«Έχουμε παραφρονήσει εντελώς;» ρωτούσαμε σε προηγούμενα σημειώματά μας. Τώρα δεν χρειάζεται καν ερωτηματικό. Είμαστε βέβαιοι. Έχουμε παραφρονήσει εντελώς! Κατάφασις.
Ο διάλογος που άρχισε με πρωτοβουλία των κομμάτων του δημοκρατικού τόξου για την απαγόρευση της συμμετοχής εθνικιστικού κόμματος που θα απηχεί τις απόψεις του έγκλειστου Ηλία Κασιδιάρη στις προσεχείς εκλογές σε αυτό το συμπέρασμα μας οδηγεί.
Δυστυχώς, οι μείζονες δυνάμεις του πολιτικού μας συστήματος επιδίδονται εδώ και μερικές μέρες σε έναν επικίνδυνο συνταγματικό λαϊκισμό που δεν βρίσκει έρεισμα στις διατάξεις του καταστατικού μας χάρτη. Ζούμε πλέον σε μια ανασφαλή δημοκρατία, η οποία τη μια φοβάται τα φαντάσματα των βασιλέων του παρελθόντος και απαγορεύει την απόδοση τιμών στις εξόδιες ακολουθίες τους, την άλλη φοβάται την κάθοδο κομμάτων που αμφισβητούν το εκφυλισμένο μας πολίτευμα και κάνει ό,τι περνά από το χέρι της για να απαγορεύσει τη συμμετοχή τους στις εκλογές.
Κίνδυνος εξ ευωνύμων
Στο σημείωμα της περασμένης Κυριακής επικεντρωθήκαμε στις διαρροές για την πρόταση της Ν.Δ., η οποία χαρακτηρίζει εκ των προτέρων μέλη εγκληματικής οργάνωσης οποιουσδήποτε Ελληνες καταθέσουν υποψηφιότητα με ένα τέτοιο εθνικιστικό κόμμα. Στην πραγματικότητα θα κληθεί με βάση την κυβερνητική πρόταση το αρμόδιο τμήμα του Αρείου Πάγου και μετά βεβαιότητος η Ολομέλεια να συνεδριάσει ταυτοχρόνως ως αστικό δικαστήριο πολιτικών δικαιωμάτων και ως ποινικό δικαστήριο με τη μορφή «δικαστικής αστυνομίας ιδεών».
Εστω των πλέον ακραίων ιδεών, τις οποίες οι υγιείς δημοκρατίες στο παρελθόν αντιμετώπιζαν – απέκρουαν – κατανικούσαν με πειθώ, επιχειρήματα και πολιτικές. Οχι με διοικητικά μέτρα. Στο σημερινό σημείωμα θα επικεντρωθώ στην πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για το ίδιο θέμα, την οποία αλίευσα από τον έγκυρο ιστότοπο ieidiseis.gr του Βασίλη Σκουρή. Η Αριστερά είναι ακόμη πιο επικίνδυνη από τη Δεξιά στο ζήτημα αυτό, και ας διεκήρυξε στο παρελθόν ότι «είμαστε κάθε λέξη του Συντάγματος».
Στο κείμενο που ακολουθεί θα διαπιστώσετε ότι:
– Πρώτον, η Αριστερά δέχεται ότι το Σύνταγμά μας είναι ανελαστικό και δεν απαγορεύει την ίδρυση και λειτουργία πολιτικών κομμάτων, υπό την αίρεση ότι «εξυπηρετούν» τη λειτουργία του πολιτεύματος.
– Δεύτερον, ότι υπάρχουν κατά την αντίληψη της Αριστεράς κόμματα που ιδρύονται απλώς για να υπάρχουν και όχι για να κατέρχονται στις εκλογές. Κόμματα-γλάστρες.
– Τρίτον, η Αριστερά διαχωρίζει τη λειτουργία ενός πολιτικού κόμματος από την κατάρτιση των συνδυασμών και την κάθοδο στις εκλογές! Οξύμωρο, αλλά ισχύει.
–Τέταρτον, η Αριστερά αντιγράφει πλήρως τις διατάξεις του αντιρατσιστικού νόμου (Ποινικός Κώδικας) και τις μετατρέπει σε εκλογική νομοθεσία, κάνοντας το ίδιο λάθος με την κυβέρνηση: Ζητά την απαγόρευση κατάρτισης συνδυασμών με δίκη προθέσεων, χωρίς προηγουμένως να έχουν διαπραχθεί αδικήματα από τα μέλη και τους υποψηφίους ενός πιθανού νέου κόμματος. Αρκεί η… πιθανολόγηση να είναι ύποπτοι υποκίνησης σε ρατσιστικό μίσος.
– Πέμπτον, ζητά την τροποποίηση του εκλογικού νόμου παραμονές των εκλογών – 3/5. Πονηρά.
Τώρα, πώς φθάσαμε από την αρχική άποψη Αλιβιζάτου ότι δεν χρειάζεται νέα νομοθεσία, αλλά δύναται το αρμόδιο τμήμα του Αρείου Πάγου να απαγορεύσει την κάθοδο κόμματος, όχι όμως και κάθε ενδιαφερομένου ως μεμονωμένου υποψηφίου (διότι το Σύνταγμα απαγορεύει σε πολίτη να είναι υποψήφιος μόνον αν έχει χάσει τα πολιτικά του δικαιώματα με αμετάκλητη απόφαση, όπως ο αείμνηστος Δημήτρης Τσοβόλας το 1992), αυτό μόνον ένας Θεός το ξέρει.
Και πώς ξύπνησαν όλοι σήμερα και παριστάνουν τους διώκτες των άκρων, ενώ ο Κασιδιάρης κάνει ελεύθερα καμπάνια από το YouTube τρία χρόνια τώρα μέσα από τη φυλακή (χωρίς να διαμαρτύρεται κανένας για παραβίαση του σωφρονιστικού κώδικα) και ενώ το κόμμα του μετράται συστηματικώς από τις εταιρίες μετρήσεων εδώ και τρία χρόνια (πάλι χωρίς να διαμαρτύρεται κανένας) μόνον ένας Θεός το ξέρει! Επίσης!
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ –για να γίνω συγκεκριμένος- επισημαίνει πως το άρθρο 29 παρ. 1 του Συντάγματος ορίζει ότι η ίδρυση πολιτικών κομμάτων είναι ελεύθερη, όμως η οργάνωση και η δράση τους οφείλουν να εξυπηρετούν την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η συνταγματική διάταξη δεν προβλέπει τη δυνατότητα απαγόρευσης λειτουργίας πολιτικού κόμματος. Προς τον σκοπό προστασίας της ελεύθερης λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, ωστόσο, ο εκλογικός νόμος μπορεί να θέσει υπό όρους τη συμμετοχή του σε εκλογές με την κατάρτιση συνδυασμού υποψηφίων.
Ως εκ τούτου, η πρόταση της αξιωματικής αντιπολίτευσης προβλέπει την εξής διατύπωση: «Δεν έχουν δικαίωμα κατάρτισης συνδυασμών πολιτικά κόμματα, η οργάνωση και δράση των οποίων δεν εξυπηρετεί την ελεύθερη λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος κατά την έννοια του άρθρου 29 παρ. 1 του Συντάγματος». Οπως διευκρινίζεται, τέτοια είναι πολιτικά κόμματα των οποίων «οι καταστατικές διατάξεις ή ιδεολογικές διακηρύξεις ή η πολιτική δράση υποκινεί, προκαλεί, διεγείρει ή προτρέπει σε πράξεις ή ενέργειες που μπορούν να προκαλέσουν διακρίσεις, μίσος ή βία κατά προσώπου ή ομάδας προσώπων που προσδιορίζονται με βάση τη φυλή, το χρώμα, τη θρησκεία, τις γενεαλογικές καταβολές, την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, τον σεξουαλικό προσανατολισμό, την ταυτότητα φύλου, χαρακτηριστικά φύλου ή την αναπηρία, καθώς επίσης κόμματα των οποίων ο επικεφαλής ή μέλος οργάνου διοίκησης έχει καταδικαστεί, ακόμα και πρωτοδίκως, για τα εγκλήματα των άρθρων 187 και 187Α του Ποινικού Κώδικα».
Αντισυνταγματικότητα
Δεν χρειάζεται να επισημάνουμε ότι αυτή η διάταξη πάσχει από βαριάς μορφής αντισυνταγματικότητα. Και ότι το Σύνταγμα είναι πάνω από τις φοβίες της ανασφαλούς δημοκρατίας. Δεν χρειάζεται να τονίσουμε ότι όσα αναφέρει η διάταξη της Αριστεράς για τον ρατσισμό προϋποθέτουν προηγούμενη διάπραξη αδικήματος. Δεν χρειάζεται να πούμε σε πόσο δύσκολη θέση θα έρθουν οι δικαστές, αν πρέπει να αποκλείσουν από τις εκλογές υποψηφίους για κάτι που έγραψαν στο twitter, ύστερα από προσφυγές ανησυχούντων, χωρίς να έχουν καταδικαστεί αμετακλήτως από δικαστήριο.
Με αυτή τη λογική και ο Τσιάρτας έχει πρόβλημα και η Λατινοπούλου έχει πρόβλημα και ο Μπογδάνος έχει. Οποιος έχει κατηγορηθεί για ακραίες θέσεις, πραγματικές ή ανύπαρκτες, έχει πρόβλημα. Και ο ίδιος διαφωνώ με τις απόψεις τινών εκ των ως άνω, αλλά αυτός είναι λόγος για να αποκλείεται όποιος δεν μας αρέσει από τις κάλπες; Για αυτό, επαναλαμβάνω: Το χάσαμε! Το σύστημα μπορεί να επιβάλει ενδεχομένως τη βούλησή του με επίδειξη ισχύος, καθώς δεν τολμά να μιλήσει κανένας περί του αντιθέτου, αλλά θα πρόκειται για μια βάρβαρη καταπάτηση του Συντάγματος. Και αν αυτό συμβεί, πράγματι… δεν «Μένουμε Ευρώπη». Ούτε εδώ χωρά ερώτηση!