Την 1η Απριλίου 2024 η ισραηλινή πολεμική αεροπορία βομβάρδισε το προξενείο του Ιράν στη Δαμασκό, σκοτώνοντας υψηλόβαθμο αξιωματούχο του Σώματος των Φρουρών της Επανάστασης.
Τότε η Τεχεράνη αισθάνθηκε την ανάγκη να απαντήσει στο Ισραήλ για τον θάνατο του αξιωματούχου αλλά και για το γεγονός ότι βομβαρδίστηκε το προξενείο, το οποίο θεωρείται οιονεί ιρανικό έδαφος.
Η απάντηση ήλθε τις 13-14 Απριλίου, αφού προηγουμένως είχαν γίνει συνεννοήσεις για τον χρόνο και το μέγεθος της επιχείρησης, δίνοντας χρόνο στο Ισραήλ, στις ΗΠΑ, στη Βρετανία, στη Γαλλία, στην Ιορδανία, τη Σαουδική Αραβία, στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και στο Μπαχρέιν να συντονίσουν τις δυνάμεις τους για να αποκρουστεί η ιρανική επίθεση.
Να σημειωθεί ότι οι συνεννοήσεις περιλάμβαναν και την απάντηση του Ισραήλ, η οποία ήταν τέτοιου μεγέθους, που δεν υποχρέωσε το Ιράν να ανταπαντήσει.
Ο Ισμαήλ Χανίγια δολοφονήθηκε στην Τεχεράνη τις πρώτες πρωινές ώρες της 31ης Ιουλίου. Βρισκόταν στην ιρανική πρωτεύουσα ως επίσημος προσκεκλημένος του προέδρου της χώρας και το χτύπημα έγινε σε κατοικία προστατευόμενη από το κράτος και, μάλιστα, σε απόσταση 750 μέτρων από την προεδρική κατοικία.
Τη φορά αυτή το Ιράν αισθάνεται υποχρεωμένο να απαντήσει πιο σκληρά στο Ισραήλ, για τους εξής λόγους:
Πρώτον, γιατί η δολοφονία στην πρωτεύουσα του ενός επισήμου προσκεκλημένου με διπλωματικό διαβατήριο παραβιάζει μια «κόκκινη γραμμή». Δεύτερον, το Ιράν πρέπει να απαντήσει για να αποκαταστήσει την εικόνα του ως κράτος που οφείλουν να σέβονται την εθνική του κυριαρχία και την ίδια την υπόστασή του. Τρίτον, οφείλει να απαντήσει πιο σκληρά, για να ενισχύσει την αποτροπή του, αφού το προηγούμενο προσυνεννοημένο χτύπημα δεν λειτούργησε αποτρεπτικά, με αποτέλεσμα το δεύτερο χτύπημα του Ισραήλ, μόλις έπειτα από τέσσερις μήνες, αυτό της δολοφονίας του Χανίγια.
Πάντως, αν και -για τους λόγους που προαναφέρθηκαν- το Ιράν είναι υποχρεωμένο να απαντήσει πιο σκληρά από την επίθεση της 13-14ης Απριλίου, υπάρχει έντονος προβληματισμός στην Τεχεράνη για την ένταση και το μέγεθος της επίθεσης προς το Ισραήλ. Και τούτο γιατί υπάρχουν παραινέσεις από φιλικές χώρες (Ρωσία, Κίνα), που θεωρούν ότι η δολοφονία Χανίγια είναι -εξ αντικειμένου- μια παγίδα των Ισραήλ – ΗΠΑ για να αναγκάσουν το Ιράν να απαντήσει με τέτοιο χτύπημα, που θα δικαιολογεί άλλη μια σκληρή απάντηση από την Τεχεράνη, ανοίγοντας έτσι ο κύκλος των αντιποίνων, που οδηγεί ευθέως σε έναν πόλεμο του Ιράν με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ.
Και υπάρχουν φόβοι ότι ένας τέτοιος πόλεμος θα ήταν ολέθριος, αφού η Ουάσινγκτον όχι μόνον έχει δηλώσει σε όλους τους τόνους ότι θα πολεμήσει στο πλευρό του Ισραήλ, αλλά έχει μεταφέρει και αναπτύξει επιθετικές δυνάμεις στην περιοχή, κάτι που δεν είχε κάνει στην περίπτωση του Απριλίου.
Γι’ αυτό η Τεχεράνη φέρεται ότι μετρά πολύ προσεκτικά την απάντησή της στο Τελ Αβίβ, ενώ την ίδια στιγμή η Χεζμπολάχ φέρεται ιδιαίτερα αποφασισμένη να απαντήσει πιο αποφασιστικά στο Ισραήλ, για την εξόντωση του στρατιωτικού της ηγέτη Φουάντ Σιουκρ. Αποφασιστικότητα που ίσως την οδηγήσει σε μια απάντηση όχι απολύτως συντονισμένη με αυτήν του Ιράν.
Οσο για τον χρόνο εκδήλωσης της επίθεσης, ειδικά η Τεχεράνη φαίνεται διατεθειμένη να «παίξει» λίγο με τον χρόνο, για δύο λόγους: Ο ένας είναι για να προετοιμάσει την άμυνά της για την απάντηση του Ισραήλ. Ο δεύτερος λόγος είναι η διαπίστωση ότι η αγωνία που επικρατεί στο Ισραήλ, στην κυβέρνηση, στις Ενοπλες Δυνάμεις και την κοινωνία για το πότε θα εκδηλωθεί η επίθεση είναι ένα είδος φθοράς του αντιπάλου.
Εν αναμονή, λοιπόν, της απάντησης της Τεχεράνης.
Το Ιράν οφείλει να μελετήσει προσεκτικά με τακτική & στρατηγική το χτύπημά του για να επιφέρει ουσιώδη τιμωρία στο Ισραήλ αλλά και να το υπολογίσουν ως σοβαρό αντίπαλο με ισχυρή δυναμική οι υπόλοιποι εχθροί του και όχι να κινηθεί εν θερμώ με τυχαία χτυπήματα. Η λαϊκή ρήση “το καλό πράγμα αργεί να γίνει…ας έχουν υπ΄όψιν τους οι Ιρανοί.