Η χώρα διάγει περίοδο παρακμής. Και το φαινόμενο παρατηρείται σχεδόν σε όλους τους τομείς της πολιτικής, οικονομικής, κοινωνικής, εκπαιδευτικής και πνευματικής ζωής του τόπου.
Οσον αφορά την πολιτική, τα κόμματα λειτουργούν πλέον σαν μαγαζιά με ιδιοκτήτη, χωρίς ιδεολογικές αρχές και κανόνες ηθικής. Μέχρι χθες αριστεροί γίνονται υπερ-δεξιοί ή και το αντίστροφο, μέχρι χθες σοσιαλιστές γίνονται υμνητές του καπιταλισμού, μέχρι χθες υπερσυντηρητικοί και άνθρωποι της λογικής «τάξις και ηθική» ψηφίζουν τον γνωστό νόμο.
Ολα αυτά για ένα κομμάτι «ψωμί», εσείς στη θέση της λέξης που έχουμε σε εισαγωγικά βάλτε μια θέση στην κυβέρνηση ή στο κράτος, στο Μέγαρο Μαξίμου, μια θέση στο ψηφοδέλτιο στις εθνικές εκλογές ή στις ευρωεκλογές. Απίστευτος ξεπεσμός.
Η δε οικονομική κατάσταση των δύο κομμάτων, που και τα δύο μαζί χρωστούν σχεδόν ένα δισεκατομμύριο ευρώ στις τράπεζες, τα λέει όλα.
Οσον αφορά την οικονομική κατάσταση της χώρας, από το 1974 μέχρι σήμερα δεν βρέθηκε μια κυβέρνηση να πει προεκλογικά την αλήθεια στον ελληνικό λαό, ότι βαδίζουμε στον γκρεμό της υπερχρέωσης της χώρας, βάζοντας στο τραπέζι ένα σχέδιο για την ανακοπή και αναστροφή της πορείας προς την καταστροφή. Ολες οι κυβερνήσεις επέλεξαν τον εύκολο δρόμο του δανεισμού και της εξαπάτησης των πολιτών. Αποτέλεσμα, η Ελλάδα να μετατραπεί σε αποικία χρέους, με υποθήκευση της εθνικής περιουσίας για 99 χρόνια.
Το πολυνομοσχέδιο του 4ου Μνημονίου έλεγε ότι θα δημιουργηθεί ένα Υπερταμείο διάρκειας 99 ετών που θα συλλέξει στο σύνολό τους τις ιδιοκτησίες του Ελληνικού Δημοσίου, δηλαδή του ελληνικού λαού. Αυτό θα περιέχει αρχικά τέσσερα υποταμεία: 1) του ΤΧΣ (με τα 6 δισ. ευρώ των μετοχών των ελληνικών τραπεζών), 2) του ΤΑΙΠΕΔ, 3) των ΔΕΚΟ (ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ κ.λπ.) και 4) της ΕΤΑΔ, που κατέχει όλα τα ακίνητα του ελληνικού κράτους.
Σκοπός του Ταμείου αυτού θα είναι η πώληση της κρατικής περιουσίας των Ελλήνων προκειμένου να γίνει αποπληρωμή μέρους του χρέους της χώρας με τα μισά εκ των εσόδων της εκποίησης, ενώ το άλλο μισό θα το διαχειρίζεται το ελληνικό κράτος μέσω του υπουργείου Οικονομικών για επενδύσεις ή άλλους σκοπούς που θα καθοριστούν στο μέλλον.
Οσον αφορά την κοινωνική ζωή του τόπου, η εγκληματικότητα έχει πλέον κατέβει στις εφηβικές ηλικίες και αυτό που μένει να δούμε είναι και παιδιά του δημοτικού να συγκροτούν συμμορίες, γιατί αυτό γίνεται ήδη σε παιδιά του λυκείου και του γυμνασίου, με θύματα συμμαθητές και συμμαθήτριές τους και όχι μόνο.
Μέρος της κοινωνικής ζωής του τόπου είναι και η ζωή στην ύπαιθρο, η οποία αργοπεθαίνει, με το κράτος και τις κυβερνήσεις να έχουν τεράστιες ευθύνες σ’ αυτό, κυρίως λόγω του «θανατηφόρου» Καλλικράτη και λόγω της έλλειψης ενός εθνικού σχεδίου για τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Τα αποτελέσματα τα βλέπουμε στους δρόμους τις τελευταίες ημέρες. Για το δε Δημογραφικό, δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα, μια ματιά στους σχετικούς πίνακες τα λέει όλα. Η Ελλάδα γερνάει και πεθαίνει.
Τέλος, όσον αφορά την εκπαιδευτική και πνευματική ζωή του τόπου, εδώ η λέξη παρακμή παίρνει άλλη διάσταση. Δεν γνωρίζω αν υπάρχει άλλο κράτος στον κόσμο που να σκοτώνει την ίδια του τη γλώσσα, να καταργεί τα πνεύματα και τους τόνους, για να την κάνει πιο… εύκολη. Δεν θα τολμούσε ποτέ κανείς να απλοποιήσει την κινεζική γλώσσα στην Κίνα, δεδομένου ότι η γλώσσα είναι το πνευματικό θησαυροφυλάκιο κάθε λαού.
Προχθές, 9 Φεβρουαρίου, ήταν η Παγκόσμια Ημέρα της Ελληνικής Γλώσσας και η ημέρα του θανάτου του Διονυσίου Σολωμού. Την ίδια ημέρα τα προγράμματα της ελληνικής τηλεόρασης βυθίζονταν στο τέλμα του τίποτα που επικρατεί στον χώρο εδώ και χρόνια. Τίποτα, τίποτα, τίποτα.
Για τα επιτεύγματα της Παιδείας, που δεν είναι πια Εθνική και με τη βούλα, όπως μας λέει και η ονομασία του αρμόδιου υπουργείου, αρκεί κανείς να διαβάσει τι είπε η κυρία Ευθυμίου: «Οι απόφοιτοι του δημοτικού πριν από 40 χρόνια ήξεραν πολύ περισσότερα από πολλούς αποφοίτους λυκείου σήμερα. Μετά το 1980 αποφασίσθηκε το κλίμα αυτό προκειμένου να μην επιβαρυνθεί η ψυχή των παιδιών».
Το κακό είναι ότι αυτή η παρακμή αντικατοπτρίζεται και σε άλλους ευαίσθητους τομείς του ελληνικού κράτους, όπως η εθνική άμυνα και η ασφάλεια, για τους οποίους προτιμώ να μην αναφερθώ.
Κρίμα!