«ΕΟΚ και ΝΑΤΟ το ίδιο συνδικάτο» έλεγε κάποτε ο Ανδρέας. Και μάλλον δεν περνούσε το Ουκρανικό από το μυαλό του. Ο Ανδρέας ήταν καλός στα λόγια τα μεγάλα. Αλλος όμως είχε τη δύναμη και το ψυχικό σθένος να αποσύρει την Ελλάδα από το στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας, όταν διαπίστωσε, μερικά χρόνια νωρίτερα, ότι δεν εγγυάτο την αποτροπή της τουρκικής απειλής. Κι αυτός ο άλλος δεν ήταν καθόλου αριστερούλης, ούτε καν «προοδευτικός». Ηταν ο Εθνάρχης Κωνσταντίνος Καραμανλής.
Ο Καραμανλής πρώτος κατάλαβε το πρόβλημα πίσω στο μακρινό 1974. Τότε που το ΝΑΤΟ διατηρούσε κάποιον λόγο ύπαρξης, η Ελλάδα αποτελούσε «προκεχωρημένο φυλάκιο» της Δύσης και η Τουρκία δεν είχε ούτε την αξία ούτε την ισχύ που διαθέτει σήμερα. Στην περίπτωση της Κύπρου, όμως, οι ατλαντιστές προτίμησαν να «αδειάσουν» τη δική μας χώρα, και το έκαναν πανηγυρικά. Εξοργισμένος με τον δεύτερο «Αττίλα» ο Καραμανλής, με μια κίνηση γενναία αλλά και φαινομενικά ριψοκίνδυνη, τράβηξε την Ελλάδα από τον αμυντικό βραχίονα, συνέχισε όμως να συντάσσεται με τον υπόλοιπο δυτικό κόσμο εναντίον της κομμουνιστικής επιβουλής.
Σήμερα, η επιβουλή αυτή είναι ανύπαρκτη. Γιατί δεν υπάρχουν κομμουνιστικές χώρες στον ορατό μας περίγυρο. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι από ποιον ακριβώς μας προσφέρει προστασία το ΝΑΤΟ, που έχει κατ’ ουσίαν πάψει και το ίδιο να εξυπηρετεί κάποιο αμυντικό σκοπό. Από την Τουρκία; Σίγουρα όχι – αυτό έχει, άλλωστε, αποδειχθεί. Από ασύμμετρες απειλές; Από μουσουλμάνους τρομοκράτες και τζιχαντιστές ή από άλλους αλλόθρησκους λαθροεποίκους που κατακλύζουν τη χώρα μας παράνομα; Ούτε κατά διάνοια. Από εξωγήινους; Ούτε αυτό δεν θα στοιχημάτιζα.
Κι όμως, σήμερα, το ΝΑΤΟ, που έχει ουσιαστικά απολέσει λόγο ύπαρξης, διαθέτει τους πιο ορκισμένους οπαδούς. Στην Ελλάδα, τους διάφορους Συρίγους, Καιρίδηδες και το ΕΛΙΑΜΕΠ, που προπαγανδίζουν αναίσχυντα την «αναγκαιότητά» του με μοναδικό επιχείρημα την ανάγκη να είμαστε στη… σωστή πλευρά της Ιστορίας. Δηλαδή, να είμαστε τα θλιβερά παπαγαλάκια ενός διεθνούς συστήματος επιβολής και να αλαλάζουμε, σαν ντοπαρισμένοι χούλιγκαν, όπως στο Ουκρανικό, μια πολεμική σύρραξη που ούτε άμεσα μας αφορά ούτε θα έπρεπε να επηρεάζει τις διεθνείς μας σχέσεις.
Το ΝΑΤΟ, λοιπόν, παρά τα περί του αντιθέτου θρυλούμενα, δεν μας ωφελεί. Μας βλάπτει. Και μας περιορίζει. Χάριν της συμμετοχής μας σε αυτή τη συμμαχία είμαστε διαρκώς υποχρεωμένοι να αναζητούμε επώδυνους (για εμάς) συμβιβασμούς με τη μοναδική χώρα που διαρκώς μας απειλεί, την Τουρκία. Συρόμαστε σε «λύσεις» που είναι φανερό ότι δεν εξυπηρετούν τα εθνικά μας συμφέροντα «για το καλό της ενότητας του ΝΑΤΟ». Πάντα προέχει η «σταθερότητα του πυλώνα» στη νοτιοανατολική Μεσόγειο, για αυτό και στο μυαλό των Αμερικανών θεωρείται αδιανόητο να ανεβαίνει το θερμόμετρο, έστω και αν οι απέναντι καθημερινά αμφισβητούν την εδαφική κυριαρχία των νησιών στο Αιγαίο.
Η από κοινού ιδιότητα μέλους στο ΝΑΤΟ, μάς εμποδίζει -χωρίς καμία αμφιβολία- να βρούμε το δίκιο μας στη διένεξη με την Τουρκία. Επιπλέον, μας υποχρεώνει να υπερεξοπλιζόμαστε με πανάκριβα συστήματα στρατιωτικής ισχύος (που στο τέλος δεν θα χρησιμοποιήσουμε), υποδεικνύοντάς μας και από πού πρέπει να τα ψωνίσουμε! Ασχέτως αν αυτό προάγει ή όχι τη μαχητική μας ικανότητα.
Τα πράγματα είναι εξαιρετικά απλά. Χωρίς να εγγυάται ούτε στο ελάχιστο την εδαφική μας ακεραιότητα, το ΝΑΤΟ μάς υποχρεώνει να συμμορφωνόμαστε με όλων των ειδών τις εξωφρενικές τουρκικές απαιτήσεις.
Ξαναγυρίζω, όμως, στο αρχικό ερώτημα: γιατί τόση… νατοπληξία εσχάτως στην Ελλάδα και την Ευρώπη; Γιατί τώρα, που το μαγαζί δεν έχει λόγο ύπαρξης, έχουν αυξηθεί μυστηριωδώς οι όψιμοι ατλαντιστές και οι πρόθυμοι υπάλληλοι; Η απάντηση είναι εύκολη: γιατί, όπως ακριβώς στην περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, έτσι και σήμερα έχει πέσει πολύ χρήμα για στρατολόγηση. Τότε στρατολογούσαν κυρίως πράκτορες, διπλωμάτες και στρατιωτικούς. Σήμερα στρατολογούν πανεπιστημιακούς, διεθνείς -τάχα μου- αναλυτές και δημοσιογράφους.
Μια ματιά στο German Marshall Fund, στο Atlantic Council και στα άλλα ευαγή ιδρύματα που προάγουν αυτές τις ιδέες φτάνει για να καταλάβουμε πώς γίνεται στις μέρες μας η δουλειά στήριξης ενός επεκτατικού στρατιωτικού μηχανισμού που έχει χάσει προδήλως τον αμυντικό του χαρακτήρα. Στα τέλη της δεκαετίας του 1990 βομβάρδισε απρόκλητα τη Σερβία, σήμερα τροφοδοτεί με εξοπλισμό και στρατιωτικούς συμβούλους τον Ζελένσκι, πουλώντας αντι-ρωσικό μένος, και μεθαύριο θα τα βάλει και με τους Κινέζους για την Ταϊβάν. Εξυπηρετεί συμφέροντα και επιδιώξεις του «ατλαντικού ιδεώδους», που συμπεριλαμβάνουν τις φιλοδοξίες μιας νέας γερμανικής επιβολής στην Ευρώπη.
Αυτό, ξέρετε, μπορεί να μην είναι τόσο κακό για έναν Βέλγο, Ολλανδό, ακόμη και Πολωνό που ψωνίστηκε ότι κινδυνεύει δήθεν από τον Πούτιν. Για τους Ελληνες, όμως, που αντιμετωπίζουν την τουρκική απειλή, η «αποθέωση» του ΝΑΤΟ αποτελεί πραγματική παράνοια.
Προ ημερών, οι μεγάλοι Σύμμαχοι συνέστησαν να ονομάζονται -κατά βούληση- τα Δαρδανέλια και τα Στενά του Βοσπόρου «Τουρκικά Στενά» και «Στενά Ινστανμπούλ», αντιστοίχως. Δέχτηκαν αντιστοίχως και να εξαφανιστούν «ενοχλητικές» για την Τουρκία χώρες από τον χάρτη και να μην αναφέρονται με το όνομά τους, αλλά μόνο με γεωγραφικές συντεταγμένες. Κύριος οίδε ποιο άλλο καπρίτσιο του Ερντογάν θα δεχτούν και στην επικείμενη Σύνοδο Κορυφής του Βίλνιους για να τον πείσουν να συναινέσει στην είσοδο της Σουηδίας. Και όλα γίνονται εις βάρος της Ελλάδας, που δεν έχει ούτε τη δύναμη να διαμαρτυρηθεί.
«Ελα, μωρέ, δεν έγινε τίποτα. Σε πολλούς χάρτες αναφέρονται ως Τουρκικά Στενά» μου είπε τις προάλλες ένας φίλος που συμμερίζεται τη «ρεαλιστική σχολή σκέψης». Μάλιστα. Χθες ήταν το «Μοντρέ», μεθαύριο θα έρθει και η σειρά της «Λωζάννης». «Ελα, μωρέ» θα πουν κάποιοι. «Για μερικές βραχονησίδες;» Σωστά. Ούτε αυτές, άλλωστε, κατονομάζονται…