Είναι απολύτως βέβαιο ότι η ελληνική κυβέρνηση δεν πρόκειται να ακολουθήσει το παράδειγμα της πρωθυπουργού της Ιταλίας Τζόρτζια Μελόνι και δεν θα φορολογήσει τα κέρδη των τραπεζών. Παρά το γεγονός ότι η πρωτοβουλία αυτή είναι ευρωπαϊκή τάση σε μια σειρά από χώρες όπως η Ισπανία, η Ουγγαρία, η Τσεχία και η Λιθουανία.
Ωστόσο, η ατζέντα που ακολουθεί η μυαλωμένη φιλοδυτική Ιταλίδα πρωθυπουργός, εν όψει και των επερχόμενων ευρωεκλογών, είναι άκρως ενδιαφέρουσα. Ειδικά υπό το πρίσμα των τελευταίων δημοσκοπήσεων, που εμφανίζουν τις δυνάμεις της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς να διεκδικούν το 24% των εδρών του επόμενου Ευρωκοινοβουλίου. Η Μελόνι από την άνοδό της στην πρωθυπουργία έχει επιδείξει αποφασιστική στάση σε σειρά θεμάτων, όπως το Μεταναστευτικό, η δραστική μείωση του ΦΠΑ για είδη πρώτης ανάγκης, η προστασία της ιταλικής γλώσσας και η απάλειψη της αγγλικής ορολογίας από τα έγγραφα της ιταλικής Δημόσιας Διοίκησης, η κατάργηση της παρένθετης μητρότητας, η θέση της για τα ομόφυλα ζευγάρια και τώρα η σύγκρουσή της με τις τράπεζες.
Πρόκειται για ένα ολοκληρωμένο ιδεολόγημα, είτε διαφωνεί κανείς με αυτό είτε συμφωνεί, το οποίο διαπερνάται από πνεύμα αντισυστημικότητας. Ομως, στην κατάσταση που έχει φτάσει ο καπιταλισμός παγκοσμίως, και ειδικά ο ευρωπαϊκός καπιταλισμός, διερωτάται κανείς πλέον αν το να δηλώνει κανείς αντισυστημικός σημαίνει ότι είναι και περιθωριακός. Δεν είναι. Δεν είναι πια. Και δεν είναι γιατί ο καπιταλισμός, αν θέλει να ζήσει, χρειάζεται να μεταρρυθμιστεί.
Λαϊκό συναίσθημα
Τα καμπανάκια χτυπούν διαρκώς και αδιάκοπα τα τελευταία χρόνια. Οταν ένας διεθνής οίκος αξιολόγησης, από εκείνους που στην Ελλάδα είχαμε δαιμονοποιήσει την περίοδο της κρίσης, φτάνει στο σημείο να υποβαθμίζει το αξιόχρεο της αμερικανικής οικονομίας και όταν ή Moody’s υποβαθμίζει σειρά αμερικανικών τραπεζών, αυτό σημαίνει εμμέσως ότι καταγγέλλεται το υπόδειγμα ενός καπιταλισμού ο οποίος τα τελευταία χρόνια ζει με το χρήμα που κόβει και με επιδόματα.
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η αίσθηση της υπερσυγκέντρωσης πλούτου σε ελίτ που αδιαφορούν για τις λαϊκές πλειοψηφίες γίνεται πεποίθηση κάθε μέρα και περισσότερο. Σε σημείο που, όταν η Μελόνι ανοίγει θέματα συγκρούσεων με το χρηματοπιστωτικό σύστημα, με άλλες χώρες του Bορρά για το Mεταναστευτικό, με εσωτερικές πολιτικές δυνάμεις για θέματα ατομικών δικαιωμάτων και ανθρώπινων ελευθεριών, να μη μοιάζει πλέον σαν την τρελή του χωριού. Ούτε να είναι ευάλωτη σε επιθέσεις ότι ακολουθεί την πολιτική του πρωθυπουργού της Ουγγαρίας, Ορμπαν. Στην πραγματικότητα, εναρμονίζεται με το από πολύ καιρό διαμορφωμένο λαϊκό αίσθημα.
Αντίστοιχες παραστάσεις για ανάλογα θέματα υπάρχουν πλέον και στην ελληνική κοινή γνώμη. Ολοι αντιλαμβάνονται ότι τα κουρέματα που κάνουν οι τράπεζες, προνομιακά, σε δάνεια των ελίτ είναι αυτά που εμποδίζουν την αύξηση των επιτοκίων καταθέσεων των αποταμιευτών. Ολοι ψιθυρίζουν ότι η επιβολή του νέου μοντέλου των σχέσεων ομόφυλων ζευγαριών έχει απώτερο στόχο σε βάθος χρόνου την απαξίωση της ετεροφυλίας. Αυτοί που ξέρουν υποστηρίζουν μάλιστα ότι, με την ψευτοεπανάσταση που γίνεται, σε μερικά χρόνια τα συμβατικά ζευγάρια δεν θα υπογράφουν καν σύμφωνο συμβίωσης – οι γάμοι θα καταργηθούν. Και, μαζί με τους γάμους και τα βαφτίσια, και άλλες τελετές γύρω από τις οποίες έχει οικοδομηθεί η παράδοσή μας.
Ζήτημα η Ελλάδα
Το πώς θα εκδηλωθεί στην Ελλάδα αυτό το κύμα είναι ένα ζήτημα, καθώς αυτοί που διεκδικούν να το εκφράσουν τα μικρότερα κόμματα έχουν μεγάλες οργανωτικές αδυναμίες και αρνούνται να προσεγγίσουν τους πολίτες με τις κλασικές συνταγές του συστήματος, σε ένα γήπεδο όμως ήδη διαμορφωμένο.
Η τάση που εκπροσωπεί η Μελόνι πανευρωπαϊκά είναι υπαρκτή, και το μόνο που απομένει να δούμε τον προσεχή Ιούνιο είναι τι χαρακτήρα θα λάβει. Το σύστημα καταφέρνει και καταπνίγει με εξαιρετική αποτελεσματικότητα στο τέλος οποίες επαναστάσεις κυοφορούνται – το απέδειξε άλλωστε και στις πρόσφατες εκλογές της Ισπανίας, όπου ανέκοψε τη συγκυβέρνηση Ακροδεξιάς.
Στις προηγούμενες ευρωεκλογές το είχε καταφέρει εντυπωσιακά. Ωστόσο, αντίπαλος των κατεστημένων δυνάμεων στο προσεχές μέλλον είναι οι ίδιες τους οι πολιτικές. Ο ίδιος του ο εαυτός. Από ένα σημείο και μετά, η τακτική να φωνάζει κανείς «λύκος στα πρόβατα» χάνει την αποτελεσματικότητά της. Θα δούμε.