Από την εποχή των Μνημονίων οι πολιτικές ηγεσίες εξουσίας επιλέγονται από την Ουάσινγκτον και το Βερολίνο με γνώμονα την εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους. Συνεπώς, λόγω της ισχυρής εξάρτησης της πολιτικής ηγεσίας από τις ξένες πρωτεύουσες, η πολιτική, οικονομική και κοινωνική πορεία της χώρας έχει καταστραφεί και εκφυλιστεί.
Η χώρα στερείται εθνικής ηγεσίας με ικανότητες, διαίσθηση και ανακλαστικά, ώστε να μπορέσει να θεμελιώσει πολιτικές θέσεις και ιδεολογική ταυτότητα για να δυνηθεί να αντιμετωπίσει τις κατακλυσμιαίες οικονομικές, τεχνολογικές, πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές σε παγκόσμια κλίμακα.
Η υιοθέτηση της πολιτικής θέσης της παγκοσμιοποίησης με την ταυτόχρονη εγκατάλειψη της εθνικής ιδεολογίας μέσω της αποδοχής της ξένης εξάρτησης και της μετατροπής της χώρας σε γερμανικό προτεκτοράτο απάλλαξε το πολιτικό σύστημα από την ευθύνη της λήψης πολιτικών αποφάσεων αναφορικά με την πορεία της χώρας, ώστε πλέον ελεύθερο πολιτικών βαρών και εθνικών ευθυνών να επικεντρωθεί στον προσωπικό και οικογενειακό πλουτισμό με το δημόσιο χρήμα.
Η ανάθεση της εποπτείας της χώρας στους ξένους εκφράστηκε πρόσφατα με σαφήνεια από τον κ. Βαρουφάκη, ο οποίος, σε ερώτηση αντίδρασής του στην υποθετική κατάληψη ελληνικού νησιού από την Τουρκία εάν ήταν πρωθυπουργός, απάντησε ότι θα αντιμετώπιζε την τουρκική επιθετική ενέργεια με μία σειρά τηλεφωνημάτων στους ξένους ηγέτες.
Συνεπώς, οι εκλογές δεν επιφέρουν ουσιαστικές πολιτικές αλλαγές, αλλά αντιθέτως διαιωνίζουν τη στασιμότητα και το τέλμα στο οποίο έχει βυθιστεί η χώρα. Η εκλογική διαδικασία είτε διαιωνίζει στην εξουσία τα ίδια πολιτικά πρόσωπα είτε τα αντικαθιστά με νέα, τα οποία όμως και αυτά έχουν ως αποστολή την εξυπηρέτηση των ξένων συμφερόντων. Η σημαντικότερη ποιοτική, πολιτική διαφοροποίηση που διαμορφώθηκε την τελευταία τετραετία σε σχέση με την προηγούμενη πολιτική κατάσταση συνίσταται στο ότι στο παρελθόν το πολιτικό σύστημα «αγόραζε» τη λαϊκή ψήφο στη βάση της εξυπηρέτησης και της διαμεσολάβησης, και ταυτόχρονα διατηρούσε ισχυρούς ιδεολογικούς δεσμούς με την κομματική του πελατεία.
Η κυβέρνηση Μητσοτάκη όμως άλλαξε την πολιτική πραγματικότητα, όπως αυτή διαμορφώθηκε τα τελευταία 200 χρόνια μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους. Σήμερα η ηγεσία της Ν.Δ. περιφρονεί την κομματική βάση που της προσφέρει πλουσιοπάροχα την εξουσία. Η Ν.Δ. έχει αναλάβει την αποστολή να εξυπηρετεί τα οικονομικά συμφέροντα και τον πλουτισμό ενός μικρού αριθμού ολιγαρχικών οικογενειών.
Η ηγεσία της Ν.Δ. έχει διαφορετική ιδεολογία από την κομματική της βάση, που στη μεγάλη της πλειονότητα συμπεριλαμβάνει συντηρητικούς πολίτες που πιστεύουν στις παραδοσιακές ελληνικές αρχές και στην πολιτική αρχή της πατρίδας, επειδή δεν έχει καμία σχέση με την ιδεολογία του ελληνικού χώρου και τις αρχές της Ν.Δ., όπως αυτές οριοθετήθηκαν από τον Κωνσταντίνο Καραμανλή το 1974 και αργότερα, τη δεκαετία του 2000, από τον Κώστα Καραμανλή.
Η σημερινή ηγεσία της Ν.Δ. αφενός είναι διεθνιστική και συνεπώς ανθελληνική, και αφετέρου απορρίπτει συλλογικά τις βασικές αρχές του Καραμανλισμού, δηλαδή την κοινωνική δικαιοσύνη και την προώθηση των ιδεολογικών αρχών του Ελληνισμού.
Το σημαντικότερο πολιτικό ζήτημα που θα έπρεπε να καθορίζει την πολιτική στάση των πολιτών είναι τα θέματα οικογενειοκρατίας, που αποτελούν τον κυριότερο ανασταλτικό παράγοντα προόδου της χώρας. Τα κυριότερα πολιτικά προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Ελληνισμός σήμερα, όπως η καταστροφική οικονομική πορεία, ο αφελληνισμός, η ξενοκρατία, η οικογενειοκρατία στην πολιτική και η αδυναμία πολιτικού, κοινωνικού και οικονομικού εκσυγχρονισμού απουσιάζουν συλλογικά από την πολιτική ατζέντα.
Ομως η πολιτική συμπεριφορά, όπως η ανάδειξη επουσιωδών ζητημάτων στην πολιτική και η απουσία των πραγματικών προβλημάτων από τον δημόσιο λόγο, αντανακλά τη λαϊκή βούληση και αντίληψη. Συνεπώς το εκλογικό αποτέλεσμα της Κυριακής αποδεικνύει ότι η πολιτική ύβρις όχι μόνο περνά απαρατήρητη από τον λαό, αλλά αντιθέτως προσλαμβάνεται με θετικό πρόσημο. Το κόμμα που ανάγει την προπαγάνδα σε επιστήμη ελέγχει πλήρως τη βούληση της μάζας.