Τέσσερα γεγονότα ανέδειξαν το σκοτεινό πρόσωπο της Ελλάδας. Την παραμονή της Πρωτοχρονιάς το πρώτο άπτεται της γιορτής της Χαμάς στο Σύνταγμα, απουσία αυτοχθόνων Ελλήνων. Το δεύτερο, της μετατροπής ενός δημόσιου νοσοκομείου σε μπουζουκερί. Το τρίτο, της ληστρικής φορολογίας των ελεύθερων επαγγελματιών και, το τέταρτο, των αντιστρόφως ανάλογων των αποδοχών μισθολογικών αυξήσεων των δημοσίων υπαλλήλων. Χαρακτηριστικά οι αποδοχές υπουργών και συνταξιούχων αυξήθηκαν 2.500 και 0-10 ευρώ μηνιαίως αντίστοιχα.
Το πλέον σημαντικό γεγονός, όμως, που χαρακτηρίζει τη λειτουργία της κοινωνίας είναι η καθολική απουσία αντιδράσεων στα απεχθή γεγονότα και συνεπώς η αποδοχή τους. Πράγματι, η γιορτή της Χαμάς στο Σύνταγμα έτυχε της επιδοκιμασίας της πλειονότητας του πολιτικού συστήματος. Οι όποιες αντιρρήσεις και επιφυλάξεις που εκφράστηκαν χαρακτηρίστηκαν «ρατσιστικές, συντηρητικές και ξενοφοβικές».
Προφανώς, ο υψηλός δείκτης ευφυΐας που χαρακτηρίζει τους «κοινωνικά ευαίσθητους» πολίτες εμποδίζει να διαπιστωθεί η καθολική απουσία γυναικών και Ελλήνων στο πανηγύρι. Από τα σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης φαίνεται ότι οι επικροτούντες τα τεκταινόμενα στο Σύνταγμα αδυνατούν να επεξεργαστούν το γεγονός ότι πληθυσμιακή επικράτηση «πολιτισμικών εμπλουτιστών» θα επιφέρει, εκτός της υψηλής αισθητικής της μπούρκας, εφαρμογή της αποκτηθείσης εμπειρίας «ραβδίσματος ελιάς» στον γυναικείο πληθυσμό της χώρας ή την επιβολή αναγκαστικού γάμου σε εννιάχρονα παιδιά, πρακτικές που εφαρμόζουν οι πολυπολιτισμικοί εμπλουτιστές στις πατρίδες τους. Το δεύτερο απεχθές γεγονός επικεντρώνεται στη μετατροπή των δημόσιων οργανισμών, συμπεριλαμβανομένων και των νοσοκομείων, σε μπουζουκερί.
Αν παραβλέψουμε το γεγονός ότι οι εορτασμοί λαμβάνουν χώρα με τα χρήματα των βαρέως φορολογούμενων πολιτών και επίσης ότι είναι ανεπίτρεπτο να τελούνται σε νοσοκομεία αγκαλιά με τον θάνατο, είναι αξιοσημείωτο ότι οι συμμετέχουσες κυρίες στα γλέντια αδυνατούν να αντιληφθούν ότι το λίκνισμα στα τουρκοτσιφτετέλια είναι αντιαισθητικό επειδή δικαιωματικά ανήκει μόνο σε νεαρές κοπέλες. Τα δύο άλλα επαχθή γεγονότα είναι οικονομικής φύσεως. Το ένα άπτεται της καταστροφής της μεσαίας παραγωγικής τάξης μέσω της ληστρικής φορολογίας και το άλλο της αμετροέπειας και της ασέλγειας του πολιτικού συστήματος επί του πληθυσμού μέσω της ανισοβαρούς αύξησης των αποδοχών του.
Την περασμένη εβδομάδα στη Γερμανία εκατομμύρια αγρότες απέκλεισαν τους δρόμους της χώρας και πέτυχαν να αποσυρθεί το μέτρο της άρσης της επιδότησης του πετρελαίου. Στην Ελλάδα τα εκατομμύρια των ελεύθερων επαγγελματιών υιοθέτησαν «σιγή ασυρμάτου» μετά την αυθαίρετη επιβολή του τεκμαρτού εισοδήματος επί του μεγέθους της επιχείρησης, που θα επιφέρει τσουνάμι απολύσεων μετά τον Φεβρουάριο. Είναι αξιοσημείωτο το γεγονός ότι παρά την οικονομική δυσπραγία η κοινωνία παραμένει απαθής στις καθημερινές αυξήσεις των τροφίμων, που είναι πολλαπλάσιες αυτών των πλουσιότερων χωρών. Είναι, λοιπόν, προφανές ότι οι αντιδράσεις της κοινωνίας και τα αντανακλαστικά της απέναντι στο κακό έχουν νεκρωθεί.
Στην πρώτη και τη δεύτερη περίπτωση δεν αντιλαμβάνεται την πολιτισμική, την κοινωνική και την αισθητική υποβάθμιση του δημόσιου χώρου και των αντανακλαστικών της που μετατρέπουν την Ελλάδα από ευρωπαϊκή μεσογειακή σε χώρα της Μέσης Ανατολής. Στην τρίτη και την τέταρτη περίπτωση οι πολίτες δεν αντιλαμβάνονται την οικονομική ληστεία που υφίστανται από το πολιτικό σύστημα.
Ο λόγος της καθολικής απάθειας θα πρέπει να αποδοθεί στη χαμηλή συλλογική και ατομική εγκεφαλική λειτουργία που το πολιτικό σύστημα εκουσίως επέβαλε μέσω της απαξίωσης της παιδείας (D. Acemoglu, J.A. Robinson, «Γιατί Αποτυγχάνουν τα έθνη», 2013 Αθήνα, εκδόσεις Λιβάνη). Πράγματι, η κυβέρνηση της Ν.Δ. πέτυχε με συνειδητές πολιτικές πράξεις να μειώσει τον δείκτη ευφυΐας (IQ) του ελληνικού λαού, από το 92 που ήταν πριν καταλάβει την εξουσία στο 91, τρίτος πριν από το τέλος στην Ευρώπη (https://www.worlddata.info/iq-by-country.php).
Ο δείκτης ευφυΐας ενός έθνους είναι ο σημαντικότερος δείκτης οικονομικής ανάπτυξης επειδή είναι ανάλογος του πλούτου που παράγει. Το αποτέλεσμα της μείωσής του στην Ελλάδα άπτεται της συλλογικής αδυναμίας αντίληψης των επαχθών πράξεων του πολιτικού συστήματος και συνεπώς της επιδεινούμενης φτωχοποίησης.