Την ώρα που η χώρα διολισθαίνει ολοταχώς στη ζώνη λυκόφωτος του… Παναμά, κάποιοι επιμένουν να καβγαδίζουν γύρω από το ψευδεπίγραφο δίλημμα «μένουμε/δεν μένουμε Ευρώπη». Με ερωτηματικό ή θαυμαστικό.
Κουβέντα, δηλαδή, για να περνά η ώρα. Από μόνη της η διατύπωση του ερωτήματος, εξόχως αποπροσανατολιστική, αναιρεί την ουσία της επιλογής, όπως ακριβώς συνέβη στο περιβόητο δημοψήφισμα του 2015. Γιατί δεν τίθεται -παρά μόνο από ανόητους ή προβοκάτορες- ζήτημα παραμονής της Ελλάδας στην Ευρώπη. Η χώρα μας είναι αναπόσπαστο τμήμα της ευρωπαϊκής ηπείρου, ιστορικά, γεωγραφικά και πολιτισμικά. Κανείς δεν μπορεί να την κουνήσει, που να χτυπιέται κάτω.
Επομένως, να αμφισβητείται η ευρωπαϊκή ταυτότητα της πατρίδας μας με άξονα αναφοράς και κριτήριο τη συμμετοχή της σε σύγχρονες συλλογικές δομές (Ε.Ε., ΝΑΤΟ κ.λπ.) είναι τουλάχιστον παιδαριώδες. Από κει και πέρα τίθεται πράγματι ένα ερώτημα υπαρξιακού προσανατολισμού: Σε ποια ακριβώς Ευρώπη θέλουμε να ανήκουμε; Στην Ευρώπη του ελεύθερου πνεύματος, του Διαφωτισμού, των ηθικών αξιών και της δημοκρατίας;
Στην Ευρώπη που αντιστάθηκε στον ολοκληρωτισμό όλων των αποχρώσεων, τσάκισε τον σκοταδισμό του ναζισμού και γκρέμισε τα τείχη του διχασμού; Ή μήπως στην Ευρώπη της νέας Pax Germanica, των μεγάλων υπερεθνικών συμφερόντων, των λόμπι, της βρόμικης συναλλαγής, των οικονομικών εκβιασμών, του «μεγάλου αδελφού» και της λαμογιάς;
Στην Ευρώπη ενός χυδαίου ιστορικού αναθεωρητισμού, που σβήνει μονοκοντυλιά τη συνεισφορά του ρωσικού λαού στη συντριβή του Γ’ Ράιχ, ξεχνά ποιοι ήταν οι πραγματικοί αυτουργοί του Ολοκαυτώματος και ανακαλύπτει νέους μισητούς εχθρούς στο όνομα του ατλαντικού άξονα, ώστε να ανακτήσει το Βερολίνο στρατιωτικό ρόλο; Και, στο φινάλε, αυτές οι συλλογικές δομές, στις οποίες μετ’ επιτάσεως θέλουμε να μείνουμε, πώς ακριβώς εξυπηρετούν τα ελληνικά συμφέροντα;
«Ούτε τα εξυπηρετούν ούτε τα εγγυώνται» είναι η απλή απάντηση. Ακόμη και οι πιο φανατικοί οπαδοί τους στον τόπο μας το βλέπουν πλέον και το ομολογούν.
Τις προάλλες, ο τέως Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος μίλησε για «φθίνουσα πορεία της ευρωπαϊκής ενοποίησης». Βαριά κουβέντα για έναν ορκισμένο ευρωπαϊστή. Αλλά ακριβοδίκαιη. Γιατί, απλούστατα, τα κριτήρια γύρω από τις ευρωπαϊκές αρχές και αξίες εφαρμόζονται στις μέρες μας αλά καρτ. Οπως και η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη.
Στην περίπτωση της Ουκρανίας ξεσηκώθηκε ο κόσμος και στην περίπτωση της συνεχιζόμενης τουρκικής κατοχής στη Κύπρο ή της διαρκούς απειλής στο Αιγαίο δεν κουνιέται φύλλο. «Η μη επίλυση του Κυπριακού Ζητήματος και η ανοχή της τουρκικής αυθαιρεσίας συνιστά επώδυνο σύμπτωμα της φθίνουσας αυτής πορείας του ευρωπαϊκού οικοδομήματος» είπε ο Παυλόπουλος.
Την ίδια ώρα, η διάδοχός του στο αξίωμα, η κυρία Κατερίνα, που ούτε ακούει ούτε βλέπει όσα καταφανώς… αντιευρωπαϊκά συμβαίνουν στη χώρα, στη ετήσια δεξίωση προς τιμήν του διπλωματικού σώματος είχε την έμπνευση να μην προσκαλέσει τον Ρώσο πρέσβη. Τον απέκλεισε επιδεικτικά, λες και είμαστε σε εμπόλεμη κατάσταση με τη Μόσχα!
Προσέξτε: Κάλεσε μετά βαΐων και κλάδων τον Τούρκο, που μέρα παρά μέρα απειλεί να μας φιλοδωρήσει με έναν πύραυλο στην Αθήνα, και δεν κάλεσε τον Ρώσο…
Λυπάμαι, αλλά, αν εννοούν έτσι το «Μένουμε Ευρώπη», είναι βέβαιο ότι έχουμε πάρει τη ζωή μας λάθος, που λέει και το άσμα. Και αυτά σε πολιτικό – γεωστρατηγικό επίπεδο. Αμ στο οικονομικό; Οταν οι αγορές αποφάσισαν να στραγγαλίσουν την Ελλάδα και διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις δεν είχαν το θάρρος να μετακυλίσουν τον εκβιασμό στις ευρωπαϊκές τράπεζες, η ευρωπαϊκή «αλληλεγγύη» εκφράστηκε μέσω της Γερμανίας με ένα νέο είδος αναγκαστικού δανείου.
Η Ελλάδα έμεινε… ευρωζώνη (γιατί η αποπομπή της από την Ευρωπαϊκή Ενωση δεν ετίθετο ως ζήτημα, παρά μόνο στο πλαίσιο του προπαγανδιστικού παραμυθιού των συστημικών μέσων ενημέρωσης) και πλήρωσε ένα δυσθεώρητο τίμημα για να κρατηθεί με το ζόρι… στην τρίτη ταχύτητα. Λίγο πιο πάνω από τη Ρουμανία, που σύντομα θα μας ξεπεράσει.
Με ευθύνη και συναίνεση Ελλήνων πολιτικών, αυτών του «Μένουμε Ευρώπη», αλλά και των άλλων, του γιαλαντζί αντάρτικου, η Ελλάδα κατέστη ντε φάκτο ταλαίπωρη υπερχρεωμένη αποικία μαζικού τουρισμού, πρωταθλήτρια στην ανεργία των νέων, που φορτώνει κάθε κάμπο και ραχούλα (οσονούπω και τις θάλασσες) με ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τις οποίες… εισάγει.
Και αφού πέταξε τους λιγνίτες που διαθέτει, θα χρησιμοποιεί το «πράσινο ρεύμα» για να φορτίζει ηλεκτρικά αυτοκίνητα, τα οποία επίσης δεν παράγει. Μπίνγκο!
Για αυτό σας λέω, το «Μένουμε Ευρώπη» είναι κάτι πολύ σχετικό. Ευρωπαίοι είμαστε και θα παραμείνουμε, έστω και αν οι πολιτικοί μας κάνουν ό,τι μπορούν για να μας ξαναγυρίσουν στην περίοδο της Τουρκοκρατίας.
Αλλά το «Μένουμε Ευρώπη» ας πούμε της Αννούλας Διαμαντοπούλου είναι πολύ διαφορετικό από την επιλογή να ανήκουμε σε μια Ευρωπαϊκή Ενωση «των κρατών και των εθνών», όπως θα επιθυμούσε η πλειονότητα των Ελλήνων.
Η Ευρώπη της Διαμαντοπούλου σημαίνει «ναι» στην υπερίσχυση των υπερεθνικών δομών εξουσίας, «ναι» στην ανεξέλεγκτη λαθρομετανάστευση (για να πάρουμε δημογραφικά τα πάνω μας…), «ναι» στη γραφειοκρατική ασυδοσία των Βρυξελλών που εκτρέφει τα φαινόμενα Καϊλή, «ναι» στην αναίμακτη εκχώρηση κυριαρχικών δικαιωμάτων, «ναι» στο δικαίωμα των Γερμανών να αποφασίσουν πότε θα αλλάξουμε τα ρολόγια μας και στο τέλος πότε θα επισκεπτόμαστε την τουαλέτα.
Συγγνώμη, αλλά αυτό δεν αποτελεί ενοποίηση. Γκετοποίηση αποτελεί, και όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε τόσο καλύτερα…