Εργοδότης δεν είμαι ούτε υπήρξα ποτέ. Πάντα έβλεπα -και προφανώς, έκρινα- τα πράγματα από την πλευρά του εργαζομένου. Είμαι της άποψης πως από το 2010 και μετά πιο σκληρή (ενίοτε αλγεινή) υπήρξε η εσωτερική μνημονιακή συμπεριφορά παρά η εξωτερική. Αρκετοί εκμεταλλεύτηκαν το κατακρήμνισμα των εργασιακών συνθηκών υποβάλλοντας τον εργαζόμενο σε οικονομικά «μαρτύρια», πολλά εκ των οποίων διαρκούν έως σήμερα. Κατέλυσαν κάθε έννοια δικαιοσύνης υπό την ανοχή του κράτους.
Ομως οφείλω να είμαι δίκαιος. Ακούω εσχάτως τον εν αναμονή πρωθυπουργό της χώρας να παροτρύνει τους εργοδότες να δώσουν καλύτερους μισθούς ώστε να προσελκύσουν εργαζομένους. Προσέξτε: είναι ο ίδιος άνθρωπος ο οποίος τα τελευταία δύο χρόνια προσπάθησε να «εθίσει» μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας στη… λογική των pass. Με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια «γενιά» η οποία λειτουργούσε… χαλαρά πάνω σε αυτή τη «βάση» με τα πήλινα πόδια.
Κρίνοντας κάποιος, ο οποίος δεν γνωρίζει την ελληνική κοινωνία, την ατάκα που επανέλαβε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στη διακαναλική («πληρώστε περισσότερα, για να προσελκύσετε εργαζομένους»), θα μπορούσε να υποθέσει ότι στην Ελλάδα υπάρχει 0% ανεργία. Αντίθετα, με βάση τα επίσημα στοιχεία της ΕΛ.ΣΤΑΤ., η ανεργία τον Απρίλιο του 2023 ανήλθε στο 11,2%. Ας μη συζητήσουμε ούτε για το ύψος των μισθών ούτε για το ποιος είναι «καθαρός» και ποιος «μαύρος».
Επιστρατεύω κάθε καλή διάθεση για να κρίνω την προτροπή του κ. Μητσοτάκη. Δεν υπάρχει εργαζόμενος που να αρνείται μια καλά -και κυρίως δίκαια- πληρωμένη εργασία για τις υπηρεσίες που παρέχει. Και είναι προφανές ότι στη χώρα υπάρχουν και σωστοί εργοδότες που την προσφέρουν.
Το ερώτημα είναι άλλο: Πόσοι εργοδότες αντέχουν «να πληρώσουν περισσότερα για να προσελκύσουν εργαζομένους» με βάση τις δυνατότητες και τα περιθώρια που το ίδιο το κράτος τούς επιτρέπει; Δηλαδή όχι μόνο τη φορολογία, αλλά το συνολικό «περιβάλλον» του επιχειρείν.
Το κόστος του ρεύματος έχει φτάσει στον ουρανό, τα ενοίκια το ίδιο, οι πρώτες ύλες σπάνε κάθε ρεκόρ, η βενζίνη σπάνια θα πέσει κάτω από 1,8 ευρώ το λίτρο (δεν μιλάμε, φυσικά, για νησιά). Και όλα αυτά δημιουργούν μια ασφυκτική αλυσίδα, η οποία ενίοτε τυλίγεται στον λαιμό πολλών στον ιδιωτικό τομέα. Είτε διαθέτουν ένα μικρό μαγαζί στη γειτονιά είτε μια μεγάλη επιχείρηση.
Το κράτος φορο-τσάκισε τους ελεύθερους επαγγελματίες πριν από λίγα χρόνια. Κι αν ο κ. Μητσοτάκης απαντήσει «Μα αυτό το έπραξαν ο Κατρούγκαλος και ο ΣΥΡΙΖΑ», ας κοιτάξει στον δικό του καθρέφτη να δει πού βρίσκεται σήμερα η αγορά. Ολοι ζητούν μείωση του ΦΠΑ, αλλά η κυβέρνηση προτάσσει τη δημοσιονομική ασφάλεια, αφήνοντας έτσι την αισχροκέρδεια να κάνει πάρτι.
Προφανώς όλοι θέλουμε να δημιουργηθούν συνθήκες βελτίωσης των μισθών. Πρώτοι εμείς οι εργαζόμενοι, οι μισθωτοί.
Ομως επειδή λεφτόδεντρα δεν υπάρχουν, για να συμβεί τούτο, πρέπει να δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις. Τις οποίες μόνο το κράτος μπορεί να δημιουργήσει. Αν η αγορά νιώσει ανακούφιση, τότε μπορεί να στηριχτεί στα πόδια της και να στηρίξει καλύτερα τον εργαζόμενο, η ασφάλεια του οποίου εξαρτάται σαφώς από την ασφάλεια της επιχείρησης.
Φυσικά υπάρχουν μπαταχτσήδες εργοδότες, οι οποίοι έχουν «σύστημα» να εκμεταλλεύονται τον εργαζόμενο και να καρπώνονται τα οφέλη. Και γι’ αυτούς όμως υπεύθυνο το κράτος είναι. Δεν μπορεί ο πολίτης να μετατραπεί σε Οικονομική Αστυνομία.
Γι’ αυτό υποστηρίζω πως προτού ο εν αναμονή πρωθυπουργός απευθύνει επικοινωνιακές προτροπές για «καλύτερα αμειβόμενους εργαζομένους», ας φροντίσει με την πολιτική του να δημιουργήσει καλύτερες συνθήκες αγοράς. Αυτός είναι ο υγιής δρόμος.