Της Μαρίας Νεγρεπόντη-Δελιβάνη
Είχα αποφασίσει να μην επιδοθώ στην προσπάθεια εξαγωγής συμπερασμάτων, στη συνέχεια της εκδήλωσης, που διοργανώθηκε από το φίλο Μανώλη Κοττάκη , στο Πολεμικό Μουσείο. Και τούτο, γιατί τα όντως πολλαπλά μηνύματα, που εκτόξευσε η σύναξη εκεί, ήταν κατά τη γνώμη μου διάσπαρτα, συχνά αλληλοσυγκρουόμενα και, οπωσδήποτε, δύσκολο στο να καταλήξουν σε ξεκάθαρες διαπιστώσεις. Ωστόσο, επειδή οι απόηχοι αυτής της εκδήλωσης εξακολουθούν, συνάμα και με πληθώρα σχετικών ερωτηματικών, αναιρώ την αρχική μου απόφαση.
Τι επεδίωκε η συγκέντρωση;
Η τεραστίων, θα έλεγα, διαστάσεων δημοσιότητα, που δόθηκε για πολλές μέρες πριν από το γεγονός, δημιούργησε σαφώς την εντύπωση ότι, ναι, επρόκειτο για «κοσμοϊστορικό γεγονός». Που, άλλωστε, η εντύπωση αυτή συνοδεύτηκε από την, όντως, μεγαλειώδη προσέλευση του κόσμου.
Ωστόσο, δεν ήταν διόλου ξεκάθαρο, κατά την άποψή μου, το περιεχόμενο αυτής της πρόσκλησης, στο οποίο επρόκειτο να συμμετάσχει ο μέσος Έλληνας. Διότι, παρά το πολύ ενδιαφέρον βιβλίο του Μανώλη Κοττάκη, που περιέχει συμβάντα τα οποία όφειλαν να είναι, αλλά δεν ήταν επαρκώς γνωστά στο ευρύ κοινό, δεν θα ήταν ωστόσο αρκετό για να ξεσηκώσουν αυτή την πρωτοφανή κοσμοσυρροή της 1ης Ιουλίου. Άρα, το πλήθος που προσήλθε εκεί, ανέμενε πιθανότατα κάτι άλλο, πέρα και εκτός του βιβλίου. Αλλά αυτό το «κάτι άλλο», ήταν υποσχόμενο μεν, αδιευκρίνιστο δε. Η λαοθάλασσα, συνεπώς, που συγκεντρώθηκε στο Πολεμικό Μουσείο, ανέμενε κάτι εξαιρετικό, που υπερέβαινε την παρουσίαση του περί ου βιβλίου, και το οποίο θα στρεφόταν, εναντίον της ΝΔ. Η κοσμοσυρροή, επομένως, περιελάμβανε τμήμα του 60% της αποχής, στις τελευταίες ευρωεκλογές, και επεδίωκε, πιθανόν και μεταξύ άλλων, να εμπεδώσει την αντίθεση και τη δυσαρέσκειά του, απέναντι στην κυβερνητική πολιτική.
Και τι επεδίωκε ο Μανώλης Κοττάκης;
Αν, ο εμπνευστής και διοργανωτής αυτής της σύναξης απέβλεπε απλά και μόνο στην προβολή του βιβλίου του, υποθέτω ότι θα έχει πλήρως ικανοποιηθεί. Όμως, σαφώς δεν επρόκειτο περί αυτού, ή μόνον περί αυτού. Θα προχωρούσα, υποστηρίζοντας ότι η παρουσίαση του βιβλίου «Οι απόρρητοι φάκελοι του Κώστα Καραμανλή» ήταν το δόλωμα. Και, ακριβώς, από το σημείο αυτό αρχίζουν και, στην πορεία, πολλαπλασιάζονται, τα ερωτήματα και τα ασυμβίβαστα, που εμποδίζουν την εξαγωγή σαφών συμπερασμάτων, και που κινδυνεύουν να περιορίσουν το «κοσμοϊστορικό γεγονός» σε απλή κοσμοσυρροή.
Τα αναπάντητα ερωτηματικά
Καταρχήν, εφόσον ο επίσημος λόγος της εκδήλωσης ήταν η παρουσίαση του αξιόλογου βιβλίου του Μανώλη Κοττάκη, που έφερε στο φως όντως συγκλονιστικά γεγονότα, τα οποία έλαβαν χώρα κατά την πρωθυπουργία του Κώστα Καραμανλή, η παρουσία του, στην εκδήλωση, ήταν και επιθυμητή και επιβεβλημένη. Και, κατά την άποψή μου, θα έπρεπε να τονιστούν περισσότερο, κατά τη συζήτηση, τα οφέλη που θα είχαν εξασφαλιστεί υπέρ της Ελλάδας και του λαού της, αν στην εποχή του Κώστα Καραμανλή (και σε κάθε εποχή από τότε), ο βαθμός της υποτέλειάς μας ήταν, έστω, κατά τι κατώτερος, από το απόλυτο άπειρο. Και πρώτο και σπουδαιότερο, δεν θα είχαμε τυλιχτεί μέσα στα εγκληματικά Μνημόνια, που μας κατέστρεψαν, για γενιές και γενιές.
Όμως, η παρουσία του Αντώνη Σαμαρά, στη σύναξη, συνδέεται με πολλά ερωτηματικά. Και, ίσως, μόνο ο Μανώλης Κοττάκης θα μπορούσε να τα απαντήσει, εφόσον είναι ο αρχιτέκτονας των επιλογών της περί ης εκδήλωσης.
Η απήχηση των ομιλιών των δύο πρ. πρωθυπουργών
Οι ομιλίες και των δύο τ. πρωθυπουργών ήταν εξαιρετικές, και απολύτως δικαιολογημένη η δυσαρέσκειά τους, για το πως και το γιατί δεν απαντήθηκαν από τον κ. Μητσοτάκη. Όχι, όμως, δικαιολογημένη και η τυχόν απορία τους, δεδομένου ότι ο κ. Πρωθυπουργός απαντά μόνο και αποκλειστικά, κατά την κρίση του. Και τα όσα του καταμαρτύρησαν οι δύο τέως, προφανώς, δεν ανήκαν σε αυτά που έχρηζαν απάντησης.
Και έρχομαι στο περιεχόμενο των ομιλιών, των δύο ετερόκλητων προσκεκλημένων του Μανώλη Κοττάκη, αρχίζοντας από αυτήν του Αντώνη Σαμαρά, που περιέγραψε τα βάσανα της πατρίδας μας, χωρίς να φοράει γάντια. Η ομιλία του ήταν συγκροτημένη, πλήρης, ζωντανή, και επαρκώς θεμελιωμένη.
Ωστόσο, ακούγοντάς την με πολλή προσοχή, με κατέκλυσαν οι ίδιες απορίες και αντιρρήσεις, με αυτές που μου προκάλεσαν οι συζητήσεις κατά το Συνέδριο της Καθημερινής (βλ. άρθρο μου στο Slpress, των 23 και 25.03.2024) . Δηλαδή και συγκεκριμένα, εξυπακούεται ότι δικαιούται ο Αντώνης Σαμαράς, όπως και το σύνολο των αξιωματούχων που υπέγραψαν, που ανέχτηκαν, που σιώπησαν, που δεν αξιοποίησαν ευκαιρίες καταγγελίας ή μετριασμού των τραγικών συνεπειών που είχαν ορισμένοι όροι των Μνημονίων, να στρέφουν τα βέλη τους στην πολιτική της παρούσας Κυβέρνησης ( όπως άλλωστε και κάθε Έλληνας πολίτης, αδιάφορο αν τυχαίνει ή όχι απάντησης). Ωστόσο, απαραίτητη προϋπόθεση μιας τέτοιας κριτικής αποτελεί το mea culpa. Διότι είναι, όντως, αδιανόητη η απόδοση ευθυνών σε μεταγενέστερες κυβερνήσεις των Μνημονίων (που είναι σαφέστατα τεράστιες, αλλά που δυστυχώς διαιωνίζουν την καταστροφή διαρκείας των Μνημονίων), από πολιτικούς, σύγχρονους των Μνημονίων, χωρίς να αναγνωρίζονται και τα δικά τους λάθη, μικρά, μεγάλα ή και μοιραίων συνεπειών. Και πιο συγκεκριμένα, είναι απαράδεκτο να προβάλλονται τα τωρινά μας χάλια, δυστυχώς κραυγαλέα σε όλους τους κρίσιμους τομείς, χωρίς να τα αποδίδουμε (θα έλεγα κατά 90%) στη λαίλαπα των Μνημονίων. Αποσιωπώντας τις ευθύνες των πολιτικών, που συναίνεσαν στην καταδίκη της χώρας, για απεριόριστο αριθμό ετών από σήμερα. Αρκεί να υπενθυμίσω ότι το σημερινό ΑΕΠ μας δεν έχει ακόμη αγγίξει το αντίστοιχο του 2009.
Αυτή, ακριβώς, η στρουθοκαμηλική πολιτική ακολουθήθηκε και στο Συνέδριο της Καθημερινής, επιλέγοντας συζητήσεις της μορφής «περί ανέμων και υδάτων», και μακράν της ουσίας. Και, δυστυχώς, τηρουμένων των αναλογιών, σε αυτή τη μορφή προβληματισμού κατέληξε, μερικώς ευτυχώς, η σύναξη στο Πολεμικό Μουσείο.
Η ομιλία του Κώστα Καραμανλή, απαλλαγμένη από το «προπατορικό αμάρτημα» ήταν, ως συνήθως, γαντοφορεμένη και όπως πάντοτε ουσιαστική.
Η σύναξη στο Πολεμικό Μουσείο αποτέλεσε «κοσμοϊστορικό γεγονός»;
Αυτή, προφανώς, ήταν η πρόθεση του Μανώλη Κοττάκη. Και η απάντηση στο ερώτημα είναι, κατά τη γνώμη μου πάντοτε, και ναι και όχι. Για να γίνει αποκλειστικά «ναι», θα πρότεινα στον σπάνιων προσόντων και δυνατοτήτων δημοσιογράφο μας να σκεφτεί και να οργανώσει μια προσεχή συγκέντρωση, με κύριο θέμα τα Μνημόνια, και με προσκεκλημένους ομιλητές, όλους όσοι συνέβαλαν στην επιβολή τους, στην Ελλάδα.
Μια τέτοια συγκέντρωση σίγουρα θα αποτελούσε κοσμοϊστορικό γεγονός.
Τι έπρεπε να είχε κάνει ο Σαμαράς;;; Να καταγγείλει τις ήδη αννηλειμενες μνημονικές δεσμεύσεις;;
Αν τα Μνημόνια μας υποχρέωσαν να υπογράψουμε με την Τουρκία την κατάπτυστη Διακήρυξη των Αθηνών, τότε συμφωνώ με το άρθρο!
Μια πολύ γενική απάντηση: Όταν καθίστασαι περίπου αποικία υπογράφεις τα πάντα!
Ο θρίαμβος των Εργατικών στην Μ. Βρετανία, η ανάκαμψη Μακρόν και η εκτόξευση της Αριστεράς στην Γαλλία, απέδειξε ότι το επίπεδο πολιτικής ανάλυσης στην ΝΔ, όπως αυτό που ακούσαμε στην παρουσίαση, είναι εξαιρετικά χαμηλό. Μόνη εξαίρεση κάποιες στιγμές του Κώστα Καραμανλή που καλώς επικεντρώθηκε στα εθνικά, όμως παρέλειψε ξανά να μας εξηγήσει τα λάθη του στην οικονομία, ή τους λόγους για τους οποίους ψήφισε κάθε νόμο που του έφερνε ο Κυριάκος, με πρώτον αυτόν του επιτελικού κράτους που μετέτρεψε την χώρα σε τσιφλίκι.
Μιλάμε δηλαδή για ανθρώπους που στην καλύτερη είναι φτηνοί πολιτικάντηδες με λίγο εναπομείναντα πατριωτισμό.
Έτσι, η υπερδιέγερση που χαρακτήρισε πολλές ομιλίες, που ανέφεραν την Γαλλία σε κάθε δεύτερη πρόταση, καταχωρείται ως τεκμήριο άγνοιας και αδυναμίας πολιτικής ανάλυσης.
Οι δε χειροκροτητές ήταν οι ίδιοι που 5 χρόνια τώρα είναι στα τέσσερα για τον Κυριάκο, και βγάζουν το ψωμάκι τους μέσω της εγκληματικής οργάνωσης Νέα Δημοκρατία. Ανθρωπάρια στην καλύτερη, εγκληματίες του κοινού ποινικού τις περισσότερες φορές.
Οπότε, όχι απλά δεν ήταν κοσμοιστορικό το γεγονός, αλλά ξεπεράστηκε από την πραγματικότητα μέσα σε μια βδομάδα.
Δυστυχώς, ο πολύ αγαπητός, ειλικρινής και δουλευταράς Μ. Κοττάκης βρίσκεται σε λάθος κόμμα. Συναναστρέφεται ανθρώπους βρώμικους ως το μεδούλι.
Ο πατρωτισμός και η Δεξιά είναι έννοιες αντίπαλες στην εποχή μας. Μόνο κινήσεις όπως αυτές της Sahra Wagenknecht μπορούν να οδηγήσουν σε έναν υγιή πατριωτισμό, αλλά και την αριστερά μακριά από τον μεταναστευτισμό και τον δικαιωματισμό του ολιγαρχικού κεφαλαίου.