To έγκυρο περιοδικό Economist, στο τελευταίο τεύχος του, κατατάσσει την Ελλάδα πρώτη, ανάμεσα σε 35 πλούσιες χώρες. Μας αναγνωρίζει, συγκεκριμένα, τις καλύτερες οικονομικές επιδόσεις, σχετικά με πέντε χρηματοοικονομικούς δείκτες (Πληθωρισμό 3.4% μεταβολή), (εύρος πληθωρισμού -13.3% ), (ΑΕΠ 1.2% μεταβολή), (Απασχόληση (1.1% μεταβολή), (Χρηματιστηριακή αξία της αγοράς (43.8% μεταβολή).
- Της Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη
Να σημειώσω καταρχήν, ότι είναι ευχάριστο, το ότι ο Economist ασχολείται με την Ελλάδα με θετικά, αυτή τη φορά σχόλια, σε αντίθεση με προηγούμενα, συχνά, ειρωνικού χαρακτήρα (όπως ο Πρωθυπουργός που εμφανιζόταν ως ο καλύτερος μαθητής της ΕΕ).
Ωστόσο, είναι ξεκάθαρο, ότι οι θετικές αυτές εξελίξεις των πέντε παραπάνω δεικτών, είναι εντελώς ασήμαντες και ουδόλως σε θέση να μεταβάλουν την πάγια τραγική κατάσταση της ελληνικής οικονομίας. Και το γελοίο του πράγματος έγκειται στο να εμφανιζόμαστε εμείς, ως ανταγωνιστές ομαλών οικονομιών, που δεν υπέστησαν τα εγκληματικού περιεχομένου μνημόνια, κραδαίνοντας την αναιμική μας μεγέθυνση του 1.2%, παρότι είναι γνωστό ότι η επιβίωσή μας απαιτεί πολλαπλάσιο ρυθμό ανάπτυξης, τουλάχιστον του 5.5% ετησίως και βέβαια επί συνεχούς βάσης.
Έχω υποστηρίξει αναρίθμητες φορές, ότι εδώ στην καταπακτή όπου βρισκόμαστε, απαιτείται σοβαρότητα και όχι αβάσιμοι ενθουσιασμοί, ώστε να υπάρξει ελπίδα, σε κάποιο μακρινό μέλλον, για να ορθοποδήσει η οικονομία μας.
Και αφού αναφέρθηκα στους παραπάνω δείκτες του Economist, με πολύ γενικά σχόλια, έρχομαι να υπενθυμίσω ορισμένα δεδομένα μας, σε σχέση με αυτούς:
- Πληθωρισμός. 3.4% και μειώθηκε κατά 13% σε σχέση με το προηγούμενο έτος. Δυστυχώς, όμως, ο πληθωρισμός αυξήθηκε στο σκέλος εκείνο, που άμεσα αφορά στην ποιότητα ζωής των πολιτών. Είναι τα τρόφιμα, των οποίων οι τιμές αυξήθηκαν κατά 8.8%, λόγω αισχροκέρδειας, την οποίαν αδυνατεί, δυστυχώς, να τιθασεύσει η Κυβέρνηση. Και στο σημείο αυτό είμαστε «πρωταθλητές», αλλά δυστυχώς με την αντίστροφη φορά αυτής που μας αναγνωρίζει ο Economist.
- ΑΕΠ. 1.2%. Η Ελλάδα, σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ευρώπη, δεν εισήλθε σε φάση ύφεσης, αλλά αντίθετα διατήρησε μια σταθερή, υποτονική όπως πάντα, μεγέθυνση της τάξης του 1% περίπου, όπως ακριβώς έχει προβλέψει το ΔΝΤ για τις επόμενες δεκαετίες. Και με βάση τα παραπάνω εύλογο τίθεται το ερώτημα, που ακριβώς βασίζεται ό όποιος ενθουσιασμός, δεδομένου ότι η χώρα μας:
- έχει γύρω στο 30% του ΑΕΠ της, μετά τα μνημόνια και την πανδημία, και επί 13 χρόνια η απώλεια αυτή δεν έχει υποκατασταθεί
- ήταν η οικονομία με το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ μεταξύ των βαλκανικών οικονομιών-μελών της ΕΕ, ενώ τώρα εμφανίζεται τελευταία
- ο μέσος ετήσιος μισθός στην Ελλάδα είναι ο χαμηλότερος στην ΕΕ
- έρχεται πρώτη, στην ΕΕ, ως ποσοστό πληθυσμού που κινδυνεύει από πτώχευση
- η φτώχεια είναι τόσο εκτεταμένη ώστε αναγκάζει τους Έλληνες να εργάζονται πιο σκληρά και περισσότερες ώρες, σε σύγκριση με τους λοιπούς εργαζόμενους στην Ευρώπη
- το 2022, οι πολίτες στην ΕΕ αποταμίευσαν κατά μέσο όρο το 12,7% του διαθέσιμου εισοδήματός τους, ενώ η Ελλάδα, η μοναδική οικονομία της ΕΕ με την Πολωνία, εμφανίζει αρνητική αποταμίευση της τάξης του 4% (και η Πολωνία με αρνητική αποταμίευση μισής μονάδας)
- είναι ουραγός των εξαγωγών στην ΕΕ και επιπλέον καταγράφεται μείωσή τους, σε σχέση με το 2021
- παρά τον πληθωρισμό, ο οποίος μειώνει το ποσοστό χρέους στο ΑΕΠ, αυτό (δημόσιο και ιδιωτικό) ανέρχεται στο ιλιγγιώδες ποσό των 657 δισεκατομμυρίων ευρώ ή 352,5% στο ΑΕΠ, παραμένοντας το υψηλότερο της ΕΕ (σε πείσμα των θυσιών επί 13 χρόνια)
- επανέρχεται δριμύτερη η εφαρμογή του Συμφώνου Σταθερότητας, με την Ελλάδα να υποχρεώνεται να καταβάλει γύρω στο 2% του ΑΕΠ (ως πρωτογενές πλεόνασμα).
Συνεπώς, ναι, αν μας βελτιώνει το χαμηλό ηθικό μας, ας θριαμβολογούμε για την «πρωτιά μας» στον Economist. Αλλά, ταυτόχρονα να διατηρούμε στοιχειώδη σοβαρότητα, σχετικά με τη μηδενική σημασία αυτών των δεικτών αναφορικά με την πορεία της ελληνικής οικονομίας.
- Απασχόληση 1.1%. Αναντίρρητα, η ανεργία μειώνεται στην Ελλάδα, όπως άλλωστε και στις λοιπές χώρες της Ευρώπης, παρότι η χώρα μας παραμένει η δεύτερη υψηλότερη σε ανεργία στην ΕΕ. Ωστόσο, η μείωση αυτή της ανεργίας, συμπορεύεται με την υψηλότερη παραοικονομία στην ΕΕ, αμέσως μετά τη Βουλγαρία, της τάξης του 23,6%, αλλά και παράλληλα με σημαντική μερική και αβέβαιη απασχόληση, που συνοδεύεται από εξευτελιστικές αμοιβές, καθώς και με συνέχιση της αιμορραγίας των νέων, στο εξωτερικό.
- Χρηματιστηριακή αξία της αγοράς 43.8%. Εντυπωσιακό, όντως, το νούμερο της αύξησης της χρηματιστηριακής αξίας της αγοράς. Ωστόσο, θα ήταν απαραίτητο να γνωρίζαμε σε τι ανταποκρίνεται αυτό το «επίτευγμα», δεδομένου ότι οι ελληνικές επενδύσεις είναι περισσότερο από υποτονικές, σε συνδυασμό με το Υπερταμείο, που ξεπουλά σταδιακά το σύνολο του δημόσιου πλούτου, και που ήδη εισβάλει ακάθεκτο στην καρδιά των υπηρεσιών κοινής ωφέλειας, αγγίζοντας και το νερό. Επιπλέον, θα ήταν ενδιαφέρον να πληροφορηθούμε τι ακριβώς συνέβη με τις τράπεζες, για τις οποίες οι Έλληνες μάτωσαν τρεις φορές για την ανακεφαλαίωσή τους, αλλά οι μετοχές τους τώρα ξεπουλιούνται στο 1/3 της αξίας τους. Και βέβαια, σχετικά πάντοτε με τον αυλόγυρο της χρηματιστηριακής αξίας, θα άξιζε να πληροφορηθούμε το πως, ακριβώς, αντιμετωπίζεται από την Πολιτεία η μαζική πώληση ακινήτων σε όλη την Ελλάδα, σε ξένους, ακόμη βέβαια και σε Τούρκους, και τι μπορούν αυτές οι πωλήσεις να σημαίνουν σε επίπεδο της χρηματιστηριακής αξίας της αγοράς, και όχι μόνο. Τέλος, η επανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας είναι σίγουρα σημαντικό γεγονός, αναφορικά με τη δυνατότητα δανεισμού μας με όρους συμφερτικότερους. Ωστόσο, η απόδοση τόσο υπερβολικής σημασίας για την απόκτησή της απεικονίζει, δυστυχώς, την αφασία της ελληνικής οικονομίας σε επενδύσεις εθνικής προέλευσης.
Αυτά για τη σημασία και τις εξάρσεις ενθουσιασμού, με την ευκαιρία του σχετικού, για την πατρίδα μας, αρθριδίου του Economist.