Δεν χρειάζεται να επαναλαμβάνουμε το αυτονόητο: Ο λαός είναι κυρίαρχος και η άποψή του σεβαστή. Αφού, λοιπόν, 100 ημέρες μετά τη δεύτερη διακυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, τις φωτιές, τις πλημμύρες, τις καταστροφές, την πρωτοφανή ακρίβεια, οι ψηφοφόροι χάρισαν ακόμη έναν θρίαμβο στις επιλογές-εκλεκτούς του Κυριάκου Μητσοτάκη, σημαίνει ότι ο πρωθυπουργός τα έχει όλα καλώς καμωμένα. Εχει σαρώσει την (υποτιθέμενη) αντιπολίτευση, κερδίζει τη μία εκλογική μάχη μετά την άλλη με συντριπτικά ποσοστά και «έβαψε» γαλάζια όλη τη χώρα, η οποία με τέτοια αποδοχή στην κυβερνώσα παράταξη δείχνει σαν να ζούμε στην… Ελβετία των Βαλκανίων!
Οταν ύστερα από όσα συνέβησαν το καλοκαίρι, όχι μόνο δεν υπήρξε «φθορά», όχι μόνο δεν υπήρξε μερική αποδοκιμασία, αλλά οι Ελληνες που ψήφισαν -όσοι ψήφισαν- αποθέωσαν την πολιτική του Κυριάκου Μητσοτάκη, εκείνος δικαιούται να κάνει ό,τι θέλει! Αυτοί οι εκλογικοί θρίαμβοι δεν «διαβάζονται» μόνο ως αποδοκιμασία της αντιπολίτευσης, αλλά κυρίως ως αποδοχή των κυβερνητικών πεπραγμένων. Οσο κι αν τούτο μοιάζει λίγο με σύγχρονο ανέκδοτο.
ςΑφού, λοιπόν, οι συμπατριώτες μας είναι τόσο… ενθουσιασμένοι με τη ζωή που τους προσφέρει η κυβέρνηση Μητσοτάκη, τότε καλώς έπραξαν. Δικαίωμά τους. Αλλά και δικαίωμα του πρωθυπουργού, επαναλαμβάνω, είναι να κάνει ό,τι γουστάρει σε βάρος του οικογενειακού προϋπολογισμού.
Οσοι ψήφισαν στις αυτοδιοικητικές εκλογές δεν ήταν ούτε το 50% των Ελλήνων. Στις μεγάλες πόλεις, μάλιστα, μόλις που ξεπέρασαν το 30%. Κι αυτό… θρίαμβος του Κυριάκου Μητσοτάκη αλλά και ολόκληρου του πολιτικού συστήματος είναι. Σε κάθε εκλογική διαδικασία αδυνατούν να πείσουν τον κόσμο, ειδικά τους νέους ανθρώπους, να προσέλθουν στην κάλπη. Σωστότερα, τους έχουν ήδη απομακρύνει με τις πρακτικές τους.
Οταν επτά στους 10 δεν θέλουν να επιλέξουν τον δήμαρχο της πόλης τους, όταν αρνούνται να μπουν καν στη σκέψη-επιλογή, αυτό δεν συνεπάγεται αδιαφορία αλλά σιχτίρισμα. Φανερώνει την ξεκάθαρη απογοήτευση του κόσμου σε αυτά που του προσφέρουν ως πρόταση. Γυρίζει την πλάτη. «Φωνάζει» στο πολιτικό προσωπικό ότι δεν είναι ικανό να τον πείσει, δεν μπορεί να λύσει τα προβλήματα, είναι μόνο για το «φαίνεσθαι».
Αν μπορούσαν οι «νικητές» -ή να ήθελαν- να διακρίνουν πίσω από την αλαζονεία τους, θα έβλεπαν πως διαρκώς συρρικνώνεται το εκλογικό σώμα. Οτι επιλογή των ανθρώπων είναι να μην ακούνε, να μην προβληματίζονται, γιατί είναι πλήρως απογοητευμένοι. Γιατί η αποχή από την κάλπη αυτό υποδηλώνει πρωτίστως: την απογοήτευση.
Προφανώς όμως, επειδή ο νικητής ενδιαφέρεται -και προβάλλει- μόνο γι’ αυτό που γράφει το ταμπλό, εκείνο που κυριαρχεί είναι ο χάρτης «Της γαλάζιας Ελλάδας» και το «πολιτικό φαινόμενο Κυριάκος Μητσοτάκης», όπως είπε σε μια ατάκα-μνημείο ο άνθρωπος που λίγα χρόνια πριν τον εξύβριζε δημόσια, ο Αδωνις Γεωργιάδης.
Οσο για την αντιπολίτευση; Η ανυπαρξία της δεν εκφράζεται μόνο στην κάλπη αλλά και στον τρόπο που αδυνατεί να διαβάσει ακόμη και το προφανές. Οταν όσοι πήγαν να ψηφίσουν, ύστερα από τέτοιο καταστροφικό καλοκαίρι, της γύρισαν την πλάτη, σημαίνει ότι με την υπάρχουσα μορφή της έχει ήδη «καταδικαστεί» σε ποσοστά κάτω του 20%. Δηλαδή σαν κουνούπι στο πόδι του ελέφαντα.
Εάν δεν αντιληφθούν όσο γίνεται πιο γρήγορα την ανάγκη προσέγγισης και ενδεχόμενης εκλογικής συνύπαρξης, θα τσακώνονται για το ποιος είναι δεύτερος στο… 15%. Μιλάμε για τη γελοιότητα – ανυπαρξία σε όλο το μεγαλείο της.