Οσο περνούν οι μέρες και οι εβδομάδες και απομακρυνόμαστε από τη συνάντηση κορυφής Γεραπετρίτη – Φιντάν τόσο πιο πολύ ανοίγουν οι αρχικώς ερμητικώς κλειστοί δίαυλοι της ενημέρωσης στην Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη. Και η αποσφράγισή τους μας κομίζει ένα εξαιρετικώς ενδιαφέρον νέο: η συνάντηση δεν πήγε καλά. Η χημεία των δύο ανδρών δεν ταίριαξε. Καθηγητής-ακαδημαϊκός ο δικός μας, στρατιωτικός και διπλωμάτης ο άλλος, έχουν διαφορετική οπτική του κόσμου, της ισχύος, του δικαίου και της περιοχής.
Ατλαντιστής με πτυχίο από το Πανεπιστήμιο Maryland ο Φιντάν, ευρωπαϊστής με σπουδές στην Οξφόρδη και στο Εδιμβούργο ο καταγόμενος από τον πανέμορφο Μενετέ Καρπάθου ο Γεραπετρίτης, έχουν διαφορετικές αναφορές. Δύσκολο να συνεννοηθούν. Εκτός από τη χημεία δεν ταίριαξαν, όμως, απολύτως και οι απόψεις τους.
Οι βασικές αιτίες είναι, όπως πληροφορούμεθα, δύο: το Κυπριακό και οι βραχονησίδες στο Αιγαίο. Αυτές αφορούν κυρίως, αλλά όχι μόνον, οι περίφημες «διαφορές» για τις οποίες ομίλησε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών. Η βάση της διαφωνίας Ελλάδος – Τουρκίας είναι, ως φαίνεται, η Κύπρος μας. Την οποία, όσο και αν θέλει να την εγκαταλείψουμε ο πρώην υφυπουργός και καθηγητής Χρήστος Ροζάκης, δύσκολα θα βρεθεί Ελλην πρωθυπουργός που θα την «πουλήσει» χωρίς να ρισκάρει το κρέμασμά του σε πολιτική αγχόνη.
Οι Τούρκοι, όμως, επιμένουν: θέτουν ως προϋπόθεση «sine qua non» για την επίλυση των Ελληνοτουρκικών και την παραπομπή τους στη Χάγη την προηγούμενη οριστική επίλυση του Κυπριακού. Το οποίο, εμμέσως, συνδέεται με σειρά θεμάτων που αφορούν τον ελληνοτουρκικό διάλογο, όπως η ΑΟΖ, η υφαλοκρηπίδα, τα χωρικά ύδατα, η συνεκμετάλλευση του ορυκτού πλούτου της Μεσογείου κ.ά. Κατά την Αγκυρα, οποιαδήποτε λύση στα Ελληνοτουρκικά χωρίς προηγούμενη λύση του Κυπριακού θα είναι στον αέρα.
Ευάλωτη σε αναθεώρηση στην πράξη, με την πρώτη αφορμή. Η Αθήνα, ωστόσο, έχει καταστήσει περίπου σαφές ότι δεν επιθυμεί ούτε να ξοδέψει διπλωματικό κεφάλαιο για τη διαπραγμάτευση του Κυπριακού ούτε να αναλάβει πολιτικό κόστος για την επίλυσή του. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης φρόντισε από την αρχή της πρώτης θητείας του, το 2019, να διαμηνύσει προς πάσα κατεύθυνση -και τη Λευκωσία- ότι «δεν είμαι διατεθειμένος να αναλάβω ευθύνες που δεν μου αναλογούν».
Αντέστρεψε μάλιστα τη διαπραγματευτική πυραμίδα Κοτζιά στο Κραν Μοντανά. Ενώ έως το 2019 η Ελλάς προέτασσε την επίλυση του ζητήματος των εγγυήσεων και της αποχώρησης των τουρκικών στρατευμάτων, για να ακολουθήσει η απευθείας διαπραγμάτευση Ελληνοκυπρίων – Τουρκοκυπρίων για τις εσωτερικές πτυχές (Συνταγματικό – εδαφικό), μετά την ανάρρηση Μητσοτάκη στην πρωθυπουργία ο οδικός χάρτης άλλαξε: προετάχθη η διμερής μεταξύ Ελληνοκυπρίων – Τουρκοκυπρίων, έπειτα η τριμερής υπό τον ΟΗΕ και στο τέλος η πενταμερής με τη συμμετοχή Τουρκίας και Ελλάδος για το ζήτημα των εγγυήσεων.
Παράλληλα, όπως αποκάλυψε στο βιβλίο του ο Κύπριος εκδότης Κωστής Χατζηκωστής, δύο φορές ο Ελλην πρωθυπουργός ζήτησε από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη αλλαγή της εθνικής στρατηγικής για την ενέργεια. Την πρώτη, όταν τον κάλεσε να διακόψει τις γεωτρήσεις εντός της Κυπριακής ΑΟΖ κατ’ απαίτησιν του Ερντογάν και, τη δεύτερη, όταν ζήτησε την παράκαμψη της Κύπρου χάριν της Τουρκίας στη χάραξη της διέλευσης του αγωγού EastMed.
H εικόνα ολοκληρώνεται από τη διαφορετική στάση Ελλάδος – Κύπρου στις ψηφοφορίες για το Κοσσυφοπέδιο στο Συμβούλιο της Ευρώπης (πλησιάζουμε να το αναγνωρίσουμε κατά τον πρωθυπουργό του) και στην ψηφοφορία για τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ). Για να λυθεί λοιπόν το Κυπριακό κατά τον τρόπο που επιθυμεί η Τουρκία θα πρέπει να διασπαστεί ιστορικά ο Ελληνισμός.
Οσο και να θέλει να αυτονομήσει την εξωτερική πολιτική του από τη Λευκωσία ο κύριος Μητσοτάκης, γνωρίζει άριστα ότι αυτό είναι δύσκολο. Οχι αδύνατον, όχι απίθανο για τα δεδομένα του και τα «πιστεύω» του, πάντως δύσκολο. Ενα το κρατούμενο, λοιπόν. Και να ήθελε ο κύριος Γεραπετρίτης και να ταίριαζε το χνώτο του με τον κύριο Φιντάν (που δεν ταιριάζει), εδώ υπάρχει πρόβλημα.
Για αυτό απέφυγε να χρησιμοποιήσει τον όρο «νέα εποχή», που λάνσαρε ο συνομιλητής του, ο οποίος τα έλεγε στην Αθήνα για να τα ακούει η Ουάσινγκτον. Αυτό, όμως, δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα. Υπάρχει ένα ακόμη: οι βραχονησίδες. Τα νησιά και τα μικρονήσια.
Οι Τούρκοι αμφισβητούν την κυριαρχία τους για δύο βασικούς λόγους. Ο πρώτος είναι πως θεωρούν ότι οι βραχονησίδες δεν μπορούν να θεωρηθούν «γραμμές βάσεως» για τη χάραξη των ελληνικών χωρικών υδάτων. Ο δεύτερος είναι πως θεωρούν ότι τόσο τα κατοικημένα νησιά όσο και τα μικρά ακατοίκητα δεν έχουν υφαλοκρηπίδα. (Οι ΗΠΑ διακηρύσσουν ότι υφαλοκρηπίδα έχουν μόνο τα κατοικημένα νησιά!).
Εδώ λοιπόν δεν πρόκειται για το έδαφος και την κυριαρχία ή για το έδαφος μόνο. Πρόκειται για την επίδραση που θα έχει το έδαφος στη χάραξη και οριοθέτηση των θαλάσσιων ζωνών που επιθυμούν να αποκτήσουν οι Τούρκοι στην καρδιά του Αιγαίου, στις πλάτες της άμυνας των ελληνικών νησιών, δυτικά του 28ου μεσημβρινού.
Ωραίες οι θεωρίες που είχε ο κύριος Γεραπετρίτης λοιπόν πριν από την ανάληψη του θώκου, αλλά τώρα αντιλαμβάνεται πως ούτε λύση «πακέτο» Αιγαίου – Κύπρου μπορεί να σηκώσει, όπως απαιτούν οι Τούρκοι, ούτε αποκατάσταση οθωμανικών μνημείων (ύστερα από όσα έγιναν στην Κωνσταντινούπολη με την Αγία Σοφία) ούτε αναγνώριση «τουρκικής μειονότητος» ούτε τίποτε.
Και σε συνυποσχετικό να θελήσει να τα εντάξει αυτά, υπό τον μανδύα «της μίας και μόνης διαφοράς», στο τέλος οι παραχωρήσεις και τα τυχόν κομπρεμί θα αποκαλυφθούν. Τι προβλέπεται μετά ταύτα για το προσεχές μέλλον; Και οι δύο πλευρές θα υποκρίνονται ότι διαπραγματεύονται σε επίδειξη καλής διαγωγής προς τη Δύση.
Ο Ερντογάν γιατί το έχει βάλει «αμέτι μουχαμέτι» να πάρει από τις ΗΠΑ τα F-16 για λόγους γοήτρου, ο Μητσοτάκης γιατί έχει τις φιλοδοξίες του. Και οι δύο θα έχουν στον νου τους το blame game. Αν, παρ’ ελπίδα, ο Ελλην πρωθυπουργός παραπιεστεί, ένα είναι βέβαιον: δεν θα αναλάβει την ευθύνη μόνος του.
Εχει ήδη σχεδιάσει πως θα τη φορτώσει και σε άλλους. Μέχρι να φτάσουμε εκεί, ο κ. Γεραπετρίτης θα μπορούσε να πάρει τις αποστάσεις του. Αν όχι ευθέως, πλαγίως. Με μια καρπαθίτικη μαντινάδα, σαν αυτές που λένε στο πανηγύρι της Παναγίας Μενετέ τον Δεκαπενταύγουστο!