Η συναισθηματική φόρτιση με την οποία αντιμετωπίζουν κάποιοι την εκλογική διαδικασία και τις κομματικές (και από σπάνια έως… ποτέ πολιτικές) διαφορές είναι αντιστρόφως ανάλογη με την προσοχή που δίνουν στα του οίκου τους και με τη φροντίδα του εαυτού τους.
Ανθρωποι που δεν τολμούν να ψελλίσουν μισή λέξη αληθινή στην εργασία τους, όταν διαπιστώνουν ότι αδικούνται συνάδελφοί τους, που διστάζουν να εκφραστούν ελεύθερα ακόμα και μπροστά σε οικείους τους για να «μην παρεξηγηθούν» και δεν έχουν δώσει μισή μάχη στην καθημερινότητά τους -πρώτα και κύρια με τον ίδιο τον εαυτό τους και τις κακές συνήθειές του- φανατίζονται με την επικράτηση προσώπων προδήλως προβληματικοτέρων εκείνων των ιδίων!
Όποιος δεν στήνει σε κάδρο την εικόνα του ψηφοθήρα της αρεσκείας του παθιασμένου ανθρώπου λιθοβολείται (ευτυχώς λεκτικά και εν τη απουσία του). Λείπουν η κριτική σκέψη, η κατανόηση και η ανοχή σε αυτές τις περιπτώσεις και πλεονάζει το πάθος.
Πάνω σε αυτό το πάθος, το οποίο χτίζεται πάνω στις τύψεις για την καθημερινή παράδοση στη φθορά, σωρεύονται συγκρούσεις, αντιπάθειες και πικρόχολα σχόλια για ανθρώπους οικείους, καθημερινούς και μικρούς όπως οι περισσότεροι εξ ημών, που… τόλμησαν να εμπιστευτούν την ψήφο τους σε άλλο κομματικό ποιμένα από τον «σωστό».
Ουδέποτε αξιώνουμε από εμάς να είμαστε ακέραιοι, ευρύνοες, καταδεκτικοί, απλοί και αφιλοχρήματοι ιδεαλιστές, όπως από τους άλλους, στους οποίους δεν συγχωρούμε ούτε μισό… πταίσμα. Και το να μην ψηφίσουν οι άλλοι τον δικό μας «σωτήρα» δεν αντιμετωπίζεται σαν πταισματάκι αλλά σαν κακούργημα βαρύ, ιδιαζόντως ειδεχθές.
Ολοι οι πολεμιστές των «κρίσιμων» μαχών στα τέλη κάθε κοινοβουλευτικής περιόδου γνωρίζουν κατά βάθος ότι δεν έχουν ουσία και περιεχόμενο οι φανατισμοί και η υπερχειλίζουσα μοχθηρία για την άλλη άποψη. Κι όμως, επιμένουν στο κακό το χούι. Και κάπως εκλέγονται οι «σωτήρες» που μας φέσωσαν 400 δισ. ευρώ, μείωσαν τον πληθυσμό, ενθάρρυναν τον εποικισμό της χώρας με αφροασιατικές «εισαγωγές» και απεμπλούτισαν τη γλώσσα και τον πολιτισμό μας. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω…