Ο Καραμανλής, ο Ανδρόνικος και το VMRO

Η εθνικιστική κυβέρνηση των Σκοπίων παίρνει υπολογισμένο ρίσκο. Και αυτό θα είναι το πρόβλημά μας. Κι όλος ο κόσμος να τους είχε αναγνωρίσει ως Μακεδονία, εμείς δεν έπρεπε

Must Read

Υπάρχουν τρία δεδομένα τα οποία είναι αδύνατο να αγνοήσουμε όταν αναλύουμε το μακεδονικό – σκοπιανό ζήτημα. Το πρώτο είναι ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής έλυσε για πάντα το Μακεδονικό όταν έλαβε την απόφαση για τις ανασκαφές στη Βεργίνα. Οταν έδωσε στον Ανδρόνικο την εντολή «σκάψε».

Οπως μου έλεγε προχθές ένας διαπρεπής ακαδημαϊκός, αυτές οι αποφάσεις έχουν ρίσκο. Διότι το να σκάψεις είναι μια απόφαση. Δεν έχεις υπογεγραμμένο συμβόλαιο με κανέναν τι θα προκύψει από την ανασκαφή. Ο Ανδρόνικος έσκαψε. Και έφερε στο φως αρχαιότητες που πιστοποιούν ότι ο μακεδονικός πολιτισμός είναι αμιγώς ελληνικός πολιτισμός. Μόνο στη Μακεδονία, στη Βεργίνα, στο Δίον, στην Αμφίπολη, στις Αιγές η ανασκαφή έχει φέρει στο φως αρχαιότητες που ταυτίζουν τη Μακεδονία με την Ελλάδα. Δεν βρέθηκε τίποτα ουσιώδες στα Σκόπια. Ούτε στη Βουλγαρία.

Το δυστύχημα για την ελληνική εξωτερική πολιτική είναι ότι, με εξαίρεση τη συνέπεια που επέδειξαν ο Νικόλαος Μάρτης και ο Νίκος Μέρτζος στη δεκαετία του ’80 (αργότερα και οι Κωφός – Βακαλόπουλος), ουδείς παράγων του δημόσιου βίου ασχολήθηκε ούτως ώστε να ταυτίσει διεθνώς τη Μακεδονία με την Ελλάδα.

Για την Αριστερά αυτά ήταν άλλα θέματα, που ταυτίζονται με άλλες εποχές, ακόμα και της εσωκομματικής ιστορίας της. Μαύρες σελίδες της ιστορίας αυτής, συγκεκριμένα .Το μεγάλο αυτό πλεονέκτημα που χάρισε στον τόπο ο Καραμανλής και δεν του πιστώθηκε μαζί με τη δημοκρατία και την Ευρώπη χάθηκε λοιπόν υπό γνωστές περιστάσεις.

Το δεύτερο που δεν πρέπει να αγνοεί κανείς είναι μια φράση που είπε κάποτε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής όταν ήταν στην κορύφωσή του το Μακεδονικό. Με την εμπειρία δεκαετιών που τον διέκρινε αρνείτο την παραχώρηση του ονόματος «Μακεδονία» στους γείτονες με τη φράση «η Μακεδονία είναι μία και ελληνική», διότι γνώριζε καλά εκ πείρας (ο ίδιος γεννήθηκε σε βουλγαρικό έδαφος) τους συνδυασμούς των δυνάμεων που θα μπορούσαν να προκύψουν στο μέλλον και να χρησιμοποιήσουν ένα λεγόμενο μακεδονικό κράτος για να πιέσουν την Ελλάδα στα βόρεια σύνορά της. Ή με όπλο αυτό να την εξαναγκάσουν σε παραχωρήσεις στο Αιγαίο ανατολικά.

Μέχρι το 1943, όταν συνέστησε το ομόσπονδο κρατίδιο «Μακεδονία» στο πλαίσιο της Ενωμένης Γιουγκοσλαβίας, καμία συζήτηση δεν γινόταν για μακεδόνες, για μακεδονική γλώσσα, για μακεδονικό λαό, για μακεδονικό κράτος. Η απώλεια της Ελλάδας από τη ρωσική επιρροή γέννησε την ανάγκη στους Σοβιετικούς να δημιουργήσουν το ομοίωμα ενός κράτους στα Βαλκάνια το οποίο δυνητικά θα μπορούσε να έχει έξοδο στο Αιγαίο. Με τη βοήθεια των Γιουγκοσλάβων και των Βουλγάρων, λοιπόν, γέννησαν τον μακεδονικό αλυτρωτισμό, τον οποίο, περίεργο, κληρονόμησε και εγκολπώθηκε η ατλαντική συμμαχία μετά την πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού.

Και τούτο διότι με όπλο τις μειονότητες στη Βαλκανική πιέζει παραδοσιακούς συμμάχους σε παραχωρήσεις σε άλλα θέματα. Με συνέπεια, από ένα σημείο και μετά η πίεση μετά τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας να μεταβιβαστεί ολόκληρη στη δεδομένη και προβλέψιμη Ελλάδα, αντί των Σκοπίων. Με ευθύνη κυρίως της Γερμανίας και μετά των ΗΠΑ.

Το τρίτο που πρέπει να έχουμε υπ’ όψιν είναι ότι η αρχιτεκτονική της Συμφωνίας των Πρεσπών εις ό,τι μας αφορά, και για τούτο είναι απορριπτέα, δεν ανέτρεψε το θεώρημα του μακεδονισμού, αντιθέτως το εμβάθυνε. Ηταν άλλο μια σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό χωρίς την αναγνώριση μακεδονικής εθνότητας και μακεδονικής γλώσσας (θα ήταν άδειο κέλυφος) κι άλλο με αναγνώριση μακεδονικού έθνους και μακεδονικής γλώσσας.

Οι Σκοπιανοί κέρδισαν δυόμισι στα τρία και παρίσταναν μετά τους παρεξηγημένους και τους δυσαρεστημένους. Με συνέπεια να δικαιώνονται αυτοί που υποστήριζαν ότι η Ελλάδα δεν θα έπρεπε ποτέ να αναγνωρίσει κράτος με το όνομα «Μακεδονία». Διότι την αναγνώριση της Ελλάδας είχαν ανάγκη οι γείτονες κυρίως. Αυτή τους έκαιγε και ας τους αποκαλούσε ο μισός πλανήτης Μακεδονία. Δεν πίεσε ο διεθνής παράγων τη Βουλγαρία να υπογραφεί ανάλογη συνθήκη μαζί τους. Ωστόσο, επειδή πολλοί απορούν για το πώς αναβίωσαν ο σκοπιανός εθνικισμός και το VMRO και τον αποδίδουν στη διαφθορά της κυβέρνησης Ζάεφ, καλό είναι να δούμε και μία άλλη οπτική.

Για να δεχθούν τη σύνθετη ονομασία οι Σκοπιανοί συνέδεσαν την αποδοχή του γεωγραφικού προσδιορισμού και την αλλαγή του Συντάγματός τους με την ευρωπαϊκή πορεία της πάμπτωχης (όπως είχα την ευκαιρία να διαπιστώσω σε ένα ταξίδι μου το 2018) χώρας τους. Ο Ζάεφ υποσχέθηκε έξοδο από τη φτώχεια και Ευρωπαϊκή Ενωση για να κάμψει τον μακεδονικό σοβινισμό, ο οποίος οικοδομήθηκε για περισσότερα από 75 χρόνια. Αυτό ήταν το τυράκι.

Ωστόσο, μετά την απομάκρυνση εκ του ταμείου ουδέν λάθος αναγνωρίζεται. Η Ευρώπη στην πραγματικότητα, προβληματισμένη για τις δυσλειτουργίες που της έφερε ο λαβύρινθος της διεύρυνσης, πάγωσε τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις των Βαλκανίων, με συνέπεια σταδιακά έπειτα από έξι ολόκληρα χρόνια να ξεθωριάσει το όνειρο της Ευρώπης, να χάσουν την υπομονή τους οι πολίτες και να επιστρέψουν στον βαλκανικό εθνικισμό και απομονωτισμό.

Η παραβίαση της Συμφωνίας των Πρεσπών είναι κατεξοχήν δημιούργημα του διευθυντηρίου των Βρυξελλών. Και όχι απλώς της εσωτερικής πολιτικής κατάστασης στα Σκόπια, όπως πολλοί κορδακίζονται να λένε. Εκτίμηση του γράφοντος είναι ότι η Ελλάς, η οποία πλήρωσε τελικά ακριβά τα συμπεφωνημένα, διατρέχει τον κίνδυνο και να έχει υπογράψει τη σύνθετη ονομασία με το όνομα «Μακεδονία» που ήταν παραχώρηση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, και η συμφωνία να είναι ευάλωτη στην ντε φάκτο κατάργησή της από την πρώτη κυβέρνηση. Χωρίς ουσιώδεις συνέπειες. Ευάλωτη διότι αυτό που ενδιαφέρει κυρίως τη Δύση είναι η ένταξη των Σκοπίων στο ΝΑΤΟ, όχι η ευρωπαϊκή τους προοπτική. Την ενδιαφέρει η αποφυγή της σύνδεσής τους με τον ρωσικό παράγοντα. Αυτό απεφεύχθη με τις γνωστές βαλίτσες την ώρα της ψηφοφορίας.

Γνώμη μου είναι ότι η εθνικιστική κυβέρνηση του VMRO παίρνει υπολογισμένο ρίσκο. Και αυτό θα είναι το πρόβλημά μας. Κι όλος ο κόσμος να τους είχε αναγνωρίσει ως Μακεδονία, εμείς δεν έπρεπε. Φαίνεται τώρα γιατί.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις τελευταίες & σημαντικές ειδήσεις.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο YouTube για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο newsbreak.gr

Κάθε σχόλιο δημοσιεύεται αυτόματα. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να αφαιρέσουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το newsbreak.gr ουδεμία νομική ή άλλη ευθύνη φέρει.

  1. Το 1928 η τότε ελληνική κυβέρνηση, στην οποία συμμετείχε και ο Ιωάννης Μεταξάς, αναγνώριζε τη «μακεδονοσλαβική» γλώσσα. Ποιος ο λόγος άραγε που η τότε οικουμενική κυβέρνηση του Αλέξανδρου Ζαΐμη, με τον Ιωάννη Μεταξά υπουργό Συγκοινωνίας, αναγνώριζε «μακεδονοσλαβική», την οποία διαχώριζε από τη βουλγαρική, αν και γνωρίζουμε ότι στην ουσία πρόκειται για την ίδια γλώσσα; Επειδή η εθνική γραμμή τότε έδινε αγώνα να μην εκβουλγαριστούν οι Έλληνες σλαβόφωνοι, οι λεγόμενοι Γραικομάνοι.
    Ο πανσλαβισμός είχε σχέδιο να εκβουλγαριστεί η Μακεδονία για να αποκτήσουν οι Ρώσοι έξοδο στη Μεσόγειο. Η ελληνική εξωτερική πολιτική υποδαύλιζε από τα τέλη του 19ου αιώνα τον «μακεδονισμό» μεταξύ των σλαβόφωνων ως ανάχωμα στον πανσλαβισμό και τον εκβουλγαρισμό. Το δεύτερο στάδιο ήταν η γλωσσική επανελλήνιση των σλαβόφωνων της Μακεδονίας, κάτι που έγινε ολοκληρωτικό στα εδάφη της Μακεδονίας μας, αλλά όχι στα μακεδονικά εδάφη που κατέλαβε η Σερβία, τα οποία επί Τίτο μας προέκυψαν ως «Σοσιαλιστική Δημοκρατίας της Μακεδονίας».

    Το 1924 ο Έλληνας αντιπρόσωπος στην «Κοινωνία των Εθνών» (προπολεμικός ΟΗΕ), Βασίλειος Δενδραμής, δήλωσε ότι «η μακεδονική σλαβική γλώσσα δεν ήταν ούτε βουλγαρικά, ούτε σερβικά, αλλά μια ανεξάρτητη γλώσσα». Αυτή ήταν η εθνική γραμμή για να εμποδιστεί ο εκβουλγαρισμός των σλαβόφωνων, πράγμα που ο κ. Μπαμπινιώτης ουδέποτε κατανόησε και προφανώς ήταν και ο απόκρυφος λόγος που η κυβέρνηση του Κωνσταντίνου Καραμανλή το 1977 αποδέχτηκε στον ΟΗΕ την ύπαρξη «μακεδονικής γλώσσας».
    Μιας γλώσσας που είχαμε αναγνωρίσει από το 1924, ή για να είμαστε ακριβείς, εμείς υπερασπιζόμασταν την ύπαρξή της από το 1924, στην ουσία εμείς τη δημιουργήσαμε, θεωρώντας ότι οι άνθρωποι που τη μιλούσαν ήταν σλαβόφωνοι Έλληνες και μέσω αυτής της «γραμμής διαχωρισμού» στο μέλλον θα επανελληνίζονταν γλωσσικά.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

εισάγετε το σχόλιό σας!
Πληκτρολογήστε το όνομα σας

Latest News

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ

«Συγκλονισμένος» ο Μητσοτάκης από το μακελειό στη Γερμανία – Μηνύματα οργής εναντίον του

Ανάρτηση του Κυριάκου Μητσοτάκη στο X (Twitter) για μία ακόμη τρομοκρατική επίθεση που σόκαρε την Ευρώπη, αυτή τη φορά...

More Articles Like This