Μία εκ των γενεσιουργών αιτιών της εθνικής καχεξίας μας είναι ο κατακερματισμός του πληθυσμού σε άτομα και η, κατά συνέπεια, διάρρηξη του ηθικού, πνευματικού αλλά και πολιτισμικού ιστού που συνέχει τον λαό. Το «διαίρει και βασίλευε» έχει τύχει ιδανικής εφαρμογής στον ελληνικό χωροχρόνο.
Το έθνος μας ουδέποτε διακρινόταν για την ομοθυμία των προσώπων, είτε σε καιρό ειρήνης είτε πολέμου. Το εκάστοτε υποκείμενο της Ιστορίας μας διχοτομείτο εύκολα με αφορμές που δεν ήταν πάντοτε σοβαρές και για αιτίες δύσκολα εντοπίσιμες. Οι πιο εύκολα ερμηνεύσιμες αιτίες της πολυδιάσπασης του ελληνικού συνόλου είναι ο ατομισμός – κι αυτός εκδηλώνεται με την προσήλωση στο συμφέρον και σε εμμονές που φορούν τη δορά της ιδεολογίας (βλ. μαρξιστές που συμμάχησαν με τους Σλάβους και τους Αλβανούς την περίοδο 1946-1949, και σήκωσαν τα όπλα εναντίον της πατρίδας). Η ιδεολογία, όταν δεν πρόκειται για παραδεδομένο αξιακό σύστημα, είναι μια ένδειξη υπεροχής του «φωτισμένου» ατόμου έναντι των πολλών «αδαών». Δηλαδή, στην πραγματικότητα αποτελεί εγωιστική νεύρωση μεταμφιεσμένη σε αλτρουισμό, ανθρωπισμό.
Στις πολεμικές περιόδους, η φυγόκεντρος δύναμη του προσωπικού συμφέροντος (ή, ορθότερα, η ερμηνεία που δίνει έκαστος για το προσωπικό συμφέρον του) διασκόρπιζε τις δυνάμεις της μάζας σε σημεία τα οποία δεν υπηρετούσαν τον σκοπό της συλλογικής επιβίωσης και ανάπτυξης. Ακόμα και ενώπιον μείζονων δοκιμασιών και απειλών, κάποιοι επέλεγαν να διαχωρίσουν τη θέση τους και να επιλέξουν «στρατόπεδο» διάφορο της πλειοψηφίας (ιδεολογικό, πολιτικό, θρησκευτικό κ.ά.).
Δεν είναι τυχαίο φαινόμενο η ροπή σημαντικού τμήματος του ελληνικού κόσμου στο… Μηδίζειν. Η αφθονία των πόρων της Περσικής Αυτοκρατορίας και η έλξη που ασκεί πάντοτε στους ανθρώπους ο εύκολος πλουτισμός άμβλυναν πολύ τα πατριωτικά ανακλαστικά μυριάδων Ελλήνων, σε διάφορα σημεία του χάρτη. Κάπως έτσι κατέληξε ο στόλος των Σαλαμινομάχων να αντιμετωπίζει σημαντικές ελληνικές δυνάμεις που πολέμησαν στο πλευρό του Ξέρξη. Το αυτό συνέβη και σε μια σειρά από αναμετρήσεις του Γένους με τους Ρωμαίους, τους Τούρκους, τους Γερμανούς κ.ά.
Ο διχασμός σε καιρό ειρήνης επιτυγχάνεται κυρίως από ελληνόφωνες ηγεσίες, οι οποίες έχουν αναλάβει ρόλο αντιπροσώπων των ξένων συμφερόντων. Η κοινωνική πολυδιάσπαση και η δημιουργία χαώδους απόστασης ανάμεσα στις αλληλοσπαρασσόμενες ομάδες διευκολύνουν την αρπαγή των ελληνικών «ασημικών» από τους συνεχιστές του έργου των ξένων ορδών που εδήωσαν την Ελλάδα οποτεδήποτε βρήκαν την ευκαιρία.
Την περίοδο του Μνημονίου στοχοθετούνταν από τις ξένες πρεσβείες (και κατά συνέπεια από τις ελληνόφωνες πολιτικές δυνάμεις) και τα μιντιακά εργαλεία τους διάφοροι επαγγελματικοί κλάδοι και ομάδες του πληθυσμού. Για τη χρεοκοπία του κράτους ευθύνονταν τα «κλειστά επαγγέλματα». Οι περικοπές γίνονταν επειδή δεν «απελευθερώνονταν» οι άδειες των ταξί, των φορτηγών, των φαρμακείων κ.ο.κ. Ο ένας στρεφόταν εναντίον του άλλου και όλοι μαζί παρέδιδαν τις περιουσίες πολλών γενεών Ελλήνων στους πτωματοβόρους γύπες, στους οποίους επιδαψιλεύονταν τιμές για τη «σωτηριώδη» παρέμβασή τους στα ελληνικά πράγματα.
Είναι γεγονός ότι η ελληνόφωνη συστημική πολιτική σκηνή λειτουργεί με τον τρόπο του εκκαθαριστή επιχείρησης, η οποία κηρύττει πτώχευση. Εχει ως κύρια αποστολή τη μεταβίβαση των υλικών και άυλων περιουσιακών στοιχείων της χώρας στους επικυριάρχους της αλλοδαπής. Γι’ αυτό, άλλωστε, βλέπουμε να εκχωρούνται ακίνητα σε πολυεθνικές εταιρίες και ιδιώτες, να δωρίζονται κομμάτια της Ιστορίας και του πολιτισμού μας σε εκλεκτούς των πιστωτών, όπως γίνεται με την ονομασία «Μακεδονία» και τα Σκόπια, και να αναγνωρίζονται ζωτικά συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο. Ταυτόχρονα, αναγνωρίζονται και δικαιώματα αλλά και προνόμια σε πληθυσμούς, που παραβιάζουν τα σύνορα της Ελλάδας και εισβάλλουν κατά χιλιάδες.
Επίσης, μαζί με τα περιουσιακά στοιχεία της χώρας και του έθνους μεταβιβάζεται στις ξένες δυνάμεις και δυναμικό, καταρτισμένο και φιλόδοξο τμήμα του γηγενούς πληθυσμού. Καθιστάμενος αβίωτος (για τους Ελληνες) ο βίος στην πατρίδα, η μετανάστευση στο εξωτερικό φαντάζει μονόδρομος. Δεν είναι τυχαίο ότι απελάθηκαν, διά της ανεργίας, περίπου 700.000 νέοι, αλλά και φτασμένοι επαγγελματίες που βρήκαν οικονομικό άσυλο σε κάποια ξένη χώρα η οποία θα τους παρέχει στοιχειώδεις ευκαιρίες και ανεκτό επίπεδο διαβίωσης.
Σε όλες τις προαναφερθείσες προκλήσεις δεν μπορεί να δοθεί μεμονωμένη απάντηση. Για να αντιστραφεί η ιστορική δυναμική αφανισμού του ελληνικού έθνους, η οποία αναπτύσσεται περίπου από τα μέσα του 20ού αιώνα, απαιτείται η συγκέντρωση μεγάλου φορτίου ισχύος – κι αυτή την αποστολή δεν μπορεί να την εκπληρώσει ένα πρόσωπο. Μόνο να τη συμβολίσει και να λειτουργήσει καταλυτικά…
Συνεχίζεται.