Υποκριτικότατη η συζήτηση για τον αθλητή και την αθλήτρια που θα σηκώσει στα χέρια του/της την ελληνική σημαία στο φεστιβάλ έναρξης των Olympic Games (Olympic Games μεταφράζεται ως «ολυμπιακά παίγνια»). Αν όσα παρακολουθήσουμε απηχούν το πνεύμα των Ολυμπιακών Αγώνων της αρχαιότητας, τότε εγώ μπορώ κάλλιστα να αυτοπροσδιοριστώ ως ο Πάπας της Ρώμης και να αρχίσω να ευλογώ κόσμο και κοσμάκη από το μπαλκόνι μου, φορώντας τιάρα και άμφια.
Και για να επανέλθουμε στο αρχικό θέμα: Τόσα και τόσα έχει υποστεί η σημαία τα τελευταία χρόνια. Εχει υποσταλεί από εθνικό έδαφος, έχει καεί από αφιονισμένους βανδάλους σε πορείες και διαδηλώσεις, έχει βαφτεί παρδαλή για να γίνει ο φερετζές της αταλαντοσύνης «καλλιτεχνών» της συμφοράς, έχει… τιμηθεί από φοβερούς ολετήρες του έθνους, που γέμισαν τα σεντούκια τους με τα κλεμμένα από τους υπερφορολογημένους πολίτες. Και τι έγινε αν θα την κρατήσει στη φιέστα η Μαρία Σάκκαρη, ο πατήρ της οποίας ήταν ο βασικός εισαγωγέας των τουρκικών σειρών που μόλυνε την ελληνική νοόσφαιρα με την προπαγάνδα της γείτονος; Και τι έγινε αν την κρατήσει οποιοσδήποτε επιτυχημένος αθλητής που τον θαυμάζουν επειδή κάνει καριέρα στο Αμέρικα; Το θέμα δεν έχει ουσιώδες περιεχόμενο, όπως δεν έχουν τα πολυδιαφημισμένα «ολυμπιακά παίγνια».
Η ουσία για την ελληνική σημαία είναι αν την έχουμε εμείς αναπεπταμένη στη συνείδησή μας και την κρατάμε καθαρή και δεν τη βουτάμε στον κομματικό βούρκο. Η ελληνική σημαία, όταν ανεμίζει εντός μας, ορίζει και τον τρόπο ζωής μας. Δεν γίνεται να την τιμάμε μόνο στα λόγια και στις συζητήσεις καφενείου που περιστρέφονται γύρω από άλτες, σφυροβόλους, ρυθμικές κολυμβήτριες, δρομείς, υδατοσφαιριστές και καλαθοσφαιριστές.
Σε βάθος κατανόηση και υπεράσπιση της ελληνικής γλώσσας, απότιση τιμής στους νεκρούς ήρωες, ενεργητική συμμετοχή στα κοινά (κυρίως διά του θετικού προσωπικού μας παραδείγματος), εντιμότητα και αλληλεγγύη, εργατικότητα και αγωνιστικό πνεύμα και -πάνω απ’ όλα- πίστη στον Θεό και στις δυνατότητες του έθνους.
Αυτές είναι πράξεις ουσιαστικού σεβασμού στη σημαία μας. Οι ρωμαϊκές πομπές και τα πανηγυράκια με το αρχαιοελληνικό επίχρισμα δεν είναι τίποτε παραπάνω από αυτό που φαίνονται.
Δεν μπορώ να μην σχολιάσω θετικά στον υπερθετικό βαθμό τη θέση του κυρίου Λιάκου, η οποία με εκφράζει απόλυτα.
Συγχαρητήρια. Μακάρι να βρεθούν άλλοι λίγοι σαν εσάς κύριε Λιάκο.
Με εκτίμηση,
Κώστας Μαρνέζος
“Φερετζές της αταλαντοσύνης” και, θα προσέθετα, “της ατλαντοσύνης”…