Έκλαιγα την πρώτη μέρα και στο νηπιαγωγείο και στην α΄ δημοτικού. Αντί να με αφήσουν να παίζω πόλεμο, να κάνω εξερευνήσεις με τον σκύλο μου, με τραβολογάγανε να μάθω να μην μπερδεύω το έψιλον με το τρία. Τελικά, όμως, αυτοί που δεν τα θέλουν μπλέκουν και γίνονται γραφιάδες.
- Από τον Φαήλο Μ. Κρανιδιώτη
Και μόνο εγώ ξέρω πόσο αγαπώ τα βουνά, τη φύση, τα άλογα και τις μοτοσικλέτες, αλλά, όταν δεν γράφω για τη δουλειά, θα γράφω γι’ αυτήν εδώ την εφημερίδα που κρατάτε στα χέρια σας, διότι, κακά τα ψέματα, υπάρχει μια ράτσα ανθρώπων που το έχει το μελάνι στο αίμα της. Και έχω να σας πω μερικά πράγματα γι’ αυτή την εφημερίδα και το συγκρότημα που χτίστηκε γύρω της με τα χρόνια, δίνοντας δουλειά σε τόσους ανθρώπους, πράγματα που μόνον όσοι είμαστε από μέσα τα γνωρίζουμε.
Πέρασαν κιόλας εννιά χρόνια από εκείνο το μεσημέρι που φάγαμε στην Πλάκα με τον Γιάννη Φιλιππάκη και τον Παναγιώτη Λιάκο, που του πρότεινε την αφεντιά μου για αρθρογράφο και τον ευχαριστώ γι’ αυτό. Ο Γιάννης με τους συνεργάτες του ξεκίνησε ένα εκ πρώτης όψεως παράλογο εγχείρημα, να χτίσει έναν τίτλο από το μηδέν και να κατακτήσει κυκλοφορία που θα του έδινε βιωσιμότητα μέσα στην κρίση. Και τα κατάφεραν, χωρίς να είναι μπετατζήδες, έμποροι όπλων, παράρτημα των γνωστών μαγαζιών λεηλασίας της χώρας, όπου η εφημερίδα ή το κανάλι έχουν παθητικό αλλά είναι ο βραχίονας εκβιασμού για τις άλλες «δουλειές» και η μπίζνα στο σύνολό της είναι κερδοφόρα. Εφημεριδάς και στα έντυπα χρόνια, ξέρει πώς δουλεύει όλο το πράγμα. Έτσι σήμερα ιστορικές εφημερίδες δυστυχώς δεν υπάρχουν, ενώ άλλες βλέπουν την πλάτη της «δημοκρατίας» κι ας έχουν από τις πλάτες που λέγαμε, από καράβια μέχρι περίεργες καταστάσεις και, φυσικά, το νομιζόμενο αβαντάζ της κομματοσκυλίασης.
Αυτό που κρατάτε είναι εφημερίδα, τελεία. Μπορεί να διαφωνείτε μερικές φορές με την κεντρική θέση, όμως όλοι όσοι γράφουμε εδώ απολαμβάνουμε μια ελευθερία που δεν θα συναντήσει κανείς δημοσιογράφος ή αρθρογράφος σε άλλες εφημερίδες και γενικά ΜΜΕ.
Στην αρχή έγραφα κάθε Πέμπτη, ύστερα κάθε Τετάρτη, μετά βγήκε το κυριακάτικο, άρχισα να γράφω και την Κυριακή, μετά βγήκε και το ιστορικό ένθετο, το «History», έγραφα κι εκεί κάθε μήνα. Κι έχω ένα μικρό ρεκόρ. Δεν έχω λείψει ούτε μια φορά από τη στήλη μου. Ακόμη και στις διακοπές, με το κινητό στην παραλία τα γράφω και τα στέλνω. Μια φορά στο Πήλιο βγήκα σε έναν βράχο, μόνο εκεί είχε σήμα, και με το κινητό σχεδόν στο ύψος του μετώπου.
Κράμπα μετά το άρθρο, λες και μάζεψα ελιές. Και τα άρθρα μου δεν τα λες και διπλωματικές διακοινώσεις. Το είπαμε, η μάνα μου τα κλαίει ακόμη τα λεφτά για τα γαλλικά, το πιάνο και το μπαλέτο. Τίποτα δεν έπιασε πάνω μου. Αλήται Κορυδαλλιώται. Ετσι, ομολογώ πως για καιρό στην αρχή ανέμενα πότε θα σκάσει μύτη η πρώτη παρέμβαση και κάποιος θα επιχειρήσει να με λογοκρίνει. Πριν από έξι ή επτά χρόνια σε διακοπές είχα γράψει και στείλει με κόπο το κυριακάτικό μου με το κινητό, γιατί ήμουν πάλι σε μια ραχούλα, το οποίο θυμάμαι ως ύφος κειμένου ήταν στο αμέσως προηγούμενο στάδιο από το να δείρεις κάποιον. Κάποια στιγμή βρίσκω αλλεπάλληλες κλήσεις του Σαλαμούρα, με τον οποίο, ένεκα πεζοναύτης εκείνος, αλεξιπτωτιστής εγώ, αποκαλούσαμε «κομάντο» ο ένας τον άλλον. Τον παίρνω, ενώ έκλεινε το φύλλο, και μου λέει αγχωμένος: «Ρε κομάντο, έχουμε πρόβλημα με το άρθρο σου». Αμόλησα το ζωνάρι μου επτά πήχες για καβγά και ρώτησα κοφτά: «Τι πρόβλημα;» «Εχουμε πει μέχρι 900 λέξεις και είναι ακριβώς το διπλάσιο, 1.800! Πώς το κατάφερες αυτό; Δεν χωράει». Το κινητό μου δεν μπορούσε να μετρήσει λέξεις και, παρασυρμένος από τον οίστρο μου, το έκανα το άρθρο Μπεν Χουρ. Γελάσαμε, έκανα κοπτική ραπτική και το ξαναέστειλα συμμαζεμένο. Αυτή ήταν η μοναδική φορά που δέχτηκα «παρέμβαση». Ποτέ άλλοτε και για τίποτα. Για να καταλάβετε τη διαφορά, υπάρχουν δύο συγκροτήματα στα οποία απαγορεύεται να αναφερθεί και το όνομά μου, στα δε ηλεκτρονικά τους μέσα έχω να κληθώ πάνω από τέσσερα χρόνια. Το ένα από αυτά παραβίασε και τον νόμο για τις τηλεοπτικές εμφανίσεις στις ευρωεκλογές για να μη με εμφανίσει σε πάνελ.
Όπως είχε πει δημοσιογράφος του ενός σε συνεργάτη μου, ατενίζοντας τη θάλασσα του Φαλήρου, «Τον Φαήλο τον γουστάρουμε, έχουν αιχμές οι απόψεις του και προκαλούν ενδιαφέρον, αλλά ό,τι κόβει από τον Κυριάκο ή του επιτίθεται είναι κομμένο από το αφεντικό»! Ωραία πράγματα και η δημοκρατία να τρέχει από τα μπατζάκια τους. Τώρα παίζουν τουρκοσίριαλ και είναι απασχολημένοι να κάνουν φιλολαθρομεταναστευτική προπαγάνδα και να προβάλλουν την ισχύ και τις θέσεις της Τουρκίας.
Όταν λοιπόν ενοχλείστε γιατί η «δημοκρατία» είναι σκληρή με το κόμμα σας ή θεωρείτε πως αδικεί τον Χ αγαπημένο σας πολιτικό, να θυμάστε πως κρατάτε μια αληθινή δεξιά πατριωτική εφημερίδα, με παράλληλη λαϊκή ταυτότητα, στην οποία η λογοκρισία και οι παρεμβάσεις στους αρθρογράφους είναι άγνωστες λέξεις και πρακτικές. Σε όλα δε τα μεγάλα εθνικά θέματα είχε και έχει μια σταθερή και ανόθευτη στάση. Γι’ αυτό άλλωστε τη θεωρώ και είναι σπίτι μου, άσυλο εθνικών ιδεών, σε μια χώρα όπου άλλα ΜΜΕ έχουν κρεμασμένες διάφορες φούντες στο βρόμικο και σκουριασμένο σπαθάκι τους, ξένων συμφερόντων ή ντόπιων μεγαλοκατσαπλιάδων, που υποδύονται τους ιμιτασιόν Μπερλουσκόνηδες ενώ είναι γιουσουφάκια. Γι’ αυτό στηρίζουμε, αγοράζουμε «δημοκρατία». Ακόμη κι αν διαφωνείτε, διαβάζετε εφημερίδα κι όχι newsletter νταβατζήδων ή πρεσβειών.
Εννιά χρόνια ελευθεροφροσύνης. Εύχομαι τα δεκαπλάσια.
Δείτε επίσης: Η μόνη που δεν φοβάται τη λέξη «Δεξιά»…