Ακούω τακτικά αναγνώστες μας και φίλους της κεντροδεξιάς παράταξης να μου επισημαίνουν το εξής: «Προσοχή, μη γίνει κανένα λάθος! Προσοχή, μην επιστρέψουν ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Τσίπρας. Δεν μπορείς να φανταστείς τι φόρους πληρώσαμε σε δαύτους».
Κάθε φορά που ακούω αυτή την επισήμανση σκέφτομαι ότι ο καλύτερος τρόπος για να γίνει η ευχή τους πραγματικότητα είναι η σύγκριση. Και η σύγκριση γίνεται πάντοτε με τηλεοπτική μονομαχία. Τηλεμαχία. Εάν ο πρωθυπουργός δεν έχει να φοβηθεί τίποτα και ο πολιτικός αντίπαλος είναι τόσο ευάλωτος λόγω του βεβαρημένου παρελθόντος του, τότε άλλη λύση από μια απευθείας αναμέτρηση -προκειμένου να ξεχωρίσει η ήρα από το στάρι- δεν βλέπω.
Ολοι οι αρχηγοί της κεντροδεξιάς παράταξης ήταν παρόντες στα λεγόμενα debates με τους πολιτικούς τους αντιπάλους από τότε που καθιερώθηκαν. Είτε αυτοί πήγαιναν στις αναμετρήσεις είτε το απέφευγαν. Ακόμη θυμάμαι την προεκλογική διαφήμιση της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές του 1993, στην οποία εικονιζόταν η κενή θέση του Ανδρέα Παπανδρέου, ο οποίος απαξίωσε να αντιμετωπίσει τότε τον πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Και ήταν αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης ο Παπανδρέου, έτσι;
Ο Μιλτιάδης Εβερτ αντιμετώπισε σε αναμέτρηση τον Κώστα Σημίτη, με ερωτώντες δημοσιογράφους τον Θόδωρο Ρουσόπουλο, τον Πέτρο Ευθυμίου και τον Παύλο Τσίμα. Ο Κώστας Καραμανλής αντιμετώπισε σε τηλεοπτική αναμέτρηση και τον Κώστα Σημίτη στις εκλογές του 2000 και τον Γιώργο Παπανδρέου στις εκλογές του 2004 και το 2009, με ερωτώντες την Ολγα Τρέμη, την Ελλη Στάη, τη Μαρία Χούκλη, τον Νίκο Χατζηνικολάου κ.ά. Ο Βαγγέλης Μεϊμαράκης επίσης αντιμετώπισε σε τηλεοπτική αναμέτρηση, στις εκλογές του 2015, τον τότε πρωθυπουργό Αλέξη Τσίπρα.
Ο μόνος που απέφυγε την αναμέτρηση για λόγους που δεν συνδέονται απολύτως με την πολιτική ήταν ο Αντώνης Σαμαράς. Ο Σαμαράς ωστόσο δεν είναι άλλη κατηγορία, δεν φοβάται τις ερωτήσεις, φοβάται τις (ελλιπείς) απαντήσεις υπό την πίεση του χρόνου. Οσοι τον ξέρουν και έχουν σταθεί απέναντί του να τον ρωτήσουν γνωρίζουν άριστα ότι υποφέρει από κρίση τελειομανίας και γι’ αυτό επιθυμεί στις συνεντεύξεις του να είναι τόσο έτοιμος ώστε τα προφορικά του να βαθμολογούνται με… 20. Κολλέγιο, τι να πεις!Το ζήτημά του είναι άλλης τάξεως.
Σε κάθε περίπτωση, λοιπόν, σχεδόν όλοι οι αρχηγοί της Νέας Δημοκρατίας εκφράζοντας την αυτοπεποίθηση της κεντροδεξιάς παράταξης έχουν αναμετρηθεί ευθέως με τους πολιτικούς τους αντιπάλους. Σπανίως περιορίστηκαν στη μία και μόνη αναμέτρηση, στην οποία μετέχουν οι υπόλοιποι πολιτικοί αρχηγοί, με συνέπεια να μην μπορεί να γίνει απευθείας σύγκριση.
Ρεσιτάλ ήθους στην Κύπρο
Εμπειρία τηλεμαχίας είχαμε πρόσφατα στην Κύπρο μεταξύ του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Χριστοδουλίδη και του αντιπάλου του Ανδρέα Μαυρογιάννη. Την παρακολούθησα. Αν και το διακύβευμά της ήταν πολύ υψηλό, η θέση του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, οι δύο άνδρες έδωσαν επί τρεις ώρες ρεσιτάλ ήθους και επιχειρηματολογίας. Χωρίς να ανταλλάξουν μεταξύ τους την παραμικρή ύβρη και το παραμικρό κοσμητικό επίθετο. Η τηλεμαχία αυτή είναι ένα υπόδειγμα πολιτικού πολιτισμού και σκληρής ιδεολογικής σύγκρουσης, και καλό θα ήταν να τη μελετήσουν όλοι οι πολιτικοί αρχηγοί στην πατρίδα μας, όχι μόνο ο πρωθυπουργός και ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Επανέρχομαι λοιπόν στο αρχικό ερώτημα: Εάν το διακύβευμα για τον κόσμο της κεντροδεξιάς παράταξης είναι «να μην έρθουν οι άλλοι», τότε γιατί μέχρι στιγμής ο πρωθυπουργός αποφεύγει να αποδεχθεί την πρόταση του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης για τηλεμαχία και εκτίθεται σε κατηγορίες ότι είναι δειλός και ότι ανάγει την πολιτική του δειλία σε ιδεολόγημα;
Από αυτά που ακούμε μέχρι στιγμής δεν είμαστε ιδιαίτερα αισιόδοξοι ότι η τηλεμαχία μεταξύ των δύο θα διεξαχθεί. Η γραμμή που διοχετεύει το Μέγαρο Μαξίμου σε γνωστούς δημοσιογράφους, οι οποίοι φιλοξενήθηκαν την Κυριακή του Πάσχα στην οικία του κύριου Μητσοτάκη στον Αγιο Πέτρο της Τήνου, είναι ότι την τηλεμαχία συνήθως τη ζητάει ο δεύτερος, που θέλει να φτάσει τον πρώτο, και ότι ο πρώτος και προπορευόμενος δεν έχει καμία υποχρέωση να σταθεί απέναντι στον πολιτικό του αντίπαλο και να τον νομιμοποιήσει. Ακόμα κι αν ισχύει αυτό το επιχείρημα, που υποκρύπτει μέσα του αλαζονεία και υποτίμηση (το άκουσα από σχολιαστή παραλιακού δελτίου ειδήσεων), είναι απορίας άξιον πώς μια κυβέρνηση που υποστηρίζει ότι έχει να επιδείξει έναν καλό απολογισμό τετραετίας αποφεύγει σε επίπεδο τηλεμαχίας τη σύγκριση με το εφιαλτικό παρελθόν της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Διότι αν είναι ακριβές το επιχείρημα ότι η σύγκριση ευνοεί, τότε η τηλεμαχία μπορεί να αυξήσει τη διαφορά και όχι να τη μειώσει.
Σε κάθε περίπτωση, ο διάλογος στη δημοκρατία δεν εξαρτάται από μικροϋπολογισμούς αυτού του τύπου. Σε όλη την Ευρώπη -με μικρές εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα- και στην Αμερική οι δύο βασικοί διεκδικητές της εξουσίας στέκονται ο ένας απέναντι στον άλλον και ανταλλάσσουν επιχειρήματα μέχρι τελικής πτώσης. Αν, λοιπόν, ο ηγέτης του ευρωπαϊκού κόμματος της πατρίδας μας και επικεφαλής της κεντροδεξιάς παράταξης, που είναι γνωστή για την προσφορά της στο Εθνος και την αυτοπεποίθησή της (ποτέ δεν λιποτακτεί από τις ευθύνες), επιλέγει να ακολουθήσει την πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου του 1993 και να απουσιάσει από τηλεμαχία, αυτό ειλικρινά είναι κάτι που μας ξεπερνά. Ο Τσίπρας δεν θα έρθει, μόνο αν αποκρουστεί.
Μέχρι στιγμής όμως το μόνο που ακούμε είναι αποκρουστικά επιχειρήματα για την απουσία από τον διάλογο της πρώτης κάλπης, στην οποία κατά τα άλλα ο κύριος Μητσοτάκης υποστηρίζει ότι θα κριθεί το πρόσωπο του πρωθυπουργού. Θέλω να ελπίζω ότι ο πρωθυπουργός (ο οποίος, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας επισκέφτηκε -όπως με ενημερώνουν εκκλησιαστικές πηγές μας στις Κυκλάδες- δεύτερη φορά και προσκύνησε τη θαυματουργό εικόνα της Παναγίας της Τήνου την Κυριακή το πρωί) θα ξανασκεφτεί την απουσία του από την τηλεμαχία. Καλές οι συμβουλές των επικοινωνιολόγων, αλλά οι μάχες κρίνονται επί του πεδίου. Αλλωστε το διακύβευμα σε αυτές τις εκλογές είναι κάτι πολύ πιο σημαντικό από την πρωτιά. Είναι η σταθερότητα και η εντιμότητα στη διακυβέρνηση. Οι απαντήσεις ενδιαφέρουν.