Βγήκαν τα αποτελέσματα του διαγωνισμού PISA 2022 και μάθαμε ότι οι Ελληνες μαθητές πάτωσαν. Κάτω από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ και στα τρία εξεταζόμενα πεδία: Κατανόηση κειμένου, μαθηματικά και φυσικές επιστήμες. Χαμηλότερα αποτελέσματα από τον διαγωνισμό του 2018, τα οποία ήταν ακόμη χαμηλότερα από αυτά του διαγωνισμού του 2015 και γενικώς από το 2010 και μετά η πτώση στο επίπεδο των μαθητών είναι ελεύθερη χωρίς αλεξίπτωτο. Διαβάζω κάτι προοδευτικούς που αποδίδουν την αποτυχία στο «αναχρονιστικό», λένε, εκπαιδευτικό σύστημα. Κι όμως το πρόβλημα είναι ακριβώς αυτό.
Οτι το εκπαιδευτικό μας σύστημα παραείναι «προοδευτικό». Δεν είναι τυχαίο ότι τις πρωτιές τις καταλαμβάνουν ασιατικές χώρες, γνωστές για την πειθαρχία τους και για τον παραδοσιακό τρόπο διδασκαλίας, δοκιμασμένο μέσα στους αιώνες και επιτυχημένο. Εάν δεν πιάσεις μολύβι και χαρτί για να γράψεις, εάν δεν λύσεις ένα σωρό ασκήσεις, δεν σκύψεις πάνω από ένα κείμενο, δεν αναλύσεις λέξη προς λέξη, δεν σωπάσεις μέσα στο μάθημα να ακούσεις τον δάσκαλο, δεν πειθαρχήσεις, δεν δουλέψεις σκληρά, δεν θα μάθεις. Κανόνας.
Εμείς κάναμε την τάξη παιδική χαρά. Θρανία σε διάταξη τραπεζιών σε ταβέρνα, όπου ο ένας μαθητής κοιτά τον άλλον, όχι τον πίνακα ή τον δάσκαλο, διότι πρέπει να μάθουμε την ομαδοσυνεργατική μέθοδο. Τεχνικές που εφαρμόζονται σε εργασιακούς χώρους σε επιχειρήσεις τις βάλαμε στο Δημοτικό, για να μάθουν, λέει, τα παιδιά να συνεργάζονται. Διότι μόνο διαλύοντας το μαθησιακό περιβάλλον μπορεί ένα παιδί να μάθει να συνεργάζεται. Το βλέπουμε, άλλωστε, πόσο καλά έχουν μάθει να συνεργάζονται οι συμμορίες ανηλίκων στις επιθέσεις τους. Ενώ η δική μου γενιά που πήγε σε «αναχρονιστικό» σχολείο και μας σήκωναν στον πίνακα να πούμε απέξω την ιστορία, άσε που έμενες και στην ίδια τάξη, δεν έμαθε να «συνεργάζεται», ούτε έμαθε γράμματα.
Nα βγει ένας δάσκαλος να πει τι γίνεται μέσα στην τάξη με αυτά τα ομαδοσυνεργατικά, τη μέθοδο «μαθαίνω παίζοντας», όπου η φασαρία ακούγεται μέχρι το επόμενο τετράγωνο και όπου κανείς δεν μαθαίνει γράμματα, αλλά το μόνο που μαθαίνει είναι η απειθαρχία. Να προσθέσω τα προγράμματα σπουδών, το χαμηλού επιπέδου περιεχόμενο πολλών βιβλίων, τα κακά ελληνικά, τα ακατάλληλα κείμενα, τα άχρηστα εργαστήρια δεξιοτήτων. Με τι θα μάθει το παιδί τη γλώσσα μας; Με τις συνταγές για κουλουράκια και τις οδηγίες χρήσης της καφετιέρας; Είναι μεγάλη αυτή η συζήτηση και θα επανέλθω.
*Διδάκτωρ Διδακτολογίας Γλωσσών και Πολιτισμών, Πανεπιστημίου Paris III – Sorbonne Nouvelle