Καθόμουν ήσυχα ήσυχα ένα απόγευμα τις προάλλες και διάβαζα τη «δημοκρατία», όταν με πέταξε ο ανατριχιαστικός ήχος του κινητού, που υποδήλωνε μήνυμα από την Πολιτική Προστασία για επικείμενο κακό.
Έντρομος άκουσα και διάβασα το μήνυμα, ότι για τις επόμενες δώδεκα ώρες η περιοχή μου θα γινόταν θέατρο βιβλικών καιρικών φαινομένων, ότι οι αέρηδες θα σαρώσουν τα πάντα και οι βροχές θα πλημμυρίσουν το σύμπαν και, συνεπώς, μην το κουνήσουμε από το σπίτι και να λάβουμε όλα τα μέτρα για να γλιτώσουμε – αν τελικώς γλιτώσουμε.
Αλαφιασμένος είπα στο στεφάνι μου να σπεύσει στο σούπερ μάρκετ για να προμηθευτεί τα αναγκαία (της το έλεγα μέρες, αλλά ακούνε οι γυναίκες;), δηλαδή κονσέρβες, γάλατα, μπισκότα, σπαρματσέτα, γκαζάκια, γιατί το ρεύμα θα κοπεί πρώτο πρώτο και να επιστρέψει γρήγορα, διότι η συντέλεια του κόσμου πλησίαζε.
Εγώ πάλι ετοίμασα εκείνο το φουσκωτό που έχουμε (καλού κακού), έδεσα με μια παλιά άγκυρα το αμάξι και με σχοινιά τα πράγματα που έχουμε στο μπαλκόνι, φορέσαμε σωσίβια και περιμέναμε.
Πέρασε μία ώρα, πέρασαν δύο, πέρασαν τρεις και κατά τις τρεις, κοντά στα ξημερώματα και προτού βγει ο ήλιος, που έλεγε και η Μοσχολιού, έριξε μία γερή βροχή, σαν αυτές που πέφτουν εξαπανέκαθεν κάθε τέτοια εποχή και αυτό ήταν. Άσε μας, ρε 112….