Ο θρήνος, η οργή και η απόγνωση απελευθερώνουν τεράστια αποθέματα ψυχικής αντοχής σε αυτή τη ζωή. Απελευθερώνουν όμως και κρυφές δυνάμεις, σχεδόν μεταφυσικές. Που μερικές φορές λειτουργούν ως καταλύτης για συλλογικά εγερτήρια, για τη μαζική αφύπνιση των μαζών, εκείνων που μέχρι χθες πορεύονταν υπνωτισμένες στο μονοπάτι της άβουλης υποταγής απέναντι σε ένα αδίστακτο σύστημα εξουσίας.
Η Μαρία Καρυστιανού δεν γεννήθηκε δημόσιο πρόσωπο. Αναγκάστηκε να γίνει, στο όνομα της δικαίωσης της ψυχής του παιδιού της. Και μεταμορφώθηκε, σαν μια αόρατη δύναμη να της χάρισε αυτές τις υπεράνθρωπες ιδιότητες για να τα βάζει με θεούς και δαίμονες, με το κράτος, το παρακράτος και τις σιχαμερές παραφυάδες τους, που αναλαμβάνουν τις βρόμικες αποστολές «δολοφονίας χαρακτήρα».
Σήμερα, η Μαρία, η δική μας Μαρία, αλλά και οι άλλοι χαροκαμένοι, oι «ορφανοί» γονείς των Τεμπών, μπορούν να αισθάνονται περήφανοι. Είναι βέβαιο ότι τα αγγελούδια τους, από εκεί όπου βρίσκονται, τους βλέπουν και τους καμαρώνουν. Μαζί τους, όμως, καμαρώνει και ένας ολόκληρος λαός. Επειδή, επιτέλους, βρέθηκαν κάποιοι άνθρωποι της διπλανής πόρτας, με περίσσια αξιοπρέπεια και αστείρευτη θέληση, να μην υποταχθούν στη μοίρα τους. Και στους εκβιασμούς των μαφιόζων της κυβερνητικής εξουσίας. Μόνοι τους ξεσκέπασαν το πέπλο της σιωπής και της συγκάλυψης. Και απέδειξαν ότι κι οι ανώνυμοι άνθρωποι, όταν πνίγονται από το δίκιο τους, αποκτούν νεφρά και στομάχι από ατσάλι για να πολεμήσουν αυτούς που εκ πρώτης όψεως φαίνονται άτρωτοι.
Διέλυσε το σύστημα η Μαρία Καρυστιανού – στην κυριολεξία από το πουθενά. Με λιανοντούφεκα και κρυφό άσο την αφοπλιστική της ειλικρίνεια. Είπε τα πράγματα με το όνομά τους. Για τους αδίστακτους πολιτικούς, τους εξαρτημένους δικαστικούς και όλα τα καθάρματα της κρατικής μηχανής, που στην προσπάθειά τους να επιβιώσουν ή να πλουτίσουν, με συμφωνίες κάτω από το τραπέζι, κουκουλώνουν εγκλήματα εις βάρος αθώων. Και εις βάρος, σε τελική ανάλυση, της ίδιας της Ελλάδας.
Διαψεύδοντας τις κακόβουλες φήμες ότι θα προσχωρήσει σε κάποιο κόμμα, παρότι και θα μπορούσε εφόσον έκρινε ότι αυτό θα υπηρετήσει τον σκοπό της -που, ξαναλέω, είναι ιερός και για τον λόγο αυτόν «αγιάζει» τα μέσα-, η Καρυστιανού εκφράζει πλέον από μόνη της λόγο βαθιά πολιτικό.
Εμεινα εμβρόντητος -δεν σας κρύβω- από το μανιφέστο που ξεδίπλωσε προχθές στον Βόλο. Είπε κουβέντες που είναι στην καρδιά μιας μεγάλης μερίδας Ελλήνων. Ισως και μιας σιωπηλής πλειοψηφίας. Αυτής που απαξιώνει και βδελύσσεται τα σύγχρονα σκουλήκια της πολιτικής. Τους κοινοβουλευτικούς χαμαιλέοντες του λεγόμενου «συστημικού τόξου». Αυτούς που σήμερα λένε «άσπρο» και αύριο «μαύρο», αναλόγως τού πώς διευκολύνονται οι προοπτικές της κομματικής τους ανέλιξης.
Αναρωτήθηκε η Μαρία Καρυστιανού τι ακριβώς μας συμβαίνει. Γιατί έχουμε σαπίσει ως κοινωνία; Γιατί όλοι εμείς, που βλαστημάμε τους ξενόδουλους «γόνους» μέσα απ’ τα δόντια μας, καταριόμαστε στα κρυφά αυτούς που ξεπουλάνε την πατρίδα και τη μετατρέπουν σε τριτοκοσμική αποικία, βλέπουμε ότι υποθηκεύεται το μέλλον των παιδιών μας, αλλά δεν αντιδρούμε; Αναρωτήθηκε και για τους άλλους. Οχι τους λίγους βολεμένους πραιτοριανούς, που έχουν ταυτιστεί με την κυρίαρχη κάστα των μαφιόζων. Αλλά τους υπολοίπους, εκείνους τού «δεν βαριέσαι» και του «έλα, μωρέ», που κάνουν ότι δεν βλέπουν τη μετατροπή της χώρας σε Κολομβία μπας και εξασφαλίσουν κάνα δίφραγκο από την κομματική γκανιότα.
«Είναι ευτελιστική και γελοία η εικόνα όσων τρέμουν μη χάσουν τα προνόμια και τη θέση τους. […] Το πολιτικό μας σύστημα στηρίζεται σε σκοτεινά deals με μοναδικό κίνητρο το χρήμα» είπε η Καρυστιανού, περιγράφοντας με μοναδικό τρόπο το σύστημα της διάβρωσης συνειδήσεων που καταδυναστεύει τη χώρα και αποδίδεται στη «χρόνια παθογένεια»: «Ενα φρικτό έγκλημα έγινε η αιτία για να φανερωθεί όλη η διεφθαρμένη πραγματικότητα, απόρροια χρόνιας κρατικής ασυδοσίας και ατιμωρησίας. Παθογένεια το χαρακτηρίζουν οι ειδικοί. Χρόνια παθογένεια το ονοματίζουν οι πραγματικοί ένοχοι. Στη συνέχεια νίπτουν τας χείρας τους και συνεχίζουν την κανονικότητά τους, διατηρώντας αυτή την εγκληματική παθογένεια, επιδεικνύοντας πως το θέμα δεν τους αφορά. […]Κι όλα αυτά τα ψέματα, αδιανόητα ψέματα, γεμάτα ειρωνεία και αλαζονεία. Η αλαζονεία της σιγουριάς πως είμαι ανώτερος όλων των άλλων και κανείς δεν μπορεί να με κουνήσει από τη θέση που εκ γενετής με προόρισαν».
Δεν ξέρω αν αντιλαμβάνεστε ποιους «φωτογραφίζει» αυτή η τελευταία αποστροφή – εγώ, νομίζω, πάντως ότι κατάλαβα. Κι αμέσως μετά, η Μαρία παραθέτει τα αμείλικτα ερωτήματα: «Μα, είναι δυνατόν; Μάθαμε να μην πιστεύουμε στα μάτια και στ’ αυτιά μας; Συνηθίσαμε στην κακοποίηση. Πιστέψαμε ότι δεν μας αξίζει τίποτα καλό και ότι έτσι θα είναι πάντα η ζωή μας;»
Η ίδια, όμως, δίνει το σύνθημα και για την αφετηρία της μάχης: «Για εμάς υπάρχει ένα όραμα. Ακόμη κι αν θάψαμε σε κομμάτια ό,τι πιο ιερό γεννήσαμε, υπάρχουν μέσα μας το φως και η ανάσταση. Αν κανείς δεν νοιάζεται για εμάς, θα φροντίσουμε εμείς. […] Δεν είναι κομματικό ζητούμενο η αξιοπρέπεια και η ευζωία. Είναι ανθρώπινο δικαίωμα που απαιτούμε να επανέλθει άμεσα. Θα φωνάζουμε για αυτό. Η οργή μας θα μεταμορφώνεται σε δύναμη. […] Γιατί εμείς δεν είμαστε σαν κι αυτούς. Δεν κινούμαστε από σκοπιμότητες. Λαχταρούμε να βγούμε από τον βούρκο και να αναπνεύσουμε ελεύθερα. […] Είμαστε πολύ περισσότεροι από τους καλοβολεμένους. Για τα παιδιά μας, τα νεκρά και τα ζωντανά, το οφείλουμε. Θα το κάνουμε. […] Τίποτα δεν μας σταματά! Ολα θα αλλάξουν από εμάς. Από την κοινωνία!».
Ειλικρινά, δεν ξέρω τι μεταφυσικά αποθέματα αντοχής χάρισε η τραγωδία σε αυτή τη γυναίκα και σε όσους την ακολουθούν στον ιερό σκοπό της. Ξέρω, όμως, ότι θα ήταν ευχής έργον να μπει στα κοινά με την ορμή που την καλούσαν οι φίλαθλοι του Παναιτωλικού. Να ορμήσει στα καθάρματα παλεύοντας με τα ίδια τους τα όπλα και να δικαιώσει, εκτός από τις ψυχές των νεκρών, και τις καρδιές των ζωντανών που είναι μαζί της και θέλουν η χώρα να απαλλαγεί από το φρικτό απόστημα της φαυλοκρατίας και της οικογενειοκρατίας.
Ας φτιάξουν ένα κόμμα η Μαρία και οι υπόλοιποι γονείς. Δεν χρειάζονται βαρύγδουποι τίτλοι – «Ελλάδα-57» ας το πουν. Κι εμείς θα καταλάβουμε. Αν στις επόμενες εθνικές εκλογές δεν πάρουν διψήφιο ποσοστό, εγώ θα σκίσω τα πτυχία μου…