Ο Ερντογάν, όταν είδε τα αμερικανικής κατασκευής F-16 να βομβαρδίζουν το τουρκικό Κοινοβούλιο και να απειλούν το αεροσκάφος που τον μετέφερε από το Νταλαμάν στην Κωνσταντινούπολη, στο πραξικόπημα του 2016, και επειδή τον ενημέρωσαν η Ρωσία και το Ιράν ότι πίσω από το πραξικόπημα βρίσκονταν οι ΗΠΑ, αποφάσισε στην ουσία να προμηθευθεί από τη Ρωσία ένα οπλικό σύστημα που θα προστάτευε τον ίδιον και το καθεστώς του από την αμερικανική απειλή.
Αυτός είναι ο κύριος λόγος που αποφάσισε ο ίδιος, χωρίς να υπάρχει προηγουμένως υπηρεσιακή εισήγηση, να προμηθευθεί η τουρκική πολεμική αεροπορία το υπερσύγχρονο αντιαεροπορικό-αντιπυραυλικό σύστημα S-400. Η κίνηση αυτή του Ερντογάν προκάλεσε αλυσιδωτές αντιδράσεις στην τουρκική εξωτερική πολιτική και εθνική άμυνα. Επιδεινώθηκαν οι σχέσεις της Τουρκίας με τις ΗΠΑ, αποβλήθηκε η Τουρκία από το πρόγραμμα παραγωγής των F-35, έκτοτε εφαρμόζεται ένα ιδιότυπο εμπάργκο οπλικών συστημάτων, με αποκορύφωμα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Τουρκία στην αγορά των εξελιγμένων F-16 Viper.
Η κατάσταση αυτή, δηλαδή η αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα των F-35 και η αδυναμία να προμηθευθεί αεροσκάφη 4ης γενιάς δυτικής κατασκευής, σε συνδυασμό με την πρωτοπορία που έχει αποκτήσει η Ελλάδα με την προμήθεια των Rafale και την αναβάθμιση των F-16 σε Viper, καθώς και με την προμήθεια των φρεγατών Belharra, έχει δώσει ένα αδιαπραγμάτευτο πλεονέκτημα στην Ελλάδα όσον αφορά τον έλεγχο του εναέριου και θαλάσσιου χώρου στο Αιγαίο και στην ανατολική Μεσόγειο.
Ο Ερντογάν από το 2022 αποφάσισε να αλλάξει τακτική και όχι στρατηγική έναντι της Ελλάδας, για δύο λόγους:
Ο πρώτος είναι επιχειρησιακός. Οι παραβιάσεις και οι διεκδικήσεις της Τουρκίας στηρίζονταν κατά βάση στην υπεροχή που θεωρούσε ο Ερντογάν ότι είχαν οι ένοπλες δυνάμεις του έναντι των αντίστοιχων ελληνικών. Οταν τον ενημέρωσαν οι υπηρεσιακοί παράγοντες ότι αυτό το «πλεονέκτημα» χάθηκε, ο Ερντογάν υποχρεώθηκε να αλλάξει τακτική και να επιδιώξει για ένα διάστημα να καλλιεργήσει κλίμα διαλόγου και προσέγγισης με την Ελλάδα.
Ο δεύτερος είναι πολιτικός. Ο Ερντογάν αντιλήφθηκε ότι η πολιτική της Ελλάδας να συνάψει συμφωνίες και συμμαχίες με μια σειρά από χώρες, σε συνδυασμό με τις προσπάθειες της κυβέρνησης να διεθνοποιήσει την επεκτατική πολιτική της Τουρκίας, μετά το επιχειρησιακό πλεονέκτημα, έδωσε και ένα πολιτικό πλεονέκτημα στην Ελλάδα σε διεθνές επίπεδο. Το γεγονός αυτό, όπως και το ότι η θέση της Τουρκίας διεθνώς, κυρίως στις ΗΠΑ και στην Ε.Ε., αποδυναμώθηκε από την επιλογή των S-400, τις ιδιαίτερες σχέσεις με τη Ρωσία και τον Πούτιν αλλά και από τη τάση που τηρεί στον πόλεμο της Ουκρανίας, οδήγησαν τον Ερντογάν στην απόφαση να επιδιώξει για λόγους τακτικής και όχι στρατηγικής να δείξει στη διεθνή κοινότητα ότι επιδιώκει τον διάλογο και την προσέγγιση με την Ελλάδα.
Οσον αφορά την Ελλάδα, μπορεί η προσέγγιση και η διακοπή των παραβιάσεων να μας εξυπηρετεί σε έναν βαθμό, όμως πρέπει να γνωρίζουμε ότι ο Ερντογάν δεν έχει κάνει -και ούτε θα κάνει- πίσω επί της ουσίας σε καμία από τις διεκδικήσεις του. Απλώς χρησιμοποιεί την Ελλάδα για τους λόγους που προαναφέραμε.
Οσον αφορά τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η τουρκική εξωτερική πολιτική, ας δούμε τι λέει ο έμπειρος δημοσιογράφος Murat Yetkin για το θέμα:
Γιατί δεν ήρθε ο Ιρανός πρόεδρος;
Τα προβλήματα στην εξωτερική πολιτική της Τουρκίας αυξάνονται. Ο υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν είπε στη Μεγάλη Τουρκική Εθνοσυνέλευση ότι το 2024 θα είναι επίσης δύσκολο. Το Ιράν μπορεί να έχει προσθέσει θέματα στα υπάρχοντα προβλήματα στην τουρκική εξωτερική πολιτική. Κατά την επιστροφή του από την κοινή σύνοδο κορυφής των ισλαμικών χωρών στο Ριάντ στις 11 Νοεμβρίου, ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν είπε ότι ο Ιρανός πρόεδρος Ιμπραήμ Ρεΐσι θα έρθει στην Τουρκία στις 28 Νοεμβρίου και ότι θα συζητήσουν τι θα μπορούσε να γίνει από κοινού σχετικά με την κρίση της Γάζας. Ωστόσο, ο Ρεΐσι δεν ήρθε στις 28 Νοεμβρίου. Μετά την ακύρωση της επίσκεψης, ούτε η Τεχεράνη ούτε η Αγκυρα έκαναν επίσημη δήλωση.
Τα σχόλια στη διπλωματική κοινότητα στην Αγκυρα είναι διάφορα… Το πιο εύλογο είναι ότι ο Ρεΐσι, στο τηλεφώνημά του με τον Ερντογάν στις 26 Νοεμβρίου, πρότεινε να αναβληθεί η επίσκεψη και να αποφασίσουν για νέα ημερομηνία, μετά την εκτίμηση της κατάστασης που θα προκύψει από τη συζήτηση για τη Γάζα στο Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Ο υπουργός Εξωτερικών Χακάν Φιντάν αναμένεται να συναντηθεί με τον Ιρανό υπουργό Εξωτερικών Χουσεΐν Εμίρ Αμπντουλαχιάν στη Νέα Υόρκη και αμφότεροι θα ενημερώσουν τους ηγέτες τους. Ωστόσο, στη δήλωση της Διεύθυνσης Επικοινωνιών σχετικά με το τηλεφώνημα Ερντογάν – Ρεΐσι δεν υπάρχουν πληροφορίες για το γιατί δεν έγινε η επίσκεψη, μόνο ότι θα συζητηθεί το θέμα στη συνάντηση υψηλού επιπέδου συνεργασίας που θα πραγματοποιηθεί σύντομα στην Τουρκία.
Ο Φιντάν έδωσε μια υπόσχεση στη Σουηδία;
Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Νέα Υόρκη, ο Φιντάν θα παραστεί επίσης σε ξεχωριστή συνάντηση για τη Γάζα με τον υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντονι Μπλίνκεν, ως μέλος της κοινής επιτροπής υπουργών Εξωτερικών του Οργανισμού Ισλαμικής Συνεργασίας και του Αραβικού Συνδέσμου για τη Γάζα, που ιδρύθηκε στη Σύνοδο του Ριάντ.
Η επιτροπή είχε προηγουμένως συναντηθεί με τους υπουργούς Εξωτερικών της Κίνας, της Ρωσίας, του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γαλλίας, μεταξύ των πέντε μόνιμων μελών του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ με δικαίωμα αρνησικυρίας. Οι ΗΠΑ είναι ο τελευταίος κρίκος αυτής της αλυσίδας.
Ο υπουργός Εξωτερικών είχε συναντηθεί και με τον Αμερικανό ομόλογό του την προηγούμενη μέρα, στη συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών του ΝΑΤΟ που πραγματοποιήθηκε στις Βρυξέλλες στις 28 Νοεμβρίου. Η δήλωση μετά τη συνάντηση προήλθε από το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ: Συζητήθηκαν η κρίση της Γάζας, οι όμηροι που κρατούσε η Χαμάς και υπογραμμίστηκε ότι ο Μπλίνκεν είπε στον Φιντάν ότι η ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ «πρέπει να γίνει το συντομότερο δυνατό».
Ο Φιντάν πήγε στη συνάντηση του ΝΑΤΟ για να τονίσει το θέμα της Γάζας, αλλά στο προσκήνιο ήρθε η Σουηδία. Μάλιστα, ο Σουηδός υπουργός Εξωτερικών Τόμπιας Μπίλστρομ υποστήριξε ότι κατά τη μεταξύ τους συνάντηση ο Φιντάν τού υποσχέθηκε ότι η ένταξη της Σουηδίας θα εγκριθεί από τη Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας «μέσα σε εβδομάδες». Σύμφωνα με επίσημες πηγές που μίλησαν ανώνυμα, ο Φιντάν είπε ότι «είναι στη διακριτική ευχέρεια της Βουλής». Αναρωτιέμαι αν ήταν δική του η εκτίμηση για τον χρόνο της έγκρισης ή αν υπάρχει ειλημμένη απόφαση; Δεν υπάρχουν πληροφορίες για αυτό.
Γάζα, Σουηδία, F-16
Αυτό που είναι ενδιαφέρον είναι ότι στην ίδια δήλωση στην οποία ο Σουηδός υπουργός ισχυρίστηκε ότι έλαβε μια υπόσχεση από τον Φίνταν «μέσα σε εβδομάδες», είπε επίσης ότι γνώριζαν τη σχέση μεταξύ της ένταξης της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και της πώλησης F-16 από τις ΗΠΑ σε Τουρκία. Ωστόσο, η Αγκυρα δεν είναι βέβαιη ότι η κυβέρνηση Τζο Μπάιντεν θα μπορέσει να ξεπεράσει το εμπόδιο του Κογκρέσου πριν από τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου 2024, ακόμη κι αν η Τουρκία εγκρίνει την ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ.
Η προσπάθεια της Τουρκίας να πείσει τη Γερμανία να συναινέσει στην αγορά αεροσκαφών Eurofighter Typhoon, συμπαραγωγής Γερμανίας, Αγγλίας, Ισπανίας και Ιταλίας (προκειμένου να κλείσει πραγματικά το χάσμα της νότιας πτέρυγας του ΝΑΤΟ), έγινε με τον Γερμανό καγκελάριο Ολαφ Σολτς στο Βερολίνο στις 17 Νοεμβρίου. Πάντως, το θέμα της έγκρισης του Βερολίνου δεν φαίνεται να είναι στο τραπέζι αυτή τη στιγμή, αφού στη στάση που τηρεί η Τουρκία στο θέμα Ισραήλ – Χαμάς προστέθηκε η ευθεία κατηγορία του Ερντογάν για τη συμμετοχή της Γερμανίας στο Ολοκαύτωμα.
Η κρίση, που άρχισε όταν η Χαμάς επιτέθηκε στο Ισραήλ στις 7 Οκτωβρίου και σκότωσε 1.200 ανθρώπους, κυρίως αμάχους, και συνεχίζεται με το Ισραήλ να σκοτώνει 14.000 ανθρώπους, κυρίως αμάχους, στη Γάζα ως αντίποινα, έχει αυξήσει τα προβλήματα στην τουρκική εξωτερική πολιτική.
Η κρίση της Γάζας, η ένταξη της Σουηδίας στο ΝΑΤΟ και οι αγορές πολεμικών αεροσκαφών της Τουρκίας για την άμυνά της είναι όλα θέματα αλληλένδετα. Εάν ο Φιντάν δεν μπορεί να λύσει αυτόν τον κόμπο, θα χρειαστεί ένας Αλέξανδρος να τον κόψει.