Η κρίση που διέρχεται το πολιτικό μας σύστημα εμφανίζει όλα τα κλασικά συμπτώματα από τα οποία υποφέρουν τα κόμματα του δικομματισμού, αλλά πρώτη φορά τα υπερβαίνει κιόλας, εξελισσόμενη από αναταραχή συγκυρίας σε κρίση εποικοδομήματος. Τα κλασικά συμπτώματα είναι κοινά για όλα τα κόμματα και για όλες τις ηγεσίες της Μεταπολίτευσης που εξάντλησαν τα αποθέματα της εμπιστοσύνης των πολιτών έπειτα από ικανό χρόνο άσκησης της διακυβέρνησης. Οι ήττες δεν τα οδηγούν σε αυτοβελτίωση αλλά σε σκλήρυνση των ηγετικών τους ομάδων, με αποτέλεσμα τη βίαιη αποξένωση τους από τις πλειοψηφίες που επένδυσαν σε αυτές.
Και εν τέλει στο ακατόρθωτο: Οι πολίτες παύουν να τις παρακολουθούν και να τις ακούν από ένα σημείο κι έπειτα. Οι προσδοκίες μετά το πέρας της μεγίστης περιόδου χάριτος σταδιακώς υποχωρούν μέχρι της τελικής εξαφανίσεώς τους. Υπό αυτή την έννοια δεν εξεπλάγημεν ούτε από όσα ακούσαμε από τον πρωθυπουργό στην Κοινοβουλευτική Ομάδα της Ν.Δ., ο οποίος ερμήνευσε τα δεδομένα της ήττας της Ν.Δ. στις ευρωεκλογές του παρόντος 2024 με εργαλεία τις εκλογικές επιδόσεις της κυβερνώσας παράταξης στο παρελθόν ούτε απ’ όσα επισήμαναν με δριμύτητα οι 37 βουλευτές στους οποίους δόθηκε πρώτη φορά ελεύθερα ο λόγος στα πέντε χρόνια της διακυβέρνησης μέσα σε συλλογικό κομματικό όργανο. Αν αφαιρούσαμε τα επώνυμα του προέδρου της Ν.Δ. και των βουλευτών που επέκριναν τις πολιτικές του, αυτή η εικόνα θα μπορούσε να αντιστοιχεί και σε συνεδρίαση Κοινοβουλευτικής Ομάδας της περιόδου 1990-1993. Τότε που ο δικομματισμός ήταν εδραιωμένος και οι παραταξιακοί μηχανισμοί πανίσχυροι. Ωστόσο σε σύγκριση με το παρελθόν υπάρχουν μερικά ποιοτικά στοιχεία που συγκροτούν την έννοια της υπέρβασης του παραδοσιακού πολιτικού σκηνικού και των κατά καιρούς κρίσεων που τα ταλάνιζαν.
Τρίζει το εποικοδόμημα
Πενήντα χρόνια μετά τη Μεταπολίτευση πρώτη φορά τρίζει συνολικά το πολιτικό εποικοδόμημα! Οταν φθάνουν βουλευτές της Ν.Δ. να «υπογραμμίσουν» από του βήματος του Κοινοβουλίου ότι «το κόμμα έπαψε να ταυτίζεται με την παράταξη και έγινε γνήσιο υποσύνολο αυτής, καθώς 20% των ψηφοφόρων μας δραπέτευσαν σε μικρά κόμματα», τότε στην ουσία οι αλλαγές που περιγράφονται είναι τεκτονικού τύπου. Και δεν αντιμετωπίζονται με μερεμέτια και διορθώσεις. Ή με άμυνες του τύπου «λέμε “όχι” στη μικρή και φοβική Ν.Δ.», όταν όλοι γνωρίζουμε ποια δραματικά αποτελέσματα έφερε η «μεγάλη και άφοβη Ν.Δ.» στις τελευταίες κάλπες. Τα πράγματα πλέον είναι απείρως σοβαρότερα.
Η σχετικώς υπόγεια κρίση που συγκλονίζει για την ώρα το κυρίαρχο κυβερνών κόμμα σε συνδυασμό με την εκκαθάριση εν λειτουργία του ΣΥΡΙΖΑ και τη διαφαινόμενη τέταρτη διάσπασή του και την υπό εξέλιξη ανατροπή του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ μάς δίνει τον κανόνα της νέας Μεταπολίτευσης: Ναι, με τέτοια κοινωνία μειωμένων προσδοκιών και με τόσο μεγάλη απογοήτευση, όλοι οι ψηφοφόροι, αριστεροί, δεξιοί, κεντρώοι, ακραίοι, είναι διεκδικήσιμοι στις νέες συνθήκες. Οχι μόνο πέρα από τις παραδοσιακές διαχωριστικές γραμμές αλλά και με βάση νέες που περιέχουν τα ελάχιστα: Το να είσαι έντιμος, γενναίος, πατριώτης, αποτελεσματικός, ανθρώπινος, να λες την αλήθεια και να διαθέτεις ένα στοιχειώδες σχέδιο για την πατρίδα στον νέο αιώνα μπορεί και να αρκεί για την συγκρότηση των νέων μεγάλων πλειοψηφιών. Γιατί στις παλαιές που διατρέχουν όλο το πολιτικό και θεσμικό μας εποικοδόμημα πλεονάζουν το ψέμα, η ανεντιμότητα, η διαφθορά, η προσχώρηση στα συμφέροντα άλλων πατρίδων και όχι της δικής μας, η αναλγησία και ο κυνισμός. Η δημοκρατία μας, πενήντα χρόνια μετά την αποκατάστασή της, χρειάζεται επειγόντως μια νέα ιδρυτική πράξη.
Το όραμα ξεθωριάζει
Το όραμα της Ευρώπης που μας έφθασε μέχρι εδώ με τη «σπρωξιά» που έδωσε στη χώρα ο Καραμανλής ξεθωριάζει. Η ιδεολογική διακήρυξη της Ν.Δ. νοθεύεται για να έρθει στα μέτρα όλων όσοι θέλουν να δικαιολογήσουν τις παρεκκλίσεις τους από τις κατευθυντήριες αρχές της. Η διακήρυξη της 3ης του Σεπτέμβρη του 1974 και η μάρκα «ΠΑΣΟΚ» παρά την επανασύστασή της είναι πλέον πεπερασμένες και ξεπερασμένες. Είτε το ΠΑΣΟΚ λάμβανε 13% είτε 17%, θα ήταν ένα και το αυτό. Αδύνατο να ξαναγίνει ο σαρωτικός άνεμος που ήταν το 1981. Η Αριστερά άντεξε μόνο 10 χρόνια και κάτι στην πρώτη γραμμή της ηγεμονίας (2012-2023) και μετά, ανάδελφη και εσωστρεφής όπως είναι, διαλύθηκε. Οι βάσεις όλων των κομμάτων της Μεταπολίτευσης λοιπόν ρευστοποιούνται.
Η Ν.Δ. είναι ακόμη στην αρχή της κατηφόρας. Γκρεμίστηκε από το 41% στο 28% και έχασε 13 μονάδες μέσα σε έναν χρόνο από τη δύναμή της. Το ΠΑΣΟΚ από το 44% του 2009 βολοδέρνει στο 12%-13% το 2024. Δεκαπέντε χρόνια μετά έχασε οριστικά το 30% της βάσης του. Ο ΣΥΡΙΖΑ από το 37% του 2015 βολοδέρνει στο 15% το 2024 , έχασε 22 μονάδες από τη βάση του. Η δημοκρατία όμως δεν έχει αδιέξοδα. Ή τα τρέχοντα κόμματα θα αναταχθούν, υπάρχουν ακόμα λίγα περιθώρια, ή θα ξεπεραστούν οριστικά από την εποχή. Είτε αργά είτε γρήγορα. Το βέβαιον είναι ότι πλέον ισχύει αυτό που έλεγε με την αφέλειά της η Μελίνα στον Ανδρέα για το ΠΑΣΟΚ: «Πρόεδρε, δεν αρέσουμε πια!» Ισχύει και σε άλλες περιπτώσεις.