Σε μία από τις παλαιότερες συζητήσεις που έκανα με τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη στο γραφείο του στον πρώτο όροφο της οδού Αραβαντινού διανοήθηκα να του υποβάλω -ακόμη και σήμερα απορώ με το θράσος μου-την εξής ερώτηση: «Κύριε πρόεδρε, είναι θεμιτό τα κόμματα και οι πολιτικοί να χρηματοδοτούνται από επιχειρηματίες;».
- Του ΜΑΝΩΛΗ ΚΟΤΤΑΚΗ
Ηταν η εποχή που στην επικαιρότητα βρίσκονταν τέτοιου είδους θέματα. Ζύγισα κάθε λέξη μου. Αλλά ο επίτιμος πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας και πρώην πρωθυπουργός, ένας πολιτικός μεγάλου βεληνεκούς, ηγέτης μιας γενιάς που ποτέ δεν κρύφτηκε, ποτέ δεν εγκατέλειψε μάχη στη Βουλή και πάντοτε έδιδε απαντήσεις, δεν με παρεξήγησε.
Αντιμετώπισε το ερώτημά μου με φοβερή νηφαλιότητα, χωρίς ίχνος ενόχλησης, και με τη σοφία της διαδρομής των δεκαετιών στον δημόσιο βίο μού απάντησε ήρεμα και σοβαρά:
«Βεβαίως και είναι θεμιτό, παιδί μου, ιδιαίτερα όταν η χρηματοδότηση γίνεται με επώνυμα κουπόνια. Αυτό που δεν είναι θεμιτό είναι ένας πολιτικός να τα παίρνει από ένα ξένο κράτος!» Αιφνιδιάστηκα. Μου έκανε εντύπωση η απάντησή του.
«Τι εννοείτε ακριβώς, κύριε πρόεδρε;» τον ρώτησα. Κι εκείνος, αφού άναψε το δεύτερο τσιγάρο της ημέρας, το «αμαρτωλό», άρχισε να μου διηγείται μια μικρή ιστορία. «Το 1978, όταν εντάχθηκα στη Νέα Δημοκρατία με τη διεύρυνση, ο Καραμανλής με διόρισε υπουργό Συντονισμού. Οταν μετά μερικά χρόνια πλησιάζαμε προς τις εκλογές του 1981 και φαινόταν ότι μετεκλογικώς το όνομά μου θα “παίξει” για την ηγεσία, με πλησίασαν άνθρωποι της πρεσβείας μιας μεγάλης αραβικής χώρας (την ονόμασε) και μου πρότειναν να μου χρηματοδοτήσουν τον προεκλογικό αγώνα. Ευγενικά τους απάντησα «όχι», γιατί δεν είναι δυνατόν ένα ξένο κράτος να χρηματοδοτεί τον προεκλογικό αγώνα ενός Ελληνα πολιτικού. Για λόγους που μπορεί να καταλάβει καθένας. Εκείνοι όμως επέμεναν και με ρώτησαν. “Μα, γιατί δεν δέχεστε την προσφορά μας; Εδώ ο Καντάφι χρηματοδοτεί τον προεκλογικό αγώνα του ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου…” Η απάντησή μου ήταν και πάλι “όχι”. Γιατί ένας πολιτικός δεν πρέπει ποτέ να χρηματοδοτείται από ένα ξένο κράτος. Γίνεται έρμαιο αυτού». (Οι ισχυρισμοί των Αράβων περί Καντάφι διαδόθηκαν στα αθηναϊκά σαλόνια αλλά δεν αποδείχθηκαν.)
Τη διήγηση αυτή του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη δεν την ξέχασα ποτέ. Την αποκαλύπτω σήμερα, πρέπει να έχουν περάσει πάνω από 10 χρόνια από τότε που μου την εμπιστεύτηκε καθήμενος ο πρόεδρος σε εκείνο το εντυπωσιακά μικρό δρύινο γραφείο της Αραβαντινού.
Και την αποκαλύπτω γιατί φαίνεται ότι αυτός είναι ο χρυσός κανόνας της πολιτικής, η οποία με τις αποφάσεις της εμπλέκεται υποχρεωτικά σε συγκρούσεις συμφερόντων μεταξύ κρατών και μεταξύ ιδιωτών, και τις ρυθμίζει άλλες φορές χωρίς το παραμικρό όφελος και άλλες φορές με όφελος. (Ακόμη ηχεί στα αυτιά μου η απορημένη φωνή του αείμνηστου καπετάν Βασίλη Κωνσταντακόπουλου: «Τόσες υπογραφές έβαλε, παιδί μου, ο Κώστας Καραμανλής για την επένδυση στο “Costa Navarino” και δεν μας ζήτησε τίποτε!») Πολλοί στην από δω πλευρά, με αφορμή τη σύλληψη της ευρωβουλευτού και αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου έχουν την τάση να γενικεύουν.
Να υπενθυμίζουν τις περιπτώσεις Τσοχατζόπουλου, Παπαντωνίου (έχει εκκρεμοδικία), Μαντέλη, Παπακωνσταντίνου, Τσουκάτου (αθωώθηκε αλλά αποκάλυψε ότι η Siemens κατέθεσε 1.000.000 μάρκα στα ταμεία του ΠΑΣΟΚ) και να υποστηρίζουν ότι οι πολιτικοί σε όλα τα άλλα κόμματα είναι «άγιοι» και μόνο στο ΠΑΣΟΚ είναι «διεφθαρμένοι». Με βάση τις αποφάσεις της Δικαιοσύνης, έτσι έχουν τα πράγματα.
Ωστόσο, η ίδια η ζωή μάς έχει δείξει κι άλλα πράγματα. Πρώτον, ότι υπάρχουν πολιτικοί και από άλλους χώρους που διαφθείρονται αλλά ελλείψει αποδείξεων δεν καταδικάζονται.
Δεύτερον, ότι υπάρχει ένα ΠΑΣΟΚ που μπορεί να το αγαπάμε κι εμείς οι δεξιοί. Για πολλά χρόνια μού έκανε την τιμή να με δέχεται στο σπίτι του στο Μαρούσι ο πρώην υπουργός Ενέργειας του Ανδρέα Παπανδρέου Αναστάσης Πεπονής. Κάθε φορά που έμπαινα στο διαμέρισμά του, ένα κλασικό αστικό διαμέρισμα σαν κι αυτό που έχουν χιλιάδες ελληνικές οικογένειες, πάντοτε απορούσα πώς είναι δυνατόν ένας άνθρωπος που σε όλη του τη σταδιοδρομία έβαλε υπογραφές εκατοντάδων εκατομμυρίων δραχμών σε συμβάσεις μεγάλου οικονομικού αντικειμένου δεν διανοήθηκε ποτέ να επωφεληθεί από αυτές και να κερδίσει έστω ένα ακριβό διαμέρισμα δώρο, σαν κι αυτά που καμιά φορά κάνουν οι κατασκευαστικές δώρο σε παράγοντες του δημόσιου βίου.
Σαν τον Πεπονή υπάρχουν κι άλλοι πολλοί στο ΠΑΣΟΚ. Στο μυαλό μου λοιπόν με τα χρόνια η διαχωριστική γραμμή άλλαξε: Ενώ το 1989 δίναμε μάχη στα αμφιθέατρα εναντίον των σοσια-ληστών και θεωρούσαμε ότι είναι στο DNA αυτής της παράταξης η κλοπή και η αρπαγή, με τα χρόνια χωρίζω τις ηγεσίες των κομμάτων και τους πολιτικούς σε «αγίους» και σε «διαβόλους». Οι «διάβολοι» έχουν μια πυραμίδα «αξιών» στην οποία βάζουν ιεραρχικά πρώτα τις πρεσβείες που ενδεχομένως υπηρετούν με ή χωρίς όφελος (εκτός από τους εξωνημένους υπάρχουν και οι πεπεισμένοι), μετά βάζουν τους επιχειρηματίες τυχόν χρηματοδότες τους, μετά το κόμμα τους, μετά τους ψηφοφόρους τους και τελευταία την πατρίδα τους.
Οι «άγιοι», από την άλλη, έχουν τις ίδιες αξίες με εντελώς διαφορετική ιεράρχηση: πρώτα η πατρίδα, μετά οι ψηφοφόροι, μετά το κόμμα, τελευταίοι οι επιχειρηματίες, ενώ οι πρεσβείες μπορεί να είναι μόνο ισότιμοι συνομιλητές τους. Τίποτε άλλο. Έτσι πορεύεται η Ελλάς. Με αυτές τις πραγματικές διαχωριστικές γραμμές. Για να επιστρέψω όμως στο θέμα της Καϊλή, μερικές σύντομες παρατηρήσεις. Αυτό ακριβώς το ΠΑΣΟΚ δεν το χρειαζόμαστε στη Νέα Δημοκρατία. Γι’ αυτό φωνάζω τόσο καιρό και επικρίνω το άνοιγμα της παράταξης στον χώρο του Κέντρου. Αυτό το Κέντρο δεν το χρειάζεται η Νέα Δημοκρατία. Είναι βρόμικο Κέντρο.
Κακώς η Νέα Δημοκρατία μέσω του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος ψήφισε την εκλογή της κυρίας Καϊλή στο αξίωμα της αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Να τα αποτελέσματα. Εξευτελίστηκε η Καϊλή, εξευτελίστηκαν οι καρέκλες, εξευτελίστηκε και η παράταξη που στήριξε μαζί με το ΠΑΣΟΚ την εκλογή της σε αυτές τις καρέκλες. Και ευτυχώς που τη συνέλαβαν, γιατί θα τη βλέπαμε και ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, κλεισμένη ήταν η μετεγγραφή. Κάτι τελευταίο: Αν αραβικά κράτη καταφέρνουν και εξαγοράζουν την ηγεσία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και δεν ξέρω ποια άλλη ηγεσία της Ενωσης, τότε αυτή πλέον δεν είναι μια ένωση υπέρ των πολιτών της, αλλά υπέρ άλλων.
Κι αν στις Βρυξέλλες συνεχίσουν με αυτά τα μυαλά, με διεφθαρμένες ηγεσίες στις καρέκλες, ίσως σε λίγο χρόνο χρειαστεί να απαντούμε στο ερώτημα τι νόημα έχει η ύπαρξή της.