«Με γέλασαν τα πουλιά, της άνοιξης τ᾽ αηδόνια, με γέλασαν και μου είπανε, ποτέ δεν θα πεθάνω». Ακούγοντας τον Χρόνη Αηδονίδη να ερμηνεύει με τη συγκλονιστική βυζαντινή χροιά της φωνής του το θρακιώτικο αυτό δημοτικό τραγούδι, σκέφτηκα πως τελικά δεν τον γέλασαν τα πουλιά. Την αλήθεια τού έλεγαν, αφού η θύμησή του θα μένει για πάντα ζωντανή μέσα από τη φωνή του, που θα σκορπίζει ρίγη συγκίνησης σε όσους την ακούν, αλλά και μέσα από τον πλούτο του αρχείου του που φιλοξενείται στην Ιερά Μητρόπολη Αλεξανδρουπόλεως και βρίσκεται στη διάθεση όλων.
Ο Χρόνης Αηδονίδης γεννήθηκε στην Καρωτή Διδυμοτείχου και από μικρός μυήθηκε στα βυζαντινά ακούσματα λόγω του ιερέα πατρός του, αλλά και λόγω της δημοτικής παράδοσης που εκείνη την εποχή παρέμενε ζωντανή στην καθημερινότητα του ελληνικού λαού. Το πάντρεμα στη συνείδησή του των δύο αυτών στοιχείων του λαϊκού μας πολιτισμού, που καλλιεργήθηκε και αναπτύχθηκε με την παρότρυνση των γονέων του και με τη μετέπειτα οικογενειακή εγκατάστασή του στην Αθήνα, τον οδήγησε να ολοκληρώσει τις σπουδές του επί της βυζαντινής μουσικής στο Ελληνικό Ωδείο, δίπλα στον μεγάλο μουσικοδιδάσκαλο Θεόδωρο Χατζηθεοδώρου.
Παρά την εργασία του ως λογιστής, μέχρι το 1988, στο Σισμανόγλειο Νοσοκομείο Αθηνών, η μεγάλη αγάπη και ενασχόλησή του παρέμεινε ο χώρος της παραδοσιακής μουσικής μας, και αυτό ήταν κάτι που ανέδειξε εντός και εκτός Ελλάδος χάρη στην παρότρυνση και τελικά τη συνεργασία του με τον σπουδαίο Ανατολικοθρακιώτη λαογράφο Πολύδωρο Παπαχριστοδούλου. Μέσα από την εκπομπή του τελευταίου «Θρακικοί Αντίλαλοι», στο κρατικό ραδιόφωνο, αναδείχθηκε ο αξιοθαύμαστος λαογραφικός πλούτος της Θράκης, σε επίπεδο τόσο τραγουδιών όσο και εθίμων, ενώ το 1957 ανέλαβε δική του, εβδομαδιαία εκπομπή στην κρατική ελληνική ραδιοφωνία.
Οπως τονίζεται από το Αρχείο Μουσικολαογραφικής Παράδοσης «Χρόνης Αηδονίδης», το τεράστιο έργο του μπορεί να συνοψιστεί στα εξής: α) διάσωση της μουσικής παράδοσης της Θράκης (στη δισκογραφία του έχουν καταγραφεί περισσότερα από 500 τραγούδια της Θράκης), β) διαμόρφωση του θρακιώτικου τραγουδιού, διαπλάθοντάς το με σεβασμό πάνω στους ήχους και στους δρόμους της βυζαντινής μουσικής παράδοσής μας, γ) δημιουργία δεκάδων τραγουδιών (τα οποία εντάχθηκαν στη μουσική μας παράδοση χωρίς το όνομά του, αφού, όπως έλεγε ο ίδιος, «είναι παραδοσιακά και ανήκουν στον ελληνικό λαό»), δ´) διδασκαλία της παράδοσης (ενδεικτικά, μέσω της δημιουργίας στην Αλεξανδρούπολη του Κέντρου Μελέτης Μουσικής Παράδοσης Θράκης, Μικράς Ασίας και Ευξείνου Πόντου, όπου λειτούργησε και το Εργαστήρι Παραδοσιακής Μουσικής, αλλά και σε διάφορα ωδεία και ιδρύματα).
Η κορυφαία στιγμή στη μουσική πορεία του Χρόνη Αηδονίδη ήταν αναμφισβήτητα η εμφάνισή του στο Maison de la Musique de Nanterre στο Παρίσι, όπου με τη συνεργάτιδά του Νεκταρία Καραντζή μύησαν το παρισινό κοινό στα μυστικά των θησαυρών της μουσικής παράδοσής μας σε μια μοναδική συναυλία. Τόσο οι ομογενείς μας όσο και οι Γάλλοι μουσικόφιλοι είχαν την ευκαιρία να γνωρίσουν και να απολαύσουν τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ βυζαντινής και δημοτικής μουσικής. Αυτή ήταν αναμφισβήτητα και η σημαντικότερη πτυχή στο έργο και στη συνολική, τεράστιας και ανυπολόγιστης αξίας, προσφορά του μεγάλου Θρακιώτη ερμηνευτή και δασκάλου.
Ο Χρόνης Αηδονίδης θα είναι πάντα παρών στη δημοτική μας παράδοση, που του εμπιστεύθηκε τον κόσμο της, όπως το δένδρο δέχθηκε τον «άγουρο και καλό στρατιώτη»: «Δέξε με, δεντρί, εμέν’ και τ’ άλογό μου, πού είν’ η ρίζα σου να δέσω τ’ άλογό μου, πού είν’ η κλώνα σου να βάλω τ’ άρματά μου;»
*Γιάννης Χ. Κουριαννίδης
Διευθυντής περιοδικού «Ενδοχώρα»
[email protected]