Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης είπε χθες στο υπουργικό συμβούλιο αυτά που έπρεπε να πει από την αρχή για το δυστύχημα των Τεμπών. Αναγνώρισε γενναία με καθυστέρηση τις ευθύνες της κυβέρνησης. Εάν το είχε κάνει από την αρχή και δεν εκφωνούσε σε υπηρεσιακό τόνο χωρίς ενσυναίσθηση το άστοχο εκείνο διάγγελμα των πρώτων ωρών με το οποίο ξέχασε να ζητήσει συγγνώμη και έριξε όλη την ευθύνη στον σταθμάρχη, προφανώς η φθορά στην εικόνα του θα ήταν κατά πολύ μικρότερη από αυτή που καταγράφεται στις μυστικές δημοσκοπήσεις.
Οχι στις δημόσιες, στις μυστικές. Σ’ αυτές που η δημοτικότητά του κινείται στη ζώνη του 20% συν πλην. Επρεπε να διαβάσει τις δημοσκοπήσεις αυτές ο κύριος πρωθυπουργός για να μετρήσει την αληθινή έκταση της ζημιάς και να μιλήσει με θάρρος στον ελληνικό λαό για τις ευθύνες. Η επικέντρωσή του στο ανθρώπινο λάθος, όπως επισημάναμε από τις πρώτες ώρες της τραγωδίας, και η επίρριψη των ευθυνών σε ένα μόνο μέλος της κυβέρνησης με τη θεωρία της αντικειμενικής ευθύνης δεν του έκανε καλό. Τον άφησε μόνο στο κάδρο. Το σημαντικότερο απ’ όλα όμως είναι ότι αυτές τις εννέα ημέρες που χάθηκαν η κυβέρνηση και ο πρωθυπουργός δεν αντιλήφθηκαν την ευρύτερη μεταβολή που επήλθε στο εκλογικό σώμα και η οποία τώρα συνειδητοποιείται.
Η κρίση των Τεμπών δεν μοιάζει καθόλου με την κρίση των υποκλοπών, ούτε με την κρίση των μεγάλων πυρκαγιών της Εύβοιας. Κατά βάση δεν μοιάζει με καμιά κρίση. Διότι είναι κρίση πολυπαραγοντική. Το δυστύχημα άνοιξε 10 διαφορετικά κεφάλαια συζήτησης στην ελληνική κοινωνία. Ανοιξε συζήτηση για την ασφάλεια των συγκοινωνιών ευρύτερα, άνοιξε συζήτηση για τις ιδιωτικοποιήσεις και τα συμφέροντα, άνοιξε συζήτηση για το πελατειακό κράτος και τα ρουσφέτια, άνοιξε συζήτηση για την τεχνολογία στις δημόσιες επιχειρήσεις στον 21ο αιώνα, άνοιξε συζήτηση για το πώς συμπεριφέρεται το κράτος στη νεολαία, καθώς τα νέα παιδιά προσέλαβαν το δυστύχημα ως μια απόδειξη ότι η χώρα τους, η Ελλάς, είναι αντίπαλος στα όνειρά τους.
Ανοιξε συζήτηση στην καρδιά της ελληνικής οικογένειας για την εμπιστοσύνη που πρέπει να έχει στο πολιτικό σύστημα ή όχι. Ανοιξε συζήτηση για την αξία της ανθρώπινης ζωής. Ανοιξε συζήτηση για την αδιαφορία της Δικαιοσύνης να διατάξει προκαταρκτική εξέταση όταν οι συνδικαλιστές προειδοποιούσαν για το δυστύχημα. Ανοιξε συζήτηση για την αντικειμενικότητα των τηλεοπτικών σταθμών και συγκεκριμένων δημοσιογράφων. Ανοιξε συζήτηση για τις παρεμβάσεις της εκτελεστικής στη δικαστική εξουσία. Ανοιξε συζήτηση για τη συμμετοχή της νεολαίας στις εκλογικές διαδικασίες. Ανοιξε συζήτηση για την επάρκεια της Προέδρου της Δημοκρατίας και αρχηγού του κράτους να κάνει τα αυτονόητα στη μνήμη των θυμάτων αντί να ρίχνει κόκκινα τριαντάφυλλα ξεχασμένα από την εορτή του Αγίου Βαλεντίνου στα καιόμενα βαγόνια.
Στην πραγματικότητα η συνέπεια των Τεμπών είναι ότι άνοιξε μια μεγάλη πολιτειακή συζήτηση συντακτικού τύπου. Μια συζήτηση για τη χρεοκοπία του κράτους. Μια συζήτηση που άρχισε με τις υποκλοπές και αφορούσε την ποιότητα της δημοκρατίας και συνεχίζεται τώρα με τον εκτροχιασμό και αφορά την αποτελεσματικότητα της δημοκρατίας. Το επιχείρημα που ακούσαμε στις υποκλοπές, ότι «αυτά πάντα γίνονταν», δεν ισχύει πλέον.
Αυτά που ζούμε δεν έχουν ξαναγίνει πουθενά. Καιρός να κατέβουμε από το ροζ συννεφάκι της αλαζονείας στο οποίο επιβαίνουμε. Προφανώς αυτή η συζήτηση δεν αφορά μόνο την κυβέρνηση. Αφορά όλα τα πολιτικά κόμματα. Αλλά επειδή η κυβέρνηση κυβερνάει και αυτή διεκδικεί την επανεκλογή της με αυτοδυναμία, πρωτίστως αυτή αφορά. Δεν ξέρω κατά πόσο ο χρόνος μέχρι τις εκλογές είναι επαρκής για αποτελεσματικές απαντήσεις, ξέρω όμως ότι η συζήτηση αυτή διεξαγόταν υπόγεια στην κοινωνία και πριν από τα Τέμπη.
Τα Τέμπη απλώς υπήρξαν ο επιταχυντής. Το αποτέλεσμα θα το δούμε στην κάλπη. Οι μέχρι τώρα εξελίξεις μάς έδειξαν ότι τα γεγονότα είναι αυτά που θα κρίνουν τις διαφορές μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου καθώς και το ποσοστό του πρώτου και του δεύτερου κόμματος. Τα γεγονότα. Πριν από τα Τέμπη οι μετρήσεις ήταν ασανσέρ. Πριν από το επεισόδιο Πολάκη η ψαλίδα της διαφοράς Ν.Δ. – ΣΥΡΙΖΑ έκλεινε στις τέσσερις μονάδες. Μετά το επεισόδιο Πολάκη η ψαλίδα άνοιξε στις έξι μονάδες, (Στα αστάθμιστα δείγματα στις οκτώ μονάδες). Μετά τα Τέμπη το κοντέρ της διαφοράς κάποια στιγμή μηδενίστηκε μεταξύ των δύο κομμάτων στη χειρότερη πολιτική στιγμή της κυβέρνησης από την αρχή της θητείας της, ενώ τώρα δείχνει τα αποτελέσματα που πληροφορηθήκαμε χθες βράδυ στους τηλεοπτικούς σταθμούς.
Η Νέα Δημοκρατία αντιμετωπίζει βαθύ πρόβλημα, γιατί εκτός από την εικόνα της ως κόμματος τραυματίστηκε και η ίδια η εικόνα του πρωθυπουργού, ενώ και ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί να έχει στρατηγικό πρόβλημα φυσιογνωμίας μολονότι αυτό κουκουλώθηκε από το δυστύχημα. Οχι μόνο τα στελέχη του αλλά και η εκλογική του βάση είναι διχασμένη μεταξύ της ριζοσπαστικής αντιπολίτευσης που εισηγείται ο Πολάκης και της κεντρώας μετριοπαθούς πολιτικής που θέλει να εφαρμόσει ο Τσίπρας. Στην ουσία παλεύουν οι δύο εαυτοί του, ο παλαιός αντισυστημικός και ο νέος συστημικός. Αν και τα δύο κόμματα ρίχνοντας τους τόνους προσωρινά έδειξαν να αντιλαμβάνονται ποιος είναι ο κίνδυνος που αντιμετωπίζουν, οι επόμενες εβδομάδες θα μας αποκαλύψουν ποιες είναι οι πραγματικές τους διαθέσεις. Στα λόγια ο πρωθυπουργός δείχνει ότι έχει πάρει το μάθημά του. Στο παρασκήνιο υπάρχουν ενδείξεις ότι όχι. Οι ζαβολιές συνεχίζονται.
Χθες όλη μέρα το Μέγαρο Μαξίμου έδινε μάχη για να μην αναπαράγεται από άλλα κανάλια το βίντεο που παρουσίασε χθες το πρωί τηλεοπτικός σταθμός στο οποίο προβάλλονταν συγκλονιστικές σκηνές από την πυρκαγιά σε ένα από τα βαγόνια του τρένου. Σκηνές που σίγουρα θα συγκλόνισαν τις οικογένειες των θυμάτων. Τις προηγούμενες μέρες επίσης το Μαξίμου έδωσε μάχη προκειμένου να καθυστερήσει η δημοσιοποίηση αρνητικών για την κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό δημοσκοπήσεων μέχρι να ολοκληρωθούν άλλες δημοσκοπήσεις, περισσότερο επιεικείς προς τη Νέα Δημοκρατία και προς τον ίδιο, ώστε να ισορροπήσουν οι εντυπώσεις.
Οταν στην κυβέρνηση αντιληφθούν ότι ζούμε σε μια ιδρυτική εποχή, μεταβατική πολιτική εποχή, και καταλάβουν ότι τα παλαιά εργαλεία δεν λειτουργούν, τότε θα πάψουν να επενδύουν και στα κανάλια και στις δημοσκοπήσεις και στα στρογγυλεμένα πορίσματα της Δικαιοσύνης και στις απεργίες χωρίς τη συμμετοχή της ΓΣΕΕ και στην εξαφάνιση των βουλευτών από κοινωνικές εκδηλώσεις για να μην αποδοκιμάζονται. Κύριε Μητσοτάκη, σπανίως σας απευθύνομαι προσωπικά, αλλά σήμερα θα πρέπει να το κάνω: το τοπίο χρειάζεται νέα ανάγνωση. Οχι συστημική διαχείριση παλαιού τύπου. Προλαβαίνετε και δεν προλαβαίνετε μέχρι τις εκλογές.