Την Πέμπτη ολοκληρώθηκε η άσκηση «Εφεσος 2024» («EFES-2024»), που είναι η μεγαλύτερη των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων. Στην άσκηση, που πραγματοποιήθηκε σε περιοχή του νομού Σμύρνης, απέναντι και βόρεια της Σάμου, συμμετείχαν συνολικά 10.884 άτομα, 9.139 Τούρκοι και 1.745 ξένοι από 45 χώρες, δεκάδες πολεμικά πλοία, αποβατικά πλοία, ελικόπτερα και μαχητικά αεροσκάφη, ενώ την τελική της φάση παρακολούθησαν και παρατηρητές από δεκάδες χώρες.
Στην άσκηση, στην οποία συμμετείχε πρώτη φορά το ελικοπτεροφόρο TCG Anadolu, εκτός από τον υπουργό Αμυνας της Τουρκίας Γιασάρ Γκιουλέρ και τη στρατιωτική ηγεσία, παρακολούθησε και ο ίδιος ο πρόεδρος Ταγίπ Ερντογάν, ενώπιον του οποίου η διοίκηση των ναυτικών δυνάμεων πραγματοποίησε παρέλαση με 50 πλοία, με την ευκαιρία της 50ής επετείου της βάρβαρης εισβολής στην Κύπρο! Σημειώνεται και υπογραμμίζεται ότι στην τιμητική παρέλαση συμμετείχαν η ιταλική φρεγάτα «Durand de la Penne» και η κορβέτα «Shafak» της Λιβύης.
Τη συγκεκριμένη δραστηριότητα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, που έχει καταφανώς επιθετικό χαρακτήρα κατά της Ελλάδας και συγκεκριμένα κατά των ελληνικών νησιών, η Τουρκία φροντίζει να τη «νομιμοποιεί», επωφελούμενη από την αφωνία της Ελλάδας και εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή έστω και μικρών στρατιωτικών τμημάτων από δεκάδες χώρες, καθώς και την παρουσία ξένων πολιτικών και υπηρεσιακών παραγόντων ως παρατηρητών.
Στην άσκηση η Τουρκία εξασφάλισε τη συμμετοχή στρατιωτικών μονάδων και τμημάτων από φιλικές και συμμαχικές προς την Ελλάδα χώρες, όπως ΗΠΑ, Γαλλία, Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιταλία, Λετονία, Ουγγαρία, Αυστραλία, καθώς και από άλλες χώρες, όπως Κατάρ, Γεωργία, Ζάμπια, Μεξικό, Νιγηρία, Ρουάντα, Ουζμπεκιστάν, Καμερούν, Κονγκό, Νίγηρας, Κιργιστάν, Βραζιλία, Γκάμπια, Βοσνία και Ερζεγοβίνη, Λιβύη, Κόσοβο, Μπαχρέιν, Σομαλία, Μπουρκίνα Φάσο, Σαουδική Αραβία, Μπανγκλαντές, Κουβέιτ, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Πακιστάν, Τουρκμενιστάν, Μολδαβία, Γουινέα, Καζακστάν, Μογγολία, Ουγκάντα, Δημοκρατίας της Κορέας, Τανζανία, Αζερμπαϊτζάν, Μάλι, Τυνησία και Ζιμπάμπουε. Φυσικά, δεν έλειπαν τα Σκόπια και η Αλβανία.
Επίσης, φέτος την άσκηση παρακολούθησαν ο υπουργός Αμυνας του Αζερμπαϊτζάν, στρατηγός Ζακίρ Χασάνοφ, ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Αμυνας της Βοσνίας – Ερζεγοβίνης Zukan Helez, ο υπουργός Αμυνας της Γουινέας – Μπισάου Nicalou Dos Santos, ο υπουργός Αμυνας του Κονγκό Charles Richard Mondjo, ο υπουργός Αμυνας της Σομαλίας Abdulkadir Muhammed Nur, ο υπουργός Αμυνας και Εθνικών Υπηρεσιών της Τανζανίας Stergomena Lawrence Tax, ο υπουργός Αμυνας και Βετεράνων της Ουγκάντα Jakob Marksons Oboth, ο υπουργός Αμυνας της Γκάμπιας Sering Modou Njie και αρχηγοί γενικών επιτελείων από συμμαχικές χώρες και φιλικές προς την Τουρκία χώρες.
Να σημειωθεί ότι η Τουρκία, επειδή η άσκηση αυτή αφορά καταφανώς κατάληψη ελληνικού νησιού, έως τα τέλη της δεκαετίας του 1990 απέκλειε την ευρύτερη περιοχή για τους πάντες, Τούρκους και ξένους, και δεν επέτρεπε την παρακολούθησή της από κανέναν, με εξαίρεση μέλη της κυβέρνησης και αρμόδιους στρατιωτικούς αξιωματούχους.
Οσον αφορά τα ΜΜΕ, απολύτως έμπιστοι στο τουρκικό κράτος δημοσιογράφοι κάλυπταν την άσκηση, στους οποίους δεν επέτρεπαν να φέρουν φωτογραφικές μηχανές. Φωτογραφικό υλικό έδινε στους δημοσιογράφους και τα ΜΜΕ η Στρατιά Αιγαίου, που διεξάγει την άσκηση.
Από τις αρχές του 2000 η Τουρκία άρχισε να «ανοίγει» την άσκηση, προφανώς όχι μόνο για να απενοχοποιήσει στα μάτια της διεθνούς κοινότητας την επιθετικότητα και τα επεκτατικά της σχέδια στο Αιγαίο, αλλά για να τα «κανονικοποιήσει» και να καταστήσει συνενόχους συμμάχους, φίλους και εχθρούς της Ελλάδας, εξασφαλίζοντας τη συμμετοχή τους στην επιθετική αυτή άσκηση, που αποτελεί εφαρμογή σχετικών σχεδίων, που αφορούν κατάληψη ελληνικών νησιών.
Η Ελλάδα, αντί να καταγγέλλει τις ασκήσεις αυτές θεσμικά κάθε χρόνο στο ΝΑΤΟ και να κάνει διαβήματα στην Τουρκία για την επιθετική και αντισυμμαχική της συμπεριφορά, όχι μόνο άφησε το πεδίο ανοιχτό στους στρατοκράτες της Αγκυρας, αλλά δέχτηκε να στέλνει και παρατηρητές, στη λογική «σφάξε με, πασά μου, ν’ αγιάσω».
Και φέτος είχαμε την επιτομή του εμπαιγμού από τον Ερντογάν, ο οποίος μιλώντας στην εν λόγω άσκηση, μεταξύ άλλων, είπε και τα εξής: «Καμία χώρα δεν αποτελεί στόχο της άσκησης “Efes-2024”. Η άσκησή μας διεξάγεται με ένα γενικό σενάριο, βασισμένο σε επιχειρήσεις υποστήριξης της ειρήνης. Είμαστε με την πλευρά της ειρήνης και της συνεργασίας, όχι της έντασης και της σύγκρουσης. Θέλουμε να ζούμε δίπλα δίπλα με τις χώρες με τις οποίες μοιραζόμαστε την ίδια γεωγραφία. Δεν τρέφουμε εχθρότητα και προκατάληψη έναντι οποιασδήποτε χώρας. Δεν έχουμε βλέψεις στα δικαιώματα γης και κυριαρχίας κανενός. Ποτέ δεν αφήσαμε και δεν θα αφήσουμε στον αέρα το χέρι που μας απλώνεται με ειλικρίνεια. Είμαστε έτοιμοι για διάλογο, επαφή και ενίσχυση των δεσμών μας με οποιονδήποτε σέβεται τα συμφέροντα της Τουρκίας και θέλει να αναπτύξει συνεργασία μαζί μας. Πρόσφατα έχουμε κάνει πολλά βήματα για να αυξήσουμε τον αριθμό των φίλων μας. Θεού θέλοντος, θα συνεχίσουμε την πορεία μας με νέες πρωτοβουλίες».
Κανονικό δούλεμα από τον Τούρκο πρόεδρο, ακριβώς επειδή η Ελλάδα δεν αντιδρά και δεν καταγγέλλει χρόνια τώρα τη συγκεκριμένη άσκηση, που όλοι γνωρίζουν, εχθροί και φίλοι, ότι στρέφεται κατά της Ελλάδας.
Να αντιστρέψουμε την κατάσταση: Ας υποτεθεί ότι η Ελλάδα διεξήγαγε μια διακλαδική άσκηση μεγάλης κλίμακας, που είχε στο σενάριο βίαιη διάβαση ποταμού και προέλαση για κατάληψη μιας ευρείας περιοχής, που καταφανώς προσομοιάζει με την ανατολική Θράκη. Υπήρχε περίπτωση η Τουρκία να μείνει άφωνη; Επίσης, υπήρχε περίπτωση ΗΠΑ, Γαλλία, Γερμανία, Ιταλία να στείλουν στρατεύματα να συμμετέχουν στην άσκηση που θα πρόβλεπε την κατάληψη τουρκικού εδάφους;
Επειδή ποτέ δεν είναι αργά, αντί να ενθαρρύνετε την τουρκική επιθετικότητα με την αφωνία σας, εκεί, στο ΥΠΕΞ, πιάστε τα μολύβια, αρχίστε τα διαβήματα σε εχθρούς, φίλους και συμμάχους για τη συμμετοχή σε ενέργειες που γίνονται υπό μορφή ασκήσεων και στρέφονται καταφανώς εναντίον της Ελλάδας, απειλώντας την εδαφική μας ακεραιότητα.