«Αμα κάνει ζαβολιά ένας υπουργός, κοιτάνε να ρίξουν απάνω της ντιβανόπανο να μη φαίνεται. Αμα την κάνεις εσύ, με πέντε δέκα τάλαρα δεν αγοράζεται ντιβανόπανο, πιάνουνε λοιπόν και γράφουνε οι ιατροδικαστές ένα σύγγραμμα “περί διαστραμένου τύπου” να πούμε και σου κολλάνε και τη μάπα προφίλ κι αν φας “χαρακτηριστική μορφή εγκληματίου” και άντε να καθαρίσεις. Αυτά σας τα λέω διότι τα είδα και τα έζησα και να ξέρετε, μάγκες μου, όποιος κλέψει από κατομμύριο δολάρια και πάνου καλός κύριος είναι και όποιος κλέψει μία μπουγάδα τσουρούτικη και τον πιάσουνε να ‘ρθει μετά να τον φασκελώσουμε όλη η σχολή, διότι το κοροϊδιλίκι του φτάνει μέχρι Αλεξανδρούπολη – Διδυμότειχο, στα σύνορα να πούμε».
(απόσπασμα από μάθημα του Γιώργη του Γκατή στη σχολή του με την επωνυμία «Εκόλ Πολυτεκνίκ»).
Πάντα ταύτα περιλαμβάνονται στο μνημειώδες έργο του μεγάλου μας Νίκου Τσιφόρου «Τα παιδιά της πιάτσας», ο οποίος αν ζούσε σήμερα θα έγραφε τόμους ολόκληρους και για τα παιδιά της πιάτσας και για τα παλιόπαιδα τ’ ατίθασα που μας έχουν καθίσει στο σβέρκο και ρίχνουνε ντιβανόπανα (στρέμματα ολόκληρα) για να σκεπάζουν τις βρομιές τους. Πώς μου ‘ρθανε τώρα όλ’ αυτά; Να, με νευρίασε ο κ. Μαρκόπουλος της
Εξεταστικής που νευριάζει εύκολα…