζαμε καλά να πάθουμε